Αποστολικό Ανάγνωσμα: Β’ Κορ. Ια΄ 31-12,9
Πρωτότυπο Κείμενο
«Αδελφοί, ο Θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οίδεν, ο ων ευλογητός εις τους αιώνας, οτι ου ψεύδομαι. Εν Δαμασκώ ο εθνάρχης Αρέτα του βασιλέως εφρούρει την Δαμασκηνών πόλιν πιάσαι με θέλων, και δια θυρίδος εν σαργάνη εχαλάσθην δια του τείχους και εξέφυγον τας χείρας αυτού. Καυχάσθαι δη ου συμφέρει μοι˙ ελεύσομαι γαρ εις οπτασίας και αποκαλύψεις Κυρίου. Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ προ ετών δεκατεσσάρων˙ είτε εν σώματι ουκ οίδα, είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν˙ αρπαγέντα τον τοιούτον εως τρίτου ουρανού. Και οίδα τον τοιούτον άνθρωπον˙ είτε εν σώματι είτε εκτός του σώματος, ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν, οτι ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι. Υπέρ του τοιούτου καυχήσομαι, υπέρ δε εμαυτού ου καυχήσομαι ει μη εν ταις ασθενείαις μου. Εαν γαρ θελήσω καυχήσασθαι, ουκ έσομαι άφρων˙ αλήθειαν γαρ ερώ˙ φείδομαι δε μη τις εις εμέ λογίσηται υπέρ ο βλέπει με ή ακούει τι εξ εμού. Και τη υπερβολή των αποκαλύψεων ινα μη υπεραίρομαι, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρωμαι. Υπέρ τούτου τρις τον Κύριον παρεκάλεσα ίνα αποστή απ’ έμου˙ και ειρηκέ μοι˙ Αρκεί σοι η χάρις μου˙ η γαρ δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται. Ήδιστα ούν μάλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου, ίνα επισκηνώση επ’ εμέ η δύναμις του Χριστού».
Νεοελληνική Απόδοση
«Αδελφοί, ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ας είναι ευλογημένο το όνομα του στους αιώνες, ξέρει οτι δεν λέω ψέματα. Στη Δαμασκό, ο διοικητής-εκπρόσωπος του βασιλιά Αρέτα έβαλε φρουρούς σε όλη την πόλη για να με συλλάβει. Μέσα όμως από ένα άνοιγμα του τείχους με κατέβασαν με καλάθι και ξέφυγα από τα χέρια του. Δεν με συμφέρει βέβαια να καυχηθώ, θα το κάνω όμως, γιατί πρόκειται για οράματα κι αποκαλύψεις που μου χάρισε ο Κύριος. Ξέρω έναν άνθρωπο πιστό, ο οποίος πρίν από δεκατέσσερα χρόνια ανυψώθηκε μέχρι και τον τρίτο ουρανό, δεν ξέρω αν ήταν με το σώμα του η χωρίς το σώμα, αυτό ο Θεός το ξέρει. Ξέρω ότι αυτός ο άνθρωπος, ήταν με το σώμα ή χωρίς το σώμα δεν το ξέρω, ο Θεός το ξέρει, μεταφέρθηκε ξαφνικά στον παράδεισο κι άκουσε λόγια που δεν μπορεί ούτε επιτρέπεται να τα πει άνθρωπος. Γι’ αυτόν τον άνθρωπο θα καυχηθώ, για τον εαυτό μου όμως δεν θα καυχηθώ, παρά μόνο για τις ταλαιπωρίες μου. Άμα θελήσω, λοιπόν, να καυχηθώ, δεν θα φανώ ανόητος, γιατί θα πω την αλήθεια. Το αποφεύγω όμως, μήπως εξαιτίας του μεγαλείου των αποκαλύψεων, με θεωρήσει κανείς παραπάνω απ’ αυτό που βλέπει ή ακούει από μένα. Για να μην υπερηφανεύομαι όμως, ο Θεός μου έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα μου, έναν υπηρέτη του σατανά να με ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύομαι. Γι’ αυτό το αγκάθι τρείς φορές παρακάλεσα τον Κύριο να το διώξει από πάνω μου. Η απάντησή του ήταν: «Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’ αυτή την αδυναμία σου». Με περισσότερη ευχαρίστηση, λοιπόν, θα καυχηθώ για τις ταλαιπωρίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού».
