fbpx
Απευθείας Μετάδοση Κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας

Απευθείας Μετάδοση Κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας

Κυριακή Θ΄ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Η΄ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Ε’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Ζ’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Στ’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Ν…

ΤΑΞΙΣ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
2024
Εκκλησία Κύπρου 
Ιερά Μονή Κύκκου 
Ορθόδοξη εκκλησία Κύπρος
Ελληνικά
ΤΑΞΙΣ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ 2023
Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ.κ. Νικηφόρου «Το Σύγχρονο Ουκρανικό Ζήτημα και η κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες επίλυσή του»

Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου – Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στην Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας του Κύκκου (Άμεση Μετάδοση)

Kυριακή Προ της Υψώσεως, Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. στ’ 11-18

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾿Ισραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, προσέξτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας γράφω τώρα με το ίδιο μου το χέρι. Όσοι θέλουν ν’ αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί σας υποχρεώνουν να περιτέμνεστε, με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού. Άλλωστε ούτε κι αυτοί που επιμένουν στην περιτομή τηρούν το νόμο. Απλώς θέλουν να περιτέμνεστε εσείς, για να καυχηθούν ότι σας κατάφεραν να το κάνετε. Όσο για μένα, δεν θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από το σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το σταυρό που πάνω του ο κόσμος πέθανε για μένα κι εγώ για τον κόσμο. Για όσους ανήκουν στον Ιησού Χριστό δεν έχει καμιά σημασία ούτε το να κάνεις περιτομή ούτε το να μην κάνεις, αλλά όλοι είναι νέα δημιουργήματα του Θεού. Όσοι ακολουθούν αυτή την αρχή, θα έχουν την ειρήνη και το έλεος του Θεού μαζί τους, αυτοί και όλος ο λαός του Θεού. Στο εξής κανένας ας μη μου δημιουργεί προβλήματα. Αρκετά έχω πάθει για τον Ιησού, όπως δείχνουν τα σημάδια στο σώμα μου. Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού εύχομαι να είναι μαζί σας, αδελφοί μου. Αμήν.

«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μὴ ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου,
δι᾽ οὗ ὁ κόσμος ἐμοὶ ἐσταύρωται, κἀγὼ τῷ κόσμῳ».

Το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακῆς προ της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, βρίσκεται μέσα στην προοπτική της μεγάλης γιορτής που ακολουθεί. Παρμένο από την προς Γαλάτας επιστολή του αποστόλου Παύλου, αναφέρεται στο τι αποτελεί καύχημα του αποστόλου. Και το καύχημα αυτό είναι ο Σταυρός του Κυρίου. Αφού ο απόστολος επιστήσει την προσοχή των Γαλατών απέναντι σ᾽ εκείνους που θέλουν να τους χρησιμοποιούν από πλευράς θρησκευτικής – τους Ιουδαιοχριστιανούς, που ήθελαν να τα έχουν καλά με όλους, αρκεί να μη υφίσταντο κάποιο διωγμό για την πίστη τους – τονίζει ακριβώς τον Σταυρό του Κυρίου ως καύχηση της ζωής του και ως προσωπικό γεγονός σωτηρίας του. ῾῞Όσο για μένα, δεν θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από τον σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τον σταυρό που πάνω του ο κόσμος πέθανε για μένα κι εγώ για τον κόσμο᾽.

