Αποστολικό Ανάγνωσμα: (Τιτ. β΄ 11-14, γ΄4-7)
Πρωτότυπο Κείμενο
Τέκνον Τίτε, επεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὃς ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνομίας καὶ καθαρίσῃ ἑαυτῷ λαὸν περιούσιον, ζηλωτὴν καλῶν ἔργων. ὅτε δὲ ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος Ἁγίου, οὗ ἐξέχεεν ἐφ’ ἡμᾶς πλουσίως διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ’ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου.
Τα Άγια Θεοφάνεια – Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και Μέγας Αγιασμός –
Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Άγιος Προκόπιος.
Χοροστατούντος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας
και Ηγουμένου της Μονής κ. Νικηφόρου.
Απευθείας μετάδοση – Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019, 7:30 π.μ.
http://imkykkou.org.cy/
Νεοελληνική Απόδοση
Παιδί μου Τίτε, ο Θεός φανέρωσε τη χάρη του, για να σώσει όλους τους ανθρώπους. Αυτή η χάρη μας καθοδηγεί να αρνηθούμε την ασέβεια και τις αμαρτωλές επιθυμίες και να ζήσουμε με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια στον παρόντα αιώνα, περιμένοντας τη μακαριότητα που ελπίζουμε, δηλαδή την εμφάνιση της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρα μας, του Ιησού Χριστού. Αυτός έδωσε τον εαυτό του για μας, για να μας λυτρώσει από κάθε ανομία, να μας καθαρίσει και να μας κάνει ένα λαό που να ανήκει μόνο σ’αυτόν και να καταγίνεται με ζήλο στα καλά έργα. Όταν όμως ο σωτήρας μας ο Θεός φανέρωσε την καλοσύνη του και την αγάπη του στους ανθρώπους, μας έσωσε, όχι για τα καλά έργα που τυχόν κάναμε εμείς, αλλά γιατί μας σπλαχνίστηκε. Μας έσωσε με το βάπτισμα της αναγέννησης και της ανανέωσης που χαρίζει το Άγιο Πνεύμα, που το σκόρπισε πλούσια πάνω μας δια του Ιησού Χριστού του σωτήρα μας, για να δικαιωθούμε με τη δική του χάρη και να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή που τη προσδοκούμε.
Η φανέρωση της χάριτος του Θεού
Με την σημερινή εορτή της Βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό ολοκληρώνεται ο κύκλος του Αγίου Δωδεκαημέρου, ο οποίος αρχίζει με την Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Είναι εξάλλου γνωστό ότι μέχρι και τον τέταρτο αιώνα τα δύο αυτά μεγάλα γεγονότα της θείας οικονομίας εορτάζονταν μαζί και ονομάζονταν Θεοφάνια, διότι αποτελούν την φανέρωση του Θεού στον κόσμο και την απαρχή της σωτηρίας του ανθρώπινου γένους. Στο αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, ο απόστολος Παύλος εξηγεί στην προς Τίτον επιστολή στο τι συνίσταται η σωτήριος χάρις του Θεού. Τέκνον Τίτε, λέει, η χάρις του Θεού η σωτήριος φανερώθηκε σε όλους τους ανθρώπους, παιδαγωγώντας μας ώστε αφού αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες, να ζούμε στον παρόντα βίο με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια· γενόμενοι αποδέκτες της μακαρίας ελπίδας και της φανέρωσης της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος έδωσε τον εαυτό του για εμάς, ώστε να μάς λυτρώσει από κάθε ανομία και να μας καθαρίσει καθιστώντας μας λαό του περιούσιο, και ζηλωτή των καλών έργων. Όταν λοιπόν φανερώθηκε η καλοσύνη και η φιλανθρωπία του Σωτήρα και Θεού μας, τότε μάς έσωσε όχι εξαιτίας των δικών μας δίκαιων έργων, αλλά εξαιτίας της δικής του φιλανθρωπίας· και μάς έσωσε