Σχολιασμός
Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από την Β’ προς Κορινθίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Η επιστολή αυτή γράφτηκε γύρω στο 56 μ.Χ., καθώς ο Απόστολος Παύλος βρισκόταν στην Μακεδονία και διακατέχεται από ένα ύφος πιο συναισθηματικό από τις υπόλοιπες επιστολές του. Αυτό το κάνει για να στηρίξει την πίστη των χριστιανών της Κορίνθου, ως προς το αποστολικό του αξίωμα, την οποία προσπαθούσαν να κλονίσουν οι ιουδαϊζοντες χριστιανοί. Αυτοί προσποιούνταν ότι έκαναν έργο όπως οι απόστολοι αλλά στην πραγματικότητα ήταν ψευδαπόστολοι, απατεώνες, άνθρωποι που μεταμφιέζονταν σε αποστόλους του Χριστού. Αυτοί διασπούσαν την ενότητα μεταξύ των χριστιανών. Ο Απόστολος Παύλος για να διαφυλάξει την ενότητα των χριστιανών και το κύρος του αποστολικού του αξιώματος γράφει αυτή την Επιστολή όπου εκθέτει τις κακοπάθειες που υπέστη για χάρη του Ευαγγελίου, αλλά και τις αποκαλύψεις τις οποίες είχε δεχθεί.
Μέσα από τη συγκεκριμένη αποστολική περικοπή ο Απόστολος Παύλος περιγράφει το πως κατάφερε να διασωθεί από τη Δαμασκό όταν καταδιώκονταν από τον εθνάρχη Άρετα. Ακολούθως κάνει λόγο για κάποιες ουράνιες αποκαλύψεις, που αξιώθηκε να έχει από τον Κύριο και δεν είχε ποτέ μιλήσει σε κανένα για 14 ολόκληρα χρόνια και τελειώνει λέγοντας για κάποιο αγκάθι που του δόθηκε στο σώμα για να τον ταλαιπωρεί και να μην πέφτει στην υπερηφάνεια.
Πριν ξεκινήσει να γράφει αυτά που γράφει πιο κάτω ξεκινά με μια επίκληση προς τον Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτό το κάνει για να διαλύσει κάθε είδους αμφιβολία που είχαν διασπείρει κάποιοι ψευδαπόστολοι ανάμεσα στους χριστιανούς της Κορίνθου, ως προς την αποστολική του ιδιότητα. Το κάνει ακόμη για να μας δείξει ότι δεν λέει ψέματα για αυτά που θα μιλήσει παρακάτω. Αυτά αποτελούν προσωπικές αποκαλύψεις του Κυρίου προς αυτόν για τις οποίες μόνο αυτός που τις είχε δεχθεί μπορούσε να μιλήσει για αυτές.
Καθώς βρισκόταν στην Δαμασκό ο Απόστολος Παύλος κινδύνευσε να συλληφθεί από τον βασιλιά Αρέτα. Γι’ αυτό το περιστατικό διαβάζουμε εκτενέστερα στο 9ον κεφάλαιο του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων. Εκεί βλέπουμε ότι προκαλούσε σύγχυση ανάμεσα στους Ιουδαίους οι οποίοι τον άκουγαν και έμεναν κατάπληκτοι καθώς αυτοί περίμεναν να καταδιώξει τους χριστιανούς όπως έκανε και προηγουμένως. Αντί όμως αυτού τους αποδείκνυε ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προκαλέσει την οργή τους και να προσπαθήσουν να τον σκοτώσουν. Με τη βοήθεια όμως των πιστών που κατοικούσαν στην Δαμασκό κατάφερε να διαφύγει τη σύλληψη. Οι εκεί χριστιανοί τον έβαλαν μέσα σε ένα χοντρό ψάθινο καλάθι με στερεή βάση από κάτω και τον κατέβασαν με σχοινιά από ένα παράθυρο του τείχους. Έτσι κατάφερε να διαφύγει από τα φονικά σχέδια του βασιλιά Αρέτα και να συνεχίσει το έργο που του είχε αναθέσει ο Κύριος, τον ευαγγελισμό των εθνών.
