Κυριακή Β’ των Νηστειών (Αγίου Γρηγορίου Παλαμά), Αποστολικό Ανάγνωσμα: Εβρ. α΄ 10- β΄ 3 (12-03-2023)
Πρωτότυπο Κείμενο
Κατ’ ἀρχάς Σὺ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι. Πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; Οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν; Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν. Εἰ γὰρ ὁ δι’ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; Ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη.
Νεοελληνική Απόδοση
Εσύ, Κύριε, αρχικά στερέωσες τη γη κι έργο δικό σου είναι οι ουρανοί. Αυτοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ αιώνια παραμένεις. Τα πάντα θα παλιώσουνε σαν ρούχο. Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις, και θ’ αλλάξουν. Εσύ όμως παραμένεις πάντα ο ίδιος, τα χρόνια σου ποτέ δε θα τελειώσουν. Σε κανέναν απ’ τους αγγέλους δεν είπε ποτέ ο Θεός: Κάθισε στα δεξιά μου, ωσότου υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου. Δεν είναι, λοιπόν, όλοι οι άγγελοι πνεύματα που υπηρετούν το Θεό κι αποστέλλονται απ’ αυτόν για να βοηθήσουν όσους μέλλουν να σωθούν; Γι’ αυτό κι εμείς πρέπει να μένουμε πιο σταθεροί στις αλήθειες που ακούσαμε, για να μην ξεστρατίσουμε ποτέ. Γιατί, αν ο λόγος που δόθηκε άλλοτε μέσω αγγέλων, αποδείχτηκε αληθινός, κι όσοι τον παρέβηκαν ή δεν υπάκουσαν σ’ αυτόν, δέχτηκαν την τιμωρία που τους έπρεπε, πώς είναι δυνατόν εμείς να ξεφύγουμε, αν δε δώσουμε την προσοχή που ταιριάζει σε μια τόσο σπουδαία σωτηρία; Τη σωτηρία αυτή, που άρχισε να διακηρύττει ο Κύριος, μας τη βεβαίωσαν όσοι άκουσαν το λόγο του.
Η θεότητα του Ιησού Χριστού
Ολόκληρη η Αγία Γραφή, αλλά ιδιαιτέρως η προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου, είναι μια διακήρυξη της θεότητας του Χριστού. Οι Εβραίοι χριστιανοί της Παλαιστίνης, αντιμετωπίζουν ένα σκληρό διωγμό και βρίσκονται στο δίλημμα ή να θρησκεύουν σύμφωνα με την παλαιά θρησκεία του Ισραήλ και να είναι ήσυχοι και ανενόχλητοι ή να πιστεύουν στον Χριστό, σύμφωνα με το ευαγγέλιο που κηρύχθηκε και να ανήκουν στους «παράνομους» και να διώκονται. Έτσι πολλοί ολιγοπίστησαν και άρχισαν να σκέφτονται να γυρίσουν πίσω στην ιουδαϊκή θρησκεία, αμφισβητώντας τη θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο απόστολος Παύλος γράφει αυτή την επιστολή για να τους στηρίξει στην αληθινή πίστη, τη χριστιανική πίστη. Παίρνει τον Ιησού ως τον κατεξοχήν εκπρόσωπο του Θεού (αφού ο Ιησούς Χριστός είναι και τέλειος Θεός) και τον συγκρίνει με όλους τους εκπροσώπους που έστειλε ο Θεός πριν απ’ αυτόν: με τους αγγέλους, με τον Μωϋσή, τον Ααρών και αποδεικνύει ότι ο Θεάνθρωπος Ιησούς είναι ασύγκριτα ανώτερος απ’ όλους. Η εκκλησία αυτή την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που οδηγούμαστε προς τα Άγια Πάθη, τοποθετεί τα αποστολικά αναγνώσματα των Κυριακών από την προς Εβραίους Επιστολή, έτσι ώστε να μας εντάξει στο όλο σταυροαναστάσιμο πνεύμα.
Στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, βλέπουμε τον Απόστολο Παύλο να δανείζεται στίχους από τον προφήτη Δαβίδ (Ψαλμ. 101) και ν’ αναφέρεται στην παντοδυναμία του Θεού, του ποιητού ουρανού και γης, ορατών και αοράτων, του δημιουργού ολόκληρου του σύμπαντος και των κτισμάτων. Τα κτίσματα κάποια στιγμή θα μεταβληθούν, θα ανανεωθούν, ενώ αντιθέτως ο Κύριος θα παραμείνει αμετάβλητος και αιώνιος. Ο θείος Απόστολος παραθέτει αυτές τις προφητείες θέλοντας να δείξει το ασύγκριτο μεγαλείο