Κυριακή ΙΕ’ Επιστολών, Αποστολικό Aνάγνωσμα: Β’ Κορ. δ΄ 6-15
(03-10-2021)
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, ο Θεός που είπε μέσα από το σκοτάδι να λάμψει φως, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας και μας φώτισε να γνωρίσουμε τη δόξα του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλλά εμείς που έχουμε αυτόν το θησαυρό είμαστε σαν τα πήλινα δοχεία· έτσι γίνεται φανερό πως η υπερβολική αξία του θησαυρού αυτού προέρχεται από το Θεό κι όχι από μας. Αν και μας πιέζουν από παντού, δε μας καταβάλλουν. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δε μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δε χάνουμε τον αγώνα. Συνεχώς υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας έτσι στο θάνατο του Κυρίου Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού. Δηλαδή είμαστε ζωντανοί, αλλά εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό μας σώμα η ζωή του Ιησού. Έτσι, εμάς μας απειλεί συνεχώς ο θάνατος, ενώ εσείς κερδίζετε τη ζωή. Έχουμε, λοιπόν, την ίδια εμπιστοσύνη στο Θεό, που αναφέρει η Γραφή: Εμπιστεύτηκα τον εαυτό μου στο Θεό, γι’ αυτό και μίλησα. Κι εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό, γι’ αυτό και κηρύττουμε. Ξέρουμε ότι ο Θεός, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού, θα αναστήσει και εμάς δια του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά του μαζί σας. Όλα, λοιπόν, γίνονται για σας. Έτσι, όσο πιο πολλοί δεχτούν τη χάρη, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς το Θεό.
Σχολιασμός
Στο συγκεκριμένο αποστολικό ανάγνωσμα γίνεται λόγος για τις επερχόμενες θλίψεις και το θάνατο που έχει να αντιμετωπίσει στη ζωή του ο άνθρωπος. Ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι οι θλίψεις δεν πρέπει να μας ρίχνουν κάτω, δεν πρέπει να χάνουμε τον αγώνα της ζωής. Μέσα από το σκοτάδι θα λάμψει το φως και έτσι θα γνωρίσουμε τη δόξα στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας δεν πρέπει να απελπιζόμαστε ακόμα κι αν βρισκόμαστε σε αδιέξοδο έστω κι αν ακόμα μας καταδιώκουν οι θλίψεις και οι πειρασμοί της ζωής. Ο Θεός όμως ποτέ δεν μας εγκαταλείπει.
Ωστόσο οι άνθρωποι που πορεύονται στο δρόμο του Θεού θα πρέπει να τον ευχαριστούν για όλες τις θλίψεις που τους βρίσκουν και να ξέρουν ότι ο Κύριο μεριμνά διαρκώς για μας. Δεν πρέπει να αποφεύγουμε τις θλίψεις διότι βοηθούμενοι από αυτές μαθαίνουμε την αλήθεια και την αγάπη του Θεού. Δεν πρέπει να φοβόμαστε τους πειρασμούς διότι μέσα σ’ αυτούς βρίσκουμε το θησαυρό. Γι’ αυτό προσευχόμαστε να μη εισέλθουμε στους ψυχικούς και τους σωματικούς πειρασμούς. Πρέπει να ετοιμαζόμαστε να τους αντιμετωπίσουμε με όλη τη δύναμη, γιατί χωρίς τους πειρασμούς δεν φανερώνεται η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο. Οι πατέρες της ερήμου έλεγαν: «Άρον τους πειρασμούς· και τις σωθήσεται;» Γιατί όπως αναφέρει σε άλλη περίπτωση ο Απόστολος Παύλος: «η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς ου καταισχύνει, ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν» (Ρωμ. 5:3-5). Η πορεία δια των θλίψεων και του θανάτου έχει πάντοτε για τον πιστό την προοπτική της ελπίδος που εμπνέει η αγάπη του Θεού. Διότι ανάλογα με τη λύπη που δοκιμάζουμε είναι και η παρηγοριά που δεχόμαστε.
Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, μας δίνει ο Θεός τη δύναμη να υπομένουμε τις συμφορές. Κατά το μέτρο της υπομονής μας το βάρος των θλίψεων γίνεται πιο ελαφρύ και έτσι έρχεται η θεία παρηγοριά και αυξάνεται η αγάπη προς το Θεό. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να γευθεί και να εκτιμήσει το καλό αν προηγουμένως δε δοκιμάσει την πίκρα από τους πειρασμούς. Οι άνθρωποι τότε έρχονται σε αληθινή επίγνωση, όταν ο Θεός τους στερήσει τη δύναμή του και τους κάνει να συναισθανθούν την ανθρώπινη αδυναμία και τη δυσκολία που προκαλούν οι πειρασμοί, αφού αντιλαμβάνονται ότι χωρίς τη δύναμη του Θεού είναι ανίσχυροι μπροστά σε οποιοδήποτε πάθος. Είναι δυνατό, με τη χάρη του Θεού, μέσα από όλες αυτές τις αρνητικές εμπειρίες να αποκτήσουμε αληθινή ταπείνωση, να δοκιμάσουμε την υπομονή μας και δια της προσευχής να καλλιεργήσουμε περισσότερο τη σχέση μας με το Θεό.
Παράλληλα όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται τον πόνο της απώλειας, του θανάτου. Όμως, όποιος πραγματικά κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών ούτε και τον θάνατο θα θεωρήσει σαν θάνατο. Ο δίκαιος που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και προσδοκεί «ανάστασιν νεκρών» και τη μετοχή στη βασιλεία του Θεού δεν απελπίζεται μπροστά στο γεγονός του θανάτου, γιατί βιώνει την πραγματικότητα της νίκης κατά του θανάτου που ο Κύριος ετέλεσε διά της Αναστάσεώς του. Καθότι, κατά τον απόστολο Παύλο «ημείς πιστεύομεν, διο και λαλούμεν, ειδότες ότι ο έγειρας τον Κύριον Ιησούν και ημάς δια Ιησού εγέρει».
Επιπλέον, η μνήμη θανάτου προξενεί στο χριστιανό την υπομονή σε κάθε θλίψη, έτσι όχι μόνο δεν γογγύζει στις δοκιμασίες και αδικίες του προσωρινού αυτού κόσμου, αλλά ευχαριστεί το Θεό που με τα μέσα αυτά του εξασφαλίζει την αιώνια ζωή. Η μελέτη του θανάτου είναι η καλύτερη προετοιμασία για τη αναχώρηση από τη ζωή αυτή.
Κυριακή Β΄ Λουκά, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λκ. στ΄ 31-36
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος· καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος: «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς. Γιατί, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν. Κι αν κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας κάνουν καλό, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Αν δανείζετε σ’ όσους ελπίζετε να σας τα επιστρέψουν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν στους ομοίους τους για να τα πάρουν πίσω. Αντίθετα, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα. Έτσι, ο Θεός, που είναι καλός ακόμα και με τους αχάριστους και τους κακούς, θα σας ανταμείψει με το παραπάνω και θα σας κάνει παιδιά του. Να είστε λοιπόν σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι κι ο Θεός Πατέρας σας».
Σχολιασμός
Η σημερινή Κυριακή είναι η δεύτερη κατά σειρά στον λειτουργικό κύκλο της Εκκλησίας κατά την οποία διαβάζονται Ευαγγελικές περικοπές από το κατά Λουκάν ιερό Ευαγγέλιο.
Το σημερινό ανάγνωσμα μικρό σε έκταση ταυτοχρόνως όμως με βαθιά μηνύματα, αποτελεί απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Ιησού Χριστού, όπου ο Κύριος αναπτύσσει αυτό που οι πατέρες στην συνέχεια ονόμασαν «χρυσό κανόνα» της χριστιανικής ζωής. Τα λόγια αυτά του Χριστού, μοιάζουν σαν μια γροθιά στην ανθρώπινη φύση του ανθρώπου, ακούγονται σχεδόν εξωπραγματικά, έχουν να κάνουν μ’ ένα άνθρωπο ο οποίος είναι πέρα και πάνω από τις ίδιες του τις αδυναμίες. «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ΄ αυτούς». στ.31 Μια τέτοια στάση δεν είναι απλώς ένας κανόνας καλής εξωτερικής και τυπικής συμπεριφοράς, ένα απλό πλαίσιο, αλλά στάση ζωής. Όπως προείπε ο Προφήτης Ησαίας ότι «λόγον συντετμημένον δώσει Κύριος επί της γης» (Ησ.10:25), πράγματι σε αυτόν τον ένα και σύντομο λόγο συμπεριλαμβάνεται κάθε αρετή, κάθε εντολή, σχεδόν κάθε καλή πράξη και γνώμη. Γι’ αυτό και κατά τον Ευαγγελιστή Ματθαίον, αφού προέταξε αυτό ο Κύριος, πρόσθεσε «ούτος γαρ εστίν ο νόμος και οι προφήται» (Μτθ. 7:12). Πράγματι, σε άλλο σημείο συγκεφαλαιώνοντας, είπε πώς σε δύο εντολές, στην αγάπη προς τον Θεόν και προς τον πλησίον «κρέμονται όλος ο νόμος και οι προφήται».