Βλέποντας τους ψευδαπόστολους να προσπαθούν να κλονίσουν την εμπιστοσύνη των χριστιανών της Κορίνθου προς το πρόσωπο του, προχωρά σε κάποιες αποκαλύψεις που έλαβε από τον Κύριο. Το κάνει αυτό για την ωφέλεια των πιστών, τονίζοντας ταυτοχρόνως ότι δεν είναι προς το συμφέρον του να καυχιέται, αλλά τώρα αναγκάζεται να το κάνει εξαιτίας των περιστάσεων. Με την καύχηση ο άνθρωπος προχωρά στη έπαρση και πέφτει στην υπερηφάνεια. Έτσι η καύχηση δεν βοηθά πνευματικά τον άνθρωπο αλλά τον καταστρέφει. Έχοντας μέσα του βαθιά ταπείνωση ο Απόστολος Παύλος μιλά σε τρίτο πρόσωπο, προσπαθώντας να δείξει ότι πρόκειται για κάποιον άλλο που δέχθηκε τις αποκαλύψεις και όχι για τον ίδιο. Για 14 χρόνια δεν είχε μιλήσει πουθενά για αυτές τις αποκαλύψεις που δέχθηκε και ούτε τώρα θα το έκανε αν δεν υπήρχε η ανάγκη να ωφεληθούν οι πιστοί της Κορίνθου.
Μέσα από την αρπαγή του στον παράδεισο έζησε μια ξεχωριστή εμπειρία που δεν μπορούμε να την εξηγήσουμε με τη λογική. Οι πραγματικότητες που βρίσκονται γύρω μας αδυνατούν να μας βοηθήσουν στην διαμόρφωση μιας εικόνας για πράγματα που βρίσκονται πιο πέρα από την ανθρώπινη αίσθηση. Εκεί στον παράδεισο άκουσε λόγια που δεν μπορεί ούτε επιτρέπεται να τα πει άνθρωπος. Η ανθρώπινη γλώσσα έχοντας γνώση των πραγματικοτήτων του παρόντος κόσμου, αδυνατεί να εκφράσει τα μυστήρια του Θεού, λόγω του ύφους και της ιερότητάς τους. Το ερώτημα που γεννιέται σε πολλούς, τι να άκουσε και να είδε ο Απόστολος Παύλος και δεν μπορούσε να το πει; Φανερώνει ότι η αποκάλυψη του Θεού που περιέχεται στην Αγία Γραφή είναι αρκετή, είναι όση χρειάζεται για τη σωτηρία μας. Αν χρειαζόταν κάτι περισσότερο θα μας το είχε αποκαλύψει. Πάνω σε αυτή την αποκάλυψη είχε οικοδομηθεί και η Εκκλησία, στην οποία πρέπει να στηρίζουμε με βεβαιότητα την πίστη και την ελπίδα μας.
Από τις μεγάλες αποκαλύψεις που είχε δεχθεί υπήρχε ο κίνδυνος να πέσει στην υπερηφάνεια. Έτσι ο Θεός επέτρεψε ένα αγκάθι στο σώμα του, ώστε να μην υπερηφανεύεται. Το τι ακριβώς ήταν αυτό το αγκάθι στο σώμα του που τον ταλαιπωρούσε, δεν γνωρίζουμε. Από τους ερμηνευτές άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι οι πειρασμοί και οι ταλαιπωρίες που συνάντησε στο έργο του, άλλοι ότι είναι διάφορα πρόσωπα τα οποία αντιστέκονται στην διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, ενώ κάποιοι άλλοι ότι πρόκειται για χρόνια ασθένεια. Για ό,τι και να είναι αυτό ο Απόστολος Παύλος μας λέει ότι παρακάλεσε τον Κύριο τρεις φορές να το απομακρύνει από αυτόν αλλά πήρε αρνητική απάντηση.
Ο Κύριος του απάντησε ότι :«σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμη μου αναδεικνύεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία». Η απάντηση αυτή μας φανερώνει την δύναμη του Κυρίου μέσα στην ανθρώπινη αδυναμία. Μέσα από τους πειρασμούς βλέπουμε τη χάρη του Κυρίου να μας δυναμώνει για να μπορέσουμε να τους αντέξουμε.
Αρκετές φορές στη ζωή μας υπερηφανευόμαστε για ασήμαντα κατορθώματα τα οποία έχουμε πετύχει. Ο Απόστολος Παύλος « ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπων λαλήσαι». Εντούτοις όμως δεν καυχιέται αλλά από ταπείνωση μιλά σε τρίτο πρόσωπο σαν να πρόκειται για άλλον άνθρωπο που δέχθηκε τις αποκαλύψεις. Αυτός αν θα υπερηφανευόταν, θα υπερηφανευόταν για τους διωγμούς, τις θλίψεις και τους πειρασμούς που πέρασε. Μέσα από τους διάφορους πειρασμούς, που συναντούμε στην ζωή μας φαίνεται πόσο μικροί και αδύναμοι είμαστε. Φεύγουμε από την υπερηφάνεια και τον εγωισμό ότι είμαστε σπουδαίοι και δυνατοί και δεν έχουμε κανέναν ανάγκη. Μακάρι και εμείς χωρίς υπερηφάνεια και ταπείνωση να υψώσουμε τα χέρια προς τον Κύριο και να ζητήσουμε την παντοδύναμη χάρη του, να μας στηρίξει για να αντιμετωπίσουμε τις θλίψεις και τους πειρασμούς με θάρρος και υπομονή.
Κυριακή Γ΄ Λουκά, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λκ. ζ’ 11-17 (7-10-2018)
Πρωτότυπο Κείμενο
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ».
Νεοελληνική Απόδοση
«Εκείνο τον καιρό, πήγε ο Ιησούς σε μια πόλη που λεγόταν Ναΐν. Μαζί του ήταν αρκετοί μαθητές του και πολύ πλήθος. Την ώρα που πλησίαζαν την πύλη της πόλης, βγάζανε ένα νεκρό, το μονάκριβο γιο μιας μάνας, που μάλιστα ήταν χήρα. Κόσμος πολύς από την πόλη τη συνόδευε. Όταν είδε τη χήρα ο Κύριος, τη σπλαχνίστηκε και της είπε: «Μην κλαις». Έπειτα προχώρησε, ακούμπησε τη σορό, και, αφού στο μεταξύ αυτοί που βαστούσαν το φέρετρο σταμάτησαν, είπε: «Νεαρέ, σε διατάζω να σηκωθείς». Ανακάθισε ο νεκρός κι άρχισε να μιλάει. Ο Ιησούς τότε τον παρέδωσε στη μητέρα του. Όλους τους κυρίεψε δέος και δόξασαν το Θεό λέγοντας: «Μεγάλος προφήτης εμφανίστηκε ανάμεσά μας!» και: «Ο Θεός ήρθε να σώσει το λαό του!»
Σχολιασμός
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στην Ανάσταση του μονάκριβου υιού μίας χήρας από τον Ιησού Χριστό στην πόλη Ναΐν. Το γεγονός αυτό εξιστορείται μόνο από τον ευαγγελιστή Λουκά. Ο Κύριος προηγουμένως βρισκόταν στην Καπερναούμ όπου είχε θεραπεύσει τον δούλο του Εκατοντάρχου. Στη συνεχεία, βρέθηκε στην μικρή πόλη της Ναΐν. Εισερχόμενος από την μοναδική πύλη της πόλης μαζί με τους μαθητές του και πλήθος λαού που τον ακολουθούσαν, βρέθηκαν ανάμεσα σε μία πομπή ενός νεαρού τεθνεώτος, του μονάκριβου υιού μιας χήρας. Η χήρα αντικατοπτρίζει τον άνθρωπο, ο οποίος που έχει πολλή θλίψη, γιατί έχασε πρώτα τον άντρα της και έπειτα τον μονάκριβο υιό της.
Ο Ιησούς Χριστός βλέποντας τον πόνο και την θλίψη της απαρηγόρητης μητέρας, ως Κύριος της ζωής και του θανάτου, παρακινήθηκε από την καλοσύνη και την αγαθότητα Του, επομένως σπλαχνίσθηκε και παρηγόρησε την χήρα. Εδώ ο Κύριος θέλει να δείξει ότι, στον πόνο και στις δυστυχίες μας, κυρίως για τις χήρες εάν οι άλλοι αδιαφορούν, ο Χριστός θα είναι στο πλευρό μας, θα μας αγκαλιάσει και θα μας προσφέρει την παρηγοριά Του και την ανιδιοτελή αγάπη Του. Έρχεται να δώσει ελπίδα. Ακολούθως, λέει στην χήρα «Μην Κλαίς» ξέροντας ότι το παιδί της θα αναστηθεί σίγουρα, εφόσον είναι Κύριος της ζωής. Επίσης, εδώ θέλει να τονίσει ότι η υπερβολική θλίψη στο χαμό ενός ανθρώπου μπορεί να οδηγήσει στην δυσπιστία και ολιγοπιστία. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι, οι νεκροί θα αναστηθούν «εν δόξη» κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Επομένως, να υποκύπτουμε στο θέλημα του Θεού και στην θεία πρόνοια Του πείθοντας τους εαυτούς μας με τον φωτισμό της πίστεως ότι αυτό που συνέβη ήταν θέλημα Θεού. Στη συνέχεια, ζήτησε να σταματήσουν την πομπή και να ανοίξουν το φέρετρο του νεαρού. Αξιοσημείωτο ότι, ο σε άλλη περίπτωση θα απέφευγε την δημόσια επιτέλεση νεκρανάστασης, όπως διαπιστώνεται και από την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου. Η ευσπλαχνία του όμως για την χήρα εξουδετέρωσε κάθε επιφύλαξη.
Ο Ιησούς Χριστός ακολούθως, μιλώντας στην σωρό του νεαρού φαίνεται να τον προστάζει λέγοντας «νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι» δηλαδή «νεαρέ, σε διατάζω, σήκω». Αξιοσημείωτο να αναφέρουμε ότι, οι ευαγγελιστές αναφέρουν ότι ο Κύριος επιτέλεσε τρεις νεκραναστάσεις στις οποίες φαίνεται να προστάζει τους νεκρούς α) Κόρη Ιαείρου όπου λέει «Η παις εγείρου», β) νεανίσκος χήρας «νεανίσκε, εγέρθητι» και γ) στον φίλο του Λάζαρο «Λάζαρε, δεύρο έξω». Αυτές οι μορφές προσταγής του Κυρίου εκφράζουν την δύναμη και εξουσία που έχει σε όλη την κτίση αλλά και στον θάνατο. Οι νεκραναστάσεις αυτές αντιτίθενται σε σχέση με αυτές της Παλαιάς Διαθήκης του προφήτη Ηλία (Γ’ Βασιλειών, ιζ’, 20) και Ελισαίου (Δ’ Βασιλειών δ’, 33).
Η διαφορά είναι ότι στις νεκραναστάσεις των προφητών προηγήθηκε έντονη προσευχή και φυσική επαφή για να χυθεί η ζωτική δύναμη στα νεκρά σώματα ενώ ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη με μία προσταγή έφερε στη ζωή τους νεκρούς. Εδώ φανερώνεται ότι, ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Μεσσίας ο οποίος ήλθε στον κόσμο για την σωτηρία των ανθρώπων Είναι η πηγή της ζωής και εξουσιαστής του θανάτου. Μας προετοιμάζει για το μεγαλύτερο θαύμα το οποίο επρόκειτο να συμβεί σύντομα με την δική Του νίκη επί του θανάτου και την Ανάσταση και Ανάληψη Του όπου θα μας χαρίσει την αιώνιο ζωή και θα μας απελευθερώσει από τα δεσμά του θανάτου.
Στη συνέχεια, ο νεαρός αναστήθηκε, ξύπνησε και μίλησε. Επομένως, ανήκε στον Ιησού. Ο Χριστός όμως λόγω της συμπάθειας του προς την θλίψη της χήρας της τον παραδίδει, ώστε να γίνει στήριγμα και παρηγοριά της ενδυναμώνοντας την πίστη της. Μετά το θαύμα φόβος (δέος) κυρίευσε τον λαό, αλλά ταυτόχρονα και δόξα προς τον Θεό γιατί αισθάνθηκαν την παρουσία της θείας δυνάμεως εν μέσω της αμαρτωλότητάς τους. Ο λαός έχοντας υπόψη του τις νεκραναστάσεις των δύο προφητών της Παλαιάς Διαθήκης αναφώνησε ότι ο Ιησούς είναι «Μέγας Προφήτης». «Μέγας» γιατί με ένα πρόσταγμα ανέστησε τον νεαρό νεκρό ενώ οι προφήτες μετά από συνεχή προσευχή. «Μέγας» όχι μόνο κατά την θεότητα αλλά και κατά την ανθρώπινη φύση όπως «Μέγας» είναι ο Θεός και Κύριος κατά την θεότητα και κατά την ανθρώπινη του φύση «Μέγας» ιερέας και προφήτης. Ο λαός ένοιωσε την παρουσία του Θεού μαζί του. Σε σχέση με άλλους προφήτες που εμφανίζονταν, πίστεψαν μετά το γεγονός αυτό ως αυτόπτες μάρτυρες, ότι ο Θεός τους επισκέφτηκε μετά από αρκετό καιρό μέσω ενός Μέγα προφήτη.
Έπειτα, διαδόθηκε στις γύρω περιοχές η φήμη για την νεκρανάσταση του υιού της χήρας και η έλευση του «Μεγάλου προφήτη», όπως αποκαλούσαν τον Ιησού Χριστό. Πολλοί άκουσαν και θαύμασαν το γεγονός, λίγοι όμως πίστεψαν πραγματικά την καλή αυτή αγγελία. Και ερχόμαστε στο σήμερα όπου πολλοί ακούνε το ευαγγέλιο και τον λόγο του Θεού, αλλά λίγοι ευωδιάζονται και πιστεύουν εκ βάθους καρδίας.