με το λουτρό το αναγεννητικό και ανανεωτικό του Αγίου Πνεύματος, το οποίο έδωσε απλόχερα σε εμάς διά του Ιησού Χριστού του σωτήρα μας, ώστε αφού δικαιωθούμε εξαιτίας της δικής του χάριτος, να γίνουμε κληρονόμοι της προσδοκώμενης αιωνίου ζωής. Όλα τα παραπάνω, δηλαδή η φανέρωση του Θεού στον κόσμο, η Γέννηση και η Βάπτιση του Χριστού, η σταυρική του θυσία και η Ανάσταση, και τέλος η δωρεά του Αγίου Πνεύματος, αποτελούν στοιχεία της χάριτος του Θεού, η οποία πηγάζει από την άρρητο αγάπη και φιλανθρωπία του. Ας μη συγχέουμε την χάρη του Θεού με τα χαρίσματα που δίνει σε κάθε άνθρωπο, τα οποία είναι διαφορετικά. Χάρις και έλεος είναι η δικαίωση την οποία προσφέρει σε κάθε άνθρωπο ο οποίος πιστεύει ότι ο Χριστός είναι ο Θεός και σωτήρας του κόσμου· όπως δηλαδή ένας άρχοντας, από την μεγάλη του αγάπη, διαγράφει το χρέος και αμνηστεύει τις ανομίες των υπηκόων του, πολύ περισσότερο ο Θεός της αγάπης εκχέει την χάρη του στον κόσμο, δεν ζητά πλέον έργα εξαγνιστικά και θυσίες νομικές, και δέχεται εξίσου τον δίκαιο και τον ληστή και την πόρνη, εξετάζοντας τα κρύφια της καρδίας των ανθρώπων και αναγνωρίζοντας την αγάπη και την μετάνοια και την προς τον Θεό μεταστροφή. Επομένως, δεν ζούμε πλέον στην εποχή του νόμου αλλά της της συγγνώμης, της καταλλαγής με τον Θεό, ζούμε στην περίοδο της χάριτος η οποία είναι κοινή για όλους και σώζει και ζωοποιεί όλους. Και για να μη νομίσουμε ότι, εφόσον πλέον ο Θεός δεν μάς κρίνει για τις πράξεις μας και δεν μάς τιμωρεί, μάς επιτρέπεται λοιπόν να αμαρτάνουμε, γι αυτό ο απόστολος Παύλος προσθέτει δύο σημαντικά στοιχεία που συνοδεύουν την χάρη του Θεού· την παιδαγωγία για την κατά Θεόν βιοτή που διδάσκει τον ζήλο των αγαθών έργων και την ανταπόδοση των προσδοκωμένων αγαθών η οποία συνίσταται στην θέα της δόξας του Θεού. Γι αυτό και δεν μάς προτρέπει απλά να αποφύγουμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες, αλλά να τις αρνηθούμε, να τις μισήσουμε δηλαδή και να διαχωρίσουμε την ύπαρξή μας από αυτές. Ο Χριστός ήλθε, σαρκώθηκε και φανερώθηκε ο Θεός, για να αρνηθούμε την ασέβεια, δηλαδή τις αντίθετες προς τον Θεό δοξασίες, και για να γνωρίσουμε την αλήθεια, η οποία ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά του θανάτου. Ο Χριστός ήλθε, για να αρνηθούμε τις κοσμικές επιθυμίες και για να γίνουμε ζηλωτές των αγαθών έργων, δηλαδή των έργων της αγάπης και της φιλανθρωπίας, για να επιθυμούμε και να επιδιώκουμε την δικαιοσύνη του Θεού και για να ζούμε με σωφροσύνη. Και όταν ομιλεί για σωφροσύνη, δεν εννοεί μόνο την αποχή από την πορνεία, αλλά από όλα τα πάθη τα οποία σχετίζονται με τα βιοτικά πράγματα. Επομένως, και η φιλοχρηματία, και η πλεονεξία, και η φιλοδοξία, και ο πολυτελής βίος, και τα πολλά ενδύματα και η ποικιλία των τροφών, όλα αποτελούν αφροσύνη. Αρκεί να θυμηθούμε ότι ο Χριστός αποκάλεσε άφρονα τον πλούσιο εκείνο που για να χωρέσει τα γεννήματα των χωραφιών του αποφάσισε να γκρεμίσει τις αποθήκες του για να οικοδομήσει ακόμα πιο μεγάλες. Συχνά μάς πλανεύει ο πειρασμός, ώστε να θεωρούμε ότι η σωφροσύνη έγκειται μόνο στην διαχείριση των σαρκικών επιθυμιών, κι έτσι μάς ρίχνει στην πλεονεξία, η οποία αποτελεί την κοινή συνισταμένη κάθε αφροσύνης. Κι όμως, εξηγεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, η μεν σαρκική επιθυμία είναι συμφυής με την φύση μας και δεν κατακρίνεται όταν δεν συνιστά αμαρτία· γι αυτό και η υπέρβαση της φυσικής επιθυμίας αποτελεί ευλογημένο και επαινετό άθλο, ενώ η πτώση προκαλεί την συμπάθεια και την επιείκεια προς τον πεπτωκότα. Αντίθετα, η πλεονεξία και η φιλοχρηματία κατακρίθηκε έντονα από τον Κύριο: «Και για μεν τα χρήματα, πολλές φορές ο Χριστός διέταξε να αποφεύγουμε την συμφορά που προέρχεται από αυτά· για αποχή όμως από την γυναίκα δεν μίλησε ποτέ… Και ο μακάριος (Παύλος) λέει: τίμιος ο γάμος και η κοίτη αμίαντος. Πουθενά δεν αποκαλεί τίμια την επιμέλεια των χρημάτων, αλλά το αντίθετο» [1]. Φανερώθηκε, λοιπόν, ο Θεός σε εμάς, έλαβε σάρκα και ψυχή ανθρώπινη, θυσιάστηκε για την δική μας σωτηρία και σκορπά απλόχερα την χάρη του στον κόσμο, προκειμένου να διδαχθούμε την αλήθεια, να μισήσουμε την ασέβεια και να επιδιώκουμε τα έργα της αγάπης και της δικαιοσύνης του Θεού. Καθώς κλείνει σήμερα ο κύκλος του Αγίου Δωδεκαημέρου, ας αναλογιστούμε όσα ο Απόστολος μάς διδάσκει, και ας αναθεωρήσουμε την ζωή μας και την κοσμοθεωρία μας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, με μετάνοια, με αγάπη και με σωφροσύνη, ώστε με την χάρη του Αγίου Πνεύματος να καταστούμε κοινωνοί των αιωνίων αγαθών. Αμήν.
[1] «Καὶ περὶ μὲν χρημάτων ὁ Χριστὸς πολλαχοῦ διέταξεν͵ ὥστε φεύγειν τὴν ἐντεῦθεν λύμην· περὶ δὲ ἀποχῆς γυναικὸς͵ οὐχ οὕτως. Ἄκουε γὰρ τί φησι περὶ χρημάτων· Ἐὰν μή τις ἀποτάξηται πᾶσιν αὑτοῦ τοῖς ὑπάρχουσιν. Οὐδαμοῦ εἶπεν͵ Ἐὰν μή τις ἀποτάξηται γυναικί· οἶδε γὰρ οἵαν ἐνέθηκε τὴν τυραννίδα. Καὶ ὁ μακάριος οὗτός φησι· Τίμιος ὁ γάμος͵ καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος. Οὐδαμοῦ τιμίαν τὴν τῶν χρημάτων ἐπιμέλειαν καλεῖ͵ ἀλλὰ τὸ ἐναντίον». PG 62.690
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. γ’ 13 – 17
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παραγίνεται ὁ ᾿Ιησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν ᾿Ιορδάνην πρὸς τὸν ᾿Ιωάννην, τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. Ὁ δὲ ᾿Ιωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. Τότε ἀφίησιν αὐτόν. Καὶ βαπτισθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς, ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ, ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν, καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· Καὶ ἰδοὺ, φωνὴ ἐκ τῶν Οὐρανῶν, λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, έρχεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη, προς τον Ιωάννη για να βαφτιστεί απ’ αυτόν. Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε λέγοντάς του «Εγώ έχω ανάγκη να βαφτιστώ από σένα κι έρχεσαι εσύ σ’ εμένα;» Ο Ιησούς όμως του αποκρίθηκε «Ας τ’ αφήσουμε τώρα αυτά, γιατί πρέπει να εκπληρώσουμε κι οι δυο μας ό,τι προβλέπει το σχέδιο του Θεού». Τότε ο Ιωάννης τον άφησε να βαφτιστεί. Βαφτίστηκε λοιπόν ο Ιησούς κι αμέσως βγήκε από το νερό. Κι αμέσως άνοιξαν γι’ αυτόν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού σαν περιστέρι να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω του. Ακούστηκε τότε μια φωνή από τα ουράνια που έλεγε: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου»
Σχολιασμός
Με την σημερινή μεγάλη Δεσποτική εορτή της Χριστιανοσύνης, τα Άγια Θεοφάνεια, ολοκληρώνεται ο εορτολογικός κύκλος του Αγίου Δωδεκαημέρου.
Είναι γνωστό ότι στην πρώτη Εκκλησία την ίδια μέρα, 6 Ιανουαρίου, γιόρταζαν μαζί την εορτή των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων. Οι γιορτές αυτές χωρίστηκαν κατά τον 4ο αιώνα, οπότε τα Χριστούγεννα μεταφέρθηκαν στις 25 Δεκεμβρίου, την ημέρα που οι Εθνικοί γιόρταζαν τον Θεό Ήλιο και οι χριστιανοί τον νοητό Ήλιο της δικαιοσύνης. Η ημέρα των Θεοφανείων λέγεται όμως και ημέρα των φώτων όπως την χαρακτηρίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΛΘ΄ «Εις τα Άγια Φώτα»), λόγω του βαπτίσματος, του φωτισμού των κατηχουμένων και λόγω της φωταψίας. Η λέξη Θεοφάνεια προέρχεται από το αποστολικό χωρίο «Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσι, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη» (Α Τιμ. γ΄ 16) και έχει περισσότερο σχέση με την Γέννηση του Χριστού. Η λέξη Επιφάνεια προέρχεται από το αποστολικό χωρίο «επεφάνη η Χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις…» (Τιτ. β΄ 11) και αναφέρεται περισσότερο στην Βάπτιση του Χριστού, γιατί τότε οι άνθρωποι γνώρισαν την χάρη της θεότητας. Με την εμφάνιση της Αγίας Τριάδος και την ομολογία του Τιμίου Προδρόμου έχουμε την επίσημη ομολογία ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ο «είς της Τριάδος», ο οποίος ενανθρώπησε για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους από την αμαρτία τον διάβολο και τον θάνατο.
Αφού λοιπόν ο Υιός και Λόγος του Θεού ενδύθηκε τον παλαιό Αδάμ, δηλαδή έγινε άνθρωπος, και αφού εκτέλεσε όλα τα επιβαλλόμενα από τον ιουδαϊκό Νόμο, πήγε στον Ιωάννη, για να βαπτισθεί. Όχι γιατί ο ίδιος το είχε ανάγκη, αλλά για να ξεπλύνει την ανθρώπινη φύση από την ντροπή της αμαρτίας του Αδάμ και να ενδύσει τη γυμνότητά της με την πρώτη στολή που αστραποβολά τη θεϊκή λάμψη. Ο Ιωάννης κήρυττε το βάπτισμα της μετάνοιας και έτρεχε προς αυτόν ολόκληρη η Ιουδαία. Ο Κύριος κηρύττει το βάπτισμα της υιοθεσίας και ποιος από αυτούς που έχουν ελπίσει σε Αυτόν δεν θα υπακούσει; Το βάπτισμα εκείνο (του Ιωάννου) ήταν η εισαγωγή, το βάπτισμα αυτό (του Κυρίου) είναι το τελειωτικό. Εκείνο ήταν η αποχώρηση από την αμαρτία, αυτό είναι η οικείωση με τον Θεό.
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ματθαίο από τον οποίο διαβάζεται η ευαγγελική περικοπή, ο Ιησούς Χριστός έρχεται από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη ποταμό με μοναδικό σκοπό την συνάντηση του με τον Ιωάννη ώστε «βαπτισθήναι υπ’ αυτού».
Με την ενέργειά του αυτή ο Χριστός θέλει να φανερώσει εκτός των άλλων και ότι με δική του προσωπική θέληση και απόφαση έρχεται και υποτάσσεται στο θέλημα του Πατρός και ταπεινά μετέχει στα ανθρώπινα. Αν και κατά τη διαβεβαίωση του Βαπτιστή, ο Ιησούς δεν είχε «χρείαν» ούτε για βάπτισμα, ούτε πολύ περισσότερο για άφεση αμαρτιών, αφού ήταν αναμάρτητος, εντούτοις προσέρχεται «του βαπτισθήναι υπ’ αυτού» και του «πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην» (στ. 15).
Η όλη περιγραφή της συνάντησης Ιησού και Ιωάννη δεν αφήνει περιθώρια για τη δημιουργία της εντύπωσης ότι οι δύο άνδρες ήταν εντελώς άγνωστοι μεταξύ τους και ότι δεν θα είχαν προηγηθεί κάποια άλλη ή πολλές άλλες συναντήσεις πριν από αυτή της βάπτισης. Αντίθετα, μάλιστα, με την εμφάνιση του Ιησού μπροστά στον Ιωάννη και στο σημείο ακριβώς εκείνο του ποταμού όπου βάπτιζε τους προσερχόμενους μετανοούντες, βλέπουμε τον Βαπτιστή ν’ αντιδρά έντονα στη θέα του Ερχόμενου και στη διάθεσή του να δεχθεί «βάπτισμα μετανοίας».
Η όλη σκηνή φανερώνει μάλλον δύο πολύ γνώριμους μεταξύ τους άνδρες, που ενώ ο ένας επιμένει στο σκοπό της άφιξής του, ο άλλος αντιδρά, διότι «γνωρίζει» καλά τον προσερχόμενο και λέει: «εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;» (στ. 14). Αλλά όπως αποκαλύπτει ο Ιησούς, «ούτως γαρ πρέπον εστίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην». (στ. 15)
Έτσι ο Ιωάννης πειθαρχεί και υποτάσσεται στο «πρέπον» της θείας Οικονομίας και «αναγκάζεται» να βαπτίσει τον νέο Ραββί, χωρίς ασφαλώς τη διαδικασία της εξομολόγησης των αμαρτιών, όπως συνέβαινε με όλους τους άλλους. Ο Ιησούς εισέρχεται στα νερά του Ιορδάνη, βαπτίζεται και «ο βαπτισθείς ευθύς ανέβη από του ύδατος», χωρίς καμία άλλη ενέργεια ή πράξη (στ. 16). Αυτό το «ευθύς ανέβη» της περίπτωσης του Ιησού κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο είναι ιδιαίτερα ενδεικτικό και μοναδικό, γιατί όπως ξέρουμε σε όλες τις άλλες περιπτώσεις βαπτίσεων παρουσιαζόταν μεγάλη καθυστέρηση και χρονοτριβή, αφού γινόταν εκτεταμένη αναφορά στη ζωή του βαπτιζομένου και σχετική «δημόσια» εξομολόγηση. Αυτό το «ευθύς ανέβη» υπογραμμίζεται με έμφαση και από την ιδιαίτερα περιληπτική διήγηση του αρχαιότερου των Ευαγγελίων, εκείνου του Μάρκου (Μρκ. α΄ 10). Και τούτο, γιατί η εξομολόγηση των αμαρτιών γινόταν κατά τη διάρκεια της παραμονής του υποψηφίου εντός του ύδατος, είτε αμέσως με την είσοδό του στον Ιορδάνη είτε κατά την «τελετή» της βάπτισης. Για τον Ιησού υπογραμμίζεται από όλη την ευαγγελική παράδοση, ότι με την είσοδό του στα νερά του ποταμού «ευθύς ανέβη από του ύδατος» (Ματθ. γ΄ 16) ή «ευθύς αναβαίνων εκ του ύδατος…» (Μαρκ. α΄ 10), για να γίνει σαφής διαστολή από όλες τις άλλες βαπτίσεις που έκανε ο Ιωάννης προς «άπαντα τον λαόν» (Λουκ. γ΄ 21).
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει πως το βάπτισμα του Ιησού δεν είχε καμιά σχέση με αυτό που αποκαλούμε «άφεσιν των αμαρτιών». Δεν έχουμε πράξη εξομολόγησης, γιατί δεν έχουμε προσωπικές αμαρτίες, αλλά το βάπτισμα του Ιησού έχει μεγάλη σχέση με τη σωτηρία του κόσμου και βαθύτατη σημασία για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Ο Ιησούς ήταν αναμάρτητος αλλά έγινε «αμνός του Θεού» που πήρε επάνω του όλες τις αμαρτίες των ανθρώπων (Ιωαν. α΄ 29 • α΄ 36). Έτσι το βάπτισμα του Ιορδάνη «προτυπώνει» και προαναγγέλλει το άλλο «βάπτισμα» του Ιησού, το θυσιαστικό του θανάτου του πάνω στο σταυρό (Μαρκ. ι΄ 38• Λουκ. ιβ΄ 50), όπου κατ’ ουσιαστικό τρόπο πραγματοποιήθηκε όχι μόνο η «άφεσις των αμαρτιών ημών» αλλά και η λύτρωση του κόσμου. Η δημόσια δράση και ζωή του Ιησού, βλέπουμε ότι πλαισιώνεται μεταξύ δύο ειδών βαπτίσματος, του πρώτου «ύδατι» και του δευτέρου «πυρί», δηλαδή μεταξύ ταπείνωσης, θυσίας και μαρτυρίου.
Κατά την Βάπτιση του Κυρίου φάνηκε ο Υιός Θεός, αλλά αποκαλύφθηκε και η Αγία Τριάδα, όπως χαρακτηριστικά ψάλλει και ο υμνωδός στο απολυτίκιο της εορτής: «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις». Ο Υιός βαπτιζόταν, του Πατρός η φωνή ακουγόταν και το Άγιο Πνεύμα κατερχόταν «εν είδει περιστεράς». Η μαρτυρία του Θεού Πατέρα για τον Υιό του φανερώνει ότι ο Υιός είναι «απαύγασμα της δόξης του Πατρός», αφού κοινή είναι η ουσία και η ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Η εμφάνιση τώρα του Αγίου Πνεύματος «σαν περιστέρι» μας δείχνει ότι το Άγιο Πνεύμα δεν ήταν περιστέρι, αλλά φάνηκε σαν περιστέρι και αυτό λέγεται διότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι κτιστό αλλά άκτιστο όπως και τα άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το ότι το Άγιο Πνεύμα μαζί με την φωνή του Πατρός κάθισε πάνω στον Χριστό δείχνει το ομοούσιο των προσώπων της Αγίας Τριάδος, καθώς επίσης φανερώνει ότι ο Μεσσίας δεν ήταν ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, αλλά ο Χριστός.
Μόλις ο Χριστός βαπτίσθηκε, αγίασε όλη την φύση των υδάτων και έθαψε μέσα στα ρείθρα του Ιορδάνη, κάθε αμαρτία των ανθρώπων. Έτσι λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ανακαίνισε και ανέπλασε τον παλαιωθέντα από την αμαρτία άνθρωπο και του χάρισε την ουράνια Βασιλεία. Αυτή η ενότητα ουρανού και γης, φανερώθηκε κατά την Βάπτιση του Χριστού καθώς «ανεώχθησαν οι ουρανοί». Το «καί ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί» του ευαγγελιστή Ματθαίου και το «είδε σχιζομένους τους ουρανούς» του ευαγγελιστή Μάρκου δηλώνουν την υπεροχή του άκτιστου έναντι του κτιστού, αλλά και την αποκατάσταση «άνοιγμα» της σχέσης Θεού και ανθρώπων μετά το “κλείσιμο” από την αμαρτία. Ο κατερχόμενος στον Ιορδάνη Θεάνθρωπος συντρίβει τις κεφαλές των αοράτων δρακόντων και ελευθερώνει το ανθρώπινο γένος από την εξουσία τους. Με τη Βάπτισή Του στον Ιορδάνη, ο Χριστός μας εξάγει από τη σκιά του νόμου και μας εισάγει στην καινή Χάρη.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ερμηνεύοντας την φράση «εν ω ευδόκησα» γράφει πώς το θέλημα του Θεού είναι ένα, αλλά άλλοτε ενεργεί κατ’ ευδοκία, αφού το θέλει ο Θεός και άλλοτε κατά παραχώρηση. Ο Θεός είδε ότι θα γινόταν η πτώση του ανθρώπου, δεν τον έπλασε γι’ αυτήν αλλά τελικά την παραχώρησε, γιατί το θέλησε ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο Θεός δεν καταργεί την ελευθερία του ανθρώπου. Έτσι άλλο το κατ’ ευδοκίαν θέλημα του Θεού και άλλο το κατά παραχώρηση. Μ’ αυτό το σκεπτικό η επιβεβαίωση του Πατρός «ούτός εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» έδειχνε ότι η ενανθρώπηση ήταν το κατ’ ευδοκία θέλημα του Θεού.
Σήμερα όλες οι εκκλησίες κατακλύστηκαν ασφυκτικά από πιστούς που προσήλθαν για να γεμίσουν την ψυχή τους από ιερά συναισθήματα που αναπτερώνουν την εκκλησιαστική μας ζωή. Όλοι αναζητούμε ένα γνήσιο θεοκεντρικό ανθρωπισμό και όχι από ένα κάλπικο ανθρωποκεντρικό ανθρωπισμό. Αυτό όμως απαιτεί αναβάθμιση στα ιορδάνεια ρείθρα και αγώνα να ζήσουμε «σωφρόνως και δικαίως με τη χάρη του επιφανέντος Χριστού».
Καλή και ευλογημένη η νέα χρονιά που ανέτειλε πριν λίγες μέρες! Καλή φώτιση στη ζωή μας, στην κοινωνία μας, στην πατρίδα μας!