Δυστυχώς όπως πολύ συχνά συμβαίνει, οι άνθρωποι εκλαμβάνουν την διδασκαλία του Χριστού και την παραποιούν προσαρμόζοντάς την στα δικά τους μέτρα και προς ίδιο προσωπικό όφελος. Οι άνθρωποι δεν μπορούν; ή δεν θέλουν θα λέγαμε καλύτερα να δουν το βάθος και το μεγαλείο των λόγων του Κυρίου και κάνουν πνευματικές εκπτώσεις και συμβιβασμούς, πολλές φορές αντιστρέφοντας πλήρως το ευαγγελικό μήνυμα.
Κάτι ανάλογο συνέβη και εδώ με τον «χρυσό κανόνα». Οι περισσότεροι τον ερμηνεύουν κατά τρόπον ωφελιμιστικό. Εάν θέλουμε να μας αγαπούν, να μας εκτιμούν και να μας εξυπηρετούν οι άλλοι, και εμείς οφείλουμε να πράττουμε το ίδιο. Όμως αυτή η αντίληψη προδίδει έλλειψη αγάπης και φανερώνει υπολογιστικό και χρησιμοθηρικό χαρακτήρα στις συμπεριφορές των ανθρώπων, εφ’ όσον εισάγει το κριτήριο της συναλλαγής και της αναμονής ανταποδώσεως.
Όμως, ο Κύριος σαφώς δεν εννοεί κάτι τέτοιο. Και αυτό φαίνεται στην συνέχεια του ιερού Ευαγγελίου όπου, αφού διετύπωσε τον «χρυσό κανόνα», έρχεται και εξηγεί το νόημά του και τον τρόπο εφαρμογής του με συγκεκριμένα παραδείγματα. «Και αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, και αν αγαθοποιείτε σε όσους σας ανταποδίδουν το αγαθό, και αν δανείζετε σε όσους προσμένετε να σας ανταποδώσουν τα ίσα, τι το ιδιαίτερο κάνετε και ποιά χάρη περιμένετε να λάβετε από τον Θεόν; Και οι αμαρτωλοί άνθρωποι τα ίδια πράττουν».
Έτσι λοιπόν ο Χριστός διασαφηνίζει ότι ο «χρυσός κανόνας» συμπεριφοράς δεν σημαίνει ανταποδοτικότητα ή προσμονή προσωπικής ωφελείας, αλλά κάτι πολύ ανώτερο και διαφορετικό από τα συνηθισμένα ανθρώπινα μέτρα. Και εξηγεί ο Χριστός τι εννοεί στην συνέχεια: «πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες διότι έσται ο μισθός υμών πολύς και έσεσθε υιοί του υψίστου».
Εάν πράττουμε και ενεργούμε όπως οι πολλοί άνθρωποι, δεν κάνουμε κάτι το ιδιαίτερο η διαφορετικό ώστε να αναμένουμε την χάριν του Θεού. Όταν όμως η εκδήλωση της αγάπης μας ξεπερνά το συνηθισμένο και ωφελιμιστικό κίνητρο, τότε είναι αξιέπαινη και ευρίσκει χάριν ενώπιον του Θεού. Τέτοιου είδους συμπεριφορές και πράξεις αγάπης προσιδιάζουν στους χριστιανούς, διότι αυτοί ως τέκνα του Υψίστου ομοιάζουν σε Αυτόν, καθώς και ο Θεός φανερώνεται «χρηστός επί τους αχαρίστους και πονηρούς». Αυτό αποτελεί και το βαθύτερο νόημα των λόγων του Χριστού.
Για μία ακόμη φορά, ο Κύριος μας καλεί να υπερβούμε τα όριά μας, να ξεπεράσουμε τον εγωισμό και το στενό υπολογιστικό συμφέρον, και να επιδείξουμε ανωτέρα πνευματική συμπεριφορά, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Μία τέτοια συμπεριφορά προϋποθέτει να μπορούμε να αγαπούμε με τρόπο γνήσιο και θυσιαστικό ακόμη και τους εχθρούς μας, ακόμη και εκείνους τους δύστροπους χαρακτήρες που μας δυσκολεύουν την καθημερινότητά μας, ακόμη και να υπομείνουμε κάποια αδικία εις βάρος μας.
Ο Κύριος μας ζητεί να επιδείξουμε αληθινή αγάπη και γνήσιο ενδιαφέρον για τους άλλους, μιμητές γενόμενοι του Θεού. «Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστι». (στ. 36)