Οι άνθρωποι συνήθως υπερηφανεύονται για τα πλούτη τους, τη δύναμή τους, τη ψηλή θέση τους στην κοινωνία, θαυμάζουν τη δόξα τους, τα χαρίσματά τους και αποκτούν οπαδούς. Ξεχνούν πόσο εφήμερα και επιζήμια για τη ψυχή του ανθρώπου είναι όλα αυτά αν δεν αντιμετωπίζονται  ως δώρα της αγάπης του Θεού.  Ο απόστολος Παύλος, που είχε πολλά χαρίσματα για τα οποία μπορούσε να καυχηθεί, παραμερίζει τα πάντα και μόνο καύχημά του είχε το σταυρικό θάνατο του Σωτήρος Χριστού, που υπέστη για όλο τον κόσμο και για τον ίδιο.     Ο απόστολος δεν καυχάται για επίγεια πράγματα, δηλαδή για χρήματα, για δόξα, για δύναμη – ό,τι εκφράζει τον κοσμικό λεγόμενο άνθρωπο κάθε εποχής. Μια τέτοια καύχηση αποκαλύπτει τον άνθρωπο, που έχει διαγράψει τον Θεό και την παρουσία Του στη ζωή του και έχει κάνει κέντρο αυτής μόνο τη φιλαυτία και τον εγωϊσμό του. Ένα εγωπαθές άτομο που βιώνει έτσι την ουσία της αμαρτίας, έχει ως μόνη όραση ζωής ό,τι ικανοποιεί τις αισθήσεις του και τα πάθη του, κατά το «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνῄσκομεν». Ο απόστολος καυχάται για κείνο που για τους Ιουδαίους ήταν σκάνδαλο και για τους ειδωλολάτρες ανοησία: το Σταυρό του Κυρίου. Γιατί; Διότι ως γνωστό πάνω στο Σταυρό αποκορυφώθηκε η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο – ῾οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν᾽ – αφού δια του Σταυρού ήρθη εν Χριστώ η αμαρτία του ανθρώπου και σώθηκε.. Με το Σταυρό ο άνθρωπος οδηγήθηκε στην ελευθερία και τη χαρά της αληθινής ζωής: τη μετοχή του στο αποτέλεσμα του Σταυρού, την  Ανάσταση του Χριστού. Έτσι καύχηση για το Σταυρό σημαίνει καύχηση για το μυστήριο της αγάπης του Θεού που νίκησε το θάνατο και τον εγωϊσμό, δείχνοντας την αιώνια ζωή ως προοπτική του ανθρώπου.

Την πραγματικότητα αυτή εξηγεί ο απόστολος στη συνέχεια: «Με το Σταυρό ο κόσμος για μένα έχει σταυρωθεί και εγώ για τον κόσμο». Ο Σταυρός έχει ανθρωπολογικές και παγκόσμιες διαστάσεις. Ό,τι υπέστη ο Κύριος αντανακλά πια στον άνθρωπο που προσέλαβε και που μπορεί να υπερνικήσει τις όποιες επιρροές του αμαρτωλού κόσμου, προερχόμενες είτε έξω απ’ αυτόν είτε από τα ίδια τα πάθη του. Αρκεί βεβαίως να πιστέψει στο Χριστό και να Τον αποδεχθεί στη ζωή του, που σημαίνει να βαπτισθεί στο άγιο όνομά Του και να γίνει μέλος του ζωντανού σώματός Του, την Εκκλησία. Ενσωματωμένος στον Χριστό εισπράττει τη δύναμή Του και απελευθερώνεται από τη δύναμη της αμαρτίας. Ο κόσμος, κατά τη διατύπωση του αποστόλου, νεκρώνεται γι᾽ αυτόν και ο ίδιος νεκρώνεται για τον κόσμο. Και βεβαίως εννοείται ότι μιλώντας για τη νέκρωση του κόσμου ο απόστολος δεν εννοεί τον κόσμο ως δημιουργία του Θεού. Εννοεί αυτό που ο λόγος του Θεού δίνει ως περιεχόμενο: το αμαρτωλό φρόνημα του κόσμου, τη δύναμη της αμαρτίας.

Με άλλα λόγια, καυχάται ο Παύλος για το Σταυρό του Κυρίου. Αλλά δε βλέπει το Σταυρό σαν κάτι μετέωρο: αποκομμένο από τον ίδιο, σαν γεγονός δηλαδή  που σχετίζεται με κάποιον άλλον έστω και τον Θεό. Μια τέτοια θεώρηση θα συνιστούσε διαστροφή της πίστης μας. Θα σήμαινε αλλοίωσή της κι έκπτωσή της σε μια ιδεολογία. Τον Σταυρό Τον βλέπει χάριτι Θεού ως προσωπικό υπαρξιακό γεγονός, ως βίωμα δικό του, που τον κάνει να μετέχει σ᾽ Αυτόν. Το είχε πει άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος. «΄Οστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».

Ο απόστολος τονίζει επίσης στους Γαλάτας τη ανωτερότητα της «νέας πίστης» σε σύγκριση με τη διδασκαλία του Νόμου. Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο και σταυρώθηκε, όχι για να συνεχίζουν οι άνθρωποι να τσακώνονται για την περιτομή, όπως την περίπτωση των Γαλατών. Αν τηρούσαν την περιτομή ή όχι δεν είχε αξία, γιατί η περιτομή ήταν ένας τύπος της Παλαιάς Διαθήκης που προμηνούσε το βάπτισμα της Εκκλησίας. Την αναγέννηση του ανθρώπου «δι’ ύδατος και πνεύματος». Την «καινή κτίσιν», τον καινούριο κόσμο του Χριστού, «εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις». Ο νέος κόσμος είναι κόσμος ελευθερίας από τους τύπους και το νεκρό γράμμα του νόμου. Ελευθερίας που δε σημαίνει ασυδοσία, αλλά αυτοπειθαρχία,  συνέπεια στη ζωή και σταύρωση των επιθυμιών. Ο απόστολος Παύλος μόχθησε πάρα πολύ να αντιληφθούν οι άνθρωποι τη διαφορά μεταξύ του νόμου του Μωϋσή και της χάριτος του Χριστού. Τη στενότητα της Συναγωγής και το πλάτος της Εκκλησίας. Να μάθουν να καυχώνται για την αισχύνη του σταυρού και όχι για την υπόληψη του κόσμου. Για όλα αυτά είχε την απαίτηση να μην ενοχλείται για συζητήσεις και καυγάδες γύρω από ζητήματα που δεν έπρεπε να απασχολούν τους Χριστιανούς. Είχε αποδείξει έμπρακτα τι πίστευε και για τι αγωνιζόταν.  Οι Χριστιανοί γίνονται άνθρωποι δυνατοί κι’ ευτυχισμένοι, δίδουν στη ζωή τους περιεχόμενο, αντικρίζουν με σύνεση τα προβλήματα της ζωής, πορεύονται ασφαλώς στην αιωνιότητα, όταν έχουν ως καύχησή τους το σταυρικό θάνατο του Ιησού Χριστού. Είναι η πιο ευλογημένη καύχηση.

Παναγία του Κύκκου

Κυριακή Προ της Υψώσεως, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ιω. γ’ 13-17

Πρωτότυπο Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. Καὶ καθὼς Μωυσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος: «Κανένας δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό, και που είναι στον ουρανό. Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια. Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο το μονογενή του Υιό, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια. Γιατί, ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ αυτού».

Σχολιασμός

Η Κυριακή αυτή ονομάζεται Κυριακή προ της Υψώσεως, γιατί προηγείται της εορτής της υψώσεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού που τελείται στις 14 Σεπτεμβρίου. Η ευαγγελική περικοπή είναι απόσπασμα λόγου του Ιησού Χριστού με τον οποίο αποκαλύπτει τη θεϊκή του ταυτότητα και το σκοπό για τον οποίο ήρθε στον κόσμο. Τα θέματα τα οποία θίγονται στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή και οι αποκαλύψεις του Ιησού Χριστού είναι ιδιαίτερα σημαντικές.

Αρχικά βεβαιώνει ότι είναι ο «υιός του ανθρώπου». Αυτός ο όρος σημαίνει ότι είναι ο Μεσσίας, ο απεσταλμένος από το Θεό. Εδώ ο Κύριος θέτει μια αντίθεση, κανένας δεν έχει πάει στον ουρανό παρά μόνο εκείνος που κατέβηκε από τον ουρανό, ο υιός του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι κανένας δε γνωρίζει το Θεό και τα του Θεού παρά μόνο ο υιός του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν μπορεί να αποκαλύψει, το θέλημα του Θεού για τους ανθρώπους.

Ο λόγος του Κυρίου «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς» αποτελεί μια από τις σημαντικότερες διδασκαλίες της Αγίας Γραφής σχετικά με τη γνώση του Θεού από τον άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός βεβαιώνει ότι μόνο ο ίδιος γνωρίζει το Θεό γιατί προέρχεται από το Θεό.  Επομένως από αυτό συνεπάγεται ότι εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε την τέλεια γνώση του Θεού αλλά ό,τι γνωρίζουμε για τον Θεό προέρχεται από τη δική του αποκάλυψη. Ο ίδιος ο Χριστός αποτελεί την προσωπική αποκάλυψη του Θεού γιατί κατέβηκε από τον ουρανό δηλαδή έχει απόλυτη σχέση με το Θεό. Βέβαια η μεγαλύτερη αποκάλυψη του Θεού δια του Ιησού Χριστού είναι η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, η οποία αποκαλύφθηκε με τη σταυρική θυσία του Ιησού Χριστού.

Στη συνέχεια ο Χριστός αποκαλύπτει το σκοπό της επί γης παρουσίας του, που είναι η δωρεά της αιώνιας ζωής. Για να γίνει κατανοητό αυτό χρησιμοποιεί μια εικόνα από την Παλαιά Διαθήκη. Όταν οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στην έρημο και κατευθύνονταν προς τη γη της Επαγγελίας άρχισαν να παραπονιούνται για την έλλειψη ψωμιού και νερού. Τότε εμφανίσθηκαν δηλητηριώδη φίδια και για να σωθούν οι Ισραηλίτες ο Μωϋσής ύψωσε σε ξύλο ένα χάλκινο φίδι, που σχημάτισε το σημείο του Σταυρού. Εδώ ακριβώς υπάρχει και μια από τις πολλές προτυπώσεις του Πάθους του Κυρίου μέσα στην Παλαιά Διαθήκη. Όποιος γύριζε και έβλεπε το χάλκινο φίδι τότε σωζόταν. Από αυτή την εικόνα παίρνει αφορμή ο Ιησούς Χριστός για πει ότι κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να υψωθεί και ο ίδιος για να σωθούν οι άνθρωποι, για να κερδίσουν την αιώνια ζωή «ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον». Ο Χριστός θα υψωθεί, δηλαδή θα σταυρωθεί υψούμενος πάνω στο ξύλο του Σταυρού. Αυτή η ύψωση του Χριστού είναι συγχρόνως και το σημείο δόξας του, κάτι που είναι δύσκολο να κατανοήσει η ανθρώπινη λογική. Πρέπει όμως να συμβάλει και ο άνθρωπος για να κερδίσει την αιώνια ζωή με το να επιδείξει την πίστη του.

Ο Θεός έστειλε τον Υιό του να σώσει τον κόσμο κινούμενος από την αγάπη του προς τον άνθρωπο. Είναι από τα πλέον σημαντικά στοιχεία των εκδηλώσεων του Θεού προς τον άνθρωπο, γιατί αυτή η αγάπη οδηγεί προς τη σταυρική θυσία του Υιού του. Καλείται λοιπόν ο άνθρωπος να έχει αυτό το μέγεθος της αγάπης τόσο προς το Θεό όσο και προς το συνάνθρωπο. Επίσης μας αποκαλύπτει με αυτό τον τρόπο ότι ο σκοπός της παρουσίας του στον κόσμο δεν είναι η κρίση του κόσμου αλλά η σωτηρία των ανθρώπων. Ο Χριστός είναι ο Σωτήρας και προσφέρει τη Σωτηρία η οποία προσφέρεται με την παρουσία του, τη διδασκαλία και τη σταυρική του θυσία.

Αυτό είναι το δώρο και η χάρη του Θεού προς τον άνθρωπο. Δεν έχει προϋποθέσεις αυτή η αγάπη, είναι ανιδιοτελής, και όπως η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο έφτασε μέχρι του σημείου της σταυρικής θυσίας του Υιού του, έτσι και η αγάπη μέσα στο σύγχρονο κόσμο λαμβάνει σταυρική διάσταση. Η αγάπη απαιτεί σταυρική θυσία και ανιδιοτελή προσφορά προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο. Αυτή η σταυρική αγάπη είναι η διέξοδος στο αδιέξοδο της κρίσης που διέρχεται η κοινωνία μας.

Η συνεργασία των ανθρώπων με τον Θεό ως προϋπόθεση της σωτηρίας (Φιλ β΄ 5-11)

του Καθηγητή Μιλτιάδη Κωνσταντίνου, Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. (Αmen.gr)

Κάθε λειτουργικό έτος αρχίζει και τελειώνει, σύμφωνα με την παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας, με μια γιορτή της Παναγίας· αρχίζει δηλαδή με την ανάμνηση της γέννησης και τελειώνει με την ανάμνηση της κοίμησης της Θεοτόκου που τιμούνται στις 8 Σεπτεμβρίου και 15 Αυγούστου αντίστοιχα. Η διαπίστωση αυτή δημιουργεί ίσως σε πολλούς τον προβληματισμό για τη θέση της Θεοτόκου στη θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς θα ανέμενε κανείς η αρχή και στο τέλος του εκκλησιαστικού έτους να σηματοδοτούνται από μια γιορτή προς τιμήν του Χριστού, εφόσον ο Χριστός είναι το κέντρο της λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας, εφόσον στο πρόσωπο του Χριστού έγινε ο Θεός άνθρωπος προκειμένου να πλησιάσει τους ανθρώπους και να τους σώσει, αποκαθιστώντας τις σχέσεις τους με τον Θεό. Στον βαθμό, κατά συνέπεια, που είναι αλήθεια πως η θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτυπώνεται στη λειτουργική της πράξη, μια απάντηση στον παραπάνω προβληματισμό θα μπορούσε να προκύψει από τον αναστοχασμό της εκκλησιαστικής εμπειρίας όπως αυτή αποτυπώνεται στη χριστιανική λατρεία.

  Ένα από τα χαρακτηριστικά της χριστιανικής πίστης που εμφανώς τη διαφοροποιεί από όλες τις θρησκείες είναι η ιστορική της διάσταση. Η χριστιανική πίστη δεν είναι προϊόν των θεωρητικών αναζητήσεων κάποιου φιλοσόφου ούτε το κατασκεύασμα κάποιου ιερατείου. Είναι συνέπεια της αποκάλυψης του Θεού μέσα στην Ιστορία. Οι χριστιανοί γνωρίζουν τον Θεό όχι μέσα από κάτι που βεβαιώνεται από τον μύθο αλλά μέσα από τις συγκεκριμένες σωτηριώδεις υπέρ των ανθρώπων επεμβάσεις του σε ιστορικό επίπεδο. Σκοπός, λοιπόν, της χριστιανικής λατρείας είναι μεταξύ άλλων να επεξεργαστεί αυτήν την ιστορική εμπειρία του λαού του Θεού, να την παραστήσει και να τη διατηρήσει στη μνήμη. Η αλήθεια αυτή συνοψίζεται στην Ευχή της Αναφοράς, όταν ο λειτουργός, αναφέροντας τα δώρα της κοινότητας στον Θεό, προσεύχεται μυστικά: «μεμνημένοι τοίνυν … πάντων τῶν ὑπὲρ ἡμῶν γεγενημένων …παρακαλοῦμέν σε καὶ δεόμεθα καὶ ἱκετεύομεν …». Έτσι, ολόκληρη η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας δεν είναι παρά μια επανάληψη των σωτηριωδών ενεργειών του Θεού για χάρη του ανθρώπου όπως αυτές παραδίδονται από τη Βίβλο και η ερμηνεία των ενεργειών αυτών. Ιδιαίτερα η θεία λειτουργία ξαναζωντανεύει την υπαρκτική εμπειρία ότι στη σύναξη οι πιστοί γίνονται ένα σώμα με κεφαλή τον Χριστό. Γι’αυτό και στην ευχή της αναφοράς, για την οποία έγινε λόγος παραπάνω, μεταξύ των ‘‘γεγενημένων’’ και ως κορύφωση αυτών, οι πιστοί ‘‘θυμούνται’’ και τη δευτέρα παρουσία του Χριστού, δηλαδή αυτό που έρχεται από το μέλλον.

  Αυτή η βασική αρχή, πάνω στην οποία στηρίζεται η χριστιανική πίστη, ότι δηλαδή ο Θεός επεμβαίνει στην ανθρώπινη Ιστορία σωτηριολογικά, έφερε τον χριστιανισμό, ήδη από τα πρώτα βήματά του, σε σύγκρουση με το πανίσχυρο φιλοσοφικό κατεστημένο της εποχής του. Το βασικό δόγμα της πλατωνικής φιλοσοφίας που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή και ταυτόχρονα το αδιέξοδο της συνοψίζεται στη φράση που παρατίθεται στο έργο του Πλάτωνα Συμπόσιον: «θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μίγνυται». Το αδιέξοδο στο οποίο περιήλθαν οι πλατωνικοί φιλόσοφοι της εποχής του Χριστού φαίνεται από την προσπάθειά τους να επινοήσουν ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό και στην αδυναμία τους να διατυπώσουν μια εφαρμόσιμη πρόταση ζωής, αφού ως σκοπός της ζωής καθορίστηκε η απελευθέρωση της ψυχής από το σώμα. Η απάντηση της χριστιανικής πίστης στις θέσεις αυτές της πλατωνικής φιλοσοφίας συνοψίζεται στον πρόλογο του Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου: «Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος και ο Λόγος ήτανε με τον Θεό και ήταν Θεός ο Λόγος. … Μέσα στον κόσμο ήταν και ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. … Και ο Λόγος σαρκώθηκε, κατοίκησε ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του δόξα …» (Ιωα α΄ 1,10,14).

  Για να σαρκωθεί όμως ο Λόγος, για να γίνει άνθρωπος ο Θεός ήταν απαραίτητη η πλήρωση ορισμένων βασικών προϋποθέσεων και από την πλευρά των ανθρώπων. Η επέμβαση του Θεού στην ανθρώπινη Ιστορία, για την οποία έγινε λόγος παραπάνω, δεν γίνεται ποτέ βίαια. Ο Θεός δεν εξαναγκάζει τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν, αλλά από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας ζητά τη συνεργασία μαζί τους. Και αν ο πρώτος άνθρωπος αρνήθηκε να συνεργαστεί με τον Θεό, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την είσοδο του κακού στον κόσμο, ο Θεός ποτέ δεν εγκατέλειψε το πλάσμα του.  Βάζει σε εφαρμογή ένα σχέδιο, που, χωρίς να παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου, θα τον οδηγήσει και πάλι κοντά του. Για να εφαρμοστεί το σχέδιο αυτό χρειαζόταν οι άνθρωποι να κάνουν ελεύθερα, χωρίς καταναγκασμό, αυτό που αρνήθηκε να κάνει ο πρώτος άνθρωπος· να ακολουθήσουν το δρόμο που τους δείχνει ο Θεός. Ολόκληρη η πνευματική προϊστορία της ανθρωπότητας, όπως περιγράφεται μέσα στην Αγία Γραφή, είναι γεμάτη από τις συνεχείς προσπάθειες και προσκλήσεις του Θεού προς τους ανθρώπους για συνεργασία μαζί του. Ο Αβραάμ, ο Μωυσής, οι προφήτες και πλήθος άλλων που κατονομάζονται ή όχι στη Βίβλο ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση αυτήν και κάθε φορά το σχέδιο του Θεού προχωρούσε ένα βήμα παραπέρα προς την τελική ολοκλήρωσή του. Όταν, λοιπόν, ήρθε ο κατάλληλος καιρός, ο Θεός αναζήτησε άλλον έναν άνθρωπο, που και πάλι ελεύθερα και χωρίς καταναγκασμό, θα δεχόταν να συνεργαστεί μαζί του. Όταν ο άγγελος μετέφερε στη Μαρία την απόφαση του Θεού, εκείνη χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς αντίρρηση, δέχτηκε να γίνει όργανό του. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι χωρίς αυτήν την απροϋπόθετη συνεργασία της Μαρίας η πραγματοποίηση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου θα ήταν αδύνατη.

  Η Μαρία δεν είχε τίποτε το ξεχωριστό, με την έννοια ότι δεν είχε κάτι που δεν θα μπορούσε να έχει ο κάθε άνθρωπος. Καταγόταν από ένα χωριό της Παλαιστίνης, ήταν φτωχή και άσημη και ούτε είχε κάποια μόρφωση. Αλλά είχε κάτι, που και πάλι θα μπορούσε ο κάθε άνθρωπος να αποκτήσει, χρειάζεται όμως γι’ αυτό ιδιαίτερη προσπάθεια και συνεχής αγώνας. Είχε ακλόνητη εμπιστοσύνη στον Θεό και ήταν πάντοτε έτοιμη να υποταχθεί στο θέλημα του. Αυτός είναι ο λόγος που η λειτουργική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ορίζει ως αποστολικό ανάγνωσμα της πρώτης αφιερωμένης στη Θεοτόκο γιορτής την περικοπή Φιλ β´ 5-11. Διότι υπενθυμίζει στους σύγχρονους πιστούς ότι η Μαρία είχε κατορθώσει να επιτύχει αυτό που παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος στους πιστούς της εποχής του: «Φροντίστε στις μεταξύ σας σχέσεις να σκέφτεστε όπως κι ο Ιησούς Χριστός,ο οποίος ως πραγματικός Θεός που ήταν, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό σαν κάτι ξένο που το άρπαξε, αλλά δέχτηκε να γίνει ένα τίποτα, να μοιάσει με δούλο, καθώς έγινε ίδιος με τους ανθρώπους· και όντας πραγματικός άνθρωπος, δέχτηκε να ταπεινωθεί, υπακούοντας στον Θεό μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού» (Φιλ β΄ 5-7). Το παραπάνω κείμενο, μια από τις αρχαιότερες ομολογίες πίστεως της Εκκλησίας, περιγράφει μια επαναστατική για τις σχέσεις του Θεού με τον άνθρωπο αλήθεια. Μόνον αυτό που κατέχει κανείς πραγματικά μπορεί να το μοιραστεί με τους άλλους· αντίθετα, εκείνο που δεν του ανήκει και το αποκτά δι’ αρπαγής το κρατάει για τον εαυτό του, στερούμενος έτσι της χαράς του μοιράσματος και της σχέσης με τον άλλον. Ο Χριστός ως πραγματικός Θεός θέλει και προσφέρει στους ανθρώπους τη δυνατότητα μετοχής στη θεότητά του, για να το κάνει όμως αυτό χρειάζεται να σαρκωθεί. Και η Μαρία προσφέρει στον Θεό αυτό ακριβώς που δεν έχει, τη σάρκα, για να το κάνει όμως αυτό χρειάζεται να υποτάξει το δικό της θέλημα στο θέλημα του Θεού. Έτσι, η Μαρία κατόρθωσε να μιμηθεί τον Χριστό, όπως παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος, πριν ακόμη γεννηθεί ο Χριστός. Και αφού ήταν ένας κοινός άνθρωπος σαν όλους τους άλλους, έγινε το σύμβολο της ανθρώπινης συμμετοχής στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.

  Τοποθετώντας, λοιπόν, η εκκλησιαστική παράδοση την ανάμνηση της γέννησης της Θεοτόκου στην αρχή του νέου εκκλησιαστικού έτους, υπενθυμίζει σε όλους τους χριστιανούς ότι η σωτηρία της ανθρωπότητας προϋποθέτει τη συνεργασία τους με τον Θεό. Το πανηγύρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου ισοδυναμεί με μια δήλωση προς τον Θεό της ετοιμότητας των χριστιανών να τον υποδεχτούν και να συνεργαστούν μαζί του, ώστε να επιτευχθεί αυτό με το οποίο ο απόστολος εύχεται στο τέλος της παραπάνω περικοπής: «όλοι μ’ ένα στόμα θα ομολογήσουν ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται έτσι ο Θεός Πατέρας» (Φιλ β΄ 11). Το πανηγύρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου καλεί όλους τους πιστούς σε μια δέσμευση απέναντι στον Θεό ότι στο διάστημα που μεσολαβεί από τη γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου ως τη γιορτή της γέννησης του Θεανθρώπου θα προσπαθούν καθημερινά να μιμηθούν τη στάση της Μαρίας, ώστε να είναι έτοιμοι, όταν θα γιορτάσουν τη γέννηση του Χριστού, να τον ακολουθήσουν πραγματικά και να πραγματώσουν το θέλημά του.

Μνημόσυνο του Πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αειμνήστου Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχου Μακαρίου Γ΄ στην Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή Κύκκου – Κυριακή 29 Ιουλίου 2018