Ο άγιος Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και Άννα η Προφήτιδα, Άγιοι Σταμάτιος και Ιωάννης οι αυτάδελφοι και ο συνοδίτης αυτών Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ ΣπετσώνΑπευθείας Μετάδοση από το Μετόχιο της Ιεράς Μονής Κύκκου, Άγιος Προκόπιος
(Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013)
ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΘΕΟΔΟΧΟΣ
Ο άγιος Συμεών ονομάζεται Θεοδόχος, επειδή προϋπάντησε στον Ναό τον Χριστό και Τον δέχθηκε στην αγκάλη του. Σαράντα ημέρες μετά την Γέννηση του Χριστού, η Παναγία και ο Ιωσήφ Τον προσήγαγαν στον Ναό, σύμφωνα με τον Νόμο, και όταν ο Θεοδόχος Συμεών Τον εβάσταξε στην αγκάλη του είπε: “Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον Σου Δέσποτα, κατά τό ρῆμα Σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν Σου, ὅ ἡτοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ σου ᾿Ισραήλ”. «Τώρα που είδα τον Λυτρωτή του κόσμου, απόλυσέ με, Θεέ μου από αυτή τη ζωή. Πάρε με κοντά σου, όπως μου υποσχέθηκες. Πάρε με μέ ειρήνη χωρίς να ανησυχώ για την λύτρωση του Ισραήλ, διότι είδαν τα γεροντικά μου μάτια τον Υιόν Σου που έγινε άνθρωπος για να φέρει στη γη τη σωτηρία που Εσύ ετοίμασες για όλα τα έθνη».
Μετά από λίγες μέρες κοιμήθηκε ειρηνικά. Μέχρι σήμερα σώζεται ο τάφος του στην περιοχή «κατά μόνας» της Ιερουσαλήμ.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κυριακή Δεκάτη Πέμπτη
Ματθ. κβ’ 35-46
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, Νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, πειράζων αὐτόν, καί λέγων˙ Διδάσκαλε, ποία ἐντολή μεγάλη ἐν τῷ νόμῳ; Ὁ δέ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ˙ Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου, καί ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου, καί ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου. Αὕτη ἐστί πρώτη καί μεγάλη ἐντολή. Δευτέρα δέ ὁμοία αὐτῇ˙ Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου, ὡς σεαυτόν. Ἐν ταύταις ταῖς δυσίν ἐντολαῖς, ὅλος ὁ νόμος καί οἱ προφῆται κρέμανται. Συνηγμένων δέ τῶν Φαρισαίων, ἐπηρώτησεν αὐτούς ὁ Ἰησοῦς, λέγων˙ Τί ὑμῖν δοκεῖ περί τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι; Λέγουσιν αὐτῷ˙ Τοῦ Δαυΐδ. Λέγει αὐτοῖς˙ Πῶς οὖν Δαυΐδ ἐν πνεύματι Κύριον αὐτόν καλεῖ; λέγων˙ Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου˙ Κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς σου, ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. Εἰ οὗν Δαυΐδ καλεῖ αὐτόν Κύριον, πῶς υἱός αὐτοῦ ἐστι; Καί οὐδείς ἠδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον˙ οὐδέ ἐτόλμησέ τις ἀπ’ ἐκείνης τῆς ἡμέρας, ἐπερωτῆσαι αὐτόν οὐκέτι.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Εκείνο τον καιρό ένας νομοδιδάσκαλος προσήλθε προς τον Ιησού και για να τον φέρει σε δύσκολη θέση του ρώτησε: «Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στον νόμο;» Κι αυτός του απάντησε: «Ν’ αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου μ’ όλη την καρδιά σου και μ’ όλη την ψυχή σου και μ’ όλο τον νου σου. Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. Και δεύτερη, το ίδιο σπουδαία μ’ αυτή: ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Σ’ αυτές τις δύο εντολές συνοψίζεται όλος ο νόμος κι οι προφήτες».
Εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι όλοι οι Φαρισαίοι, τους ρώτησε ο Ιησούς: «Τι νομίζετε για τον Μεσσία; Ποιανού απόγονος είναι;» Του απαντούν: «Του Δαβίδ». Τους λέει: «Πως τότε ο Δαβίδ, οδηγημένος από το Πνεύμα, τον ονομάζει Κύριο; Γιατί λέει: «Ο Κύριος είπε στον Κύριό μου: κάθισε στα δεξιά μου, ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω απ’ τα πόδια σου».
Αν λοιπόν ο Δαβίδ τον ονομάζει «Κύριο», πως είναι απόγονός του;» Κανένας δεν μπορούσε να του απαντήσει, ούτε τόλμησε πια κανείς από κείνη τη μέρα να του θέσει ερωτήματα.
Κοινοποιήστε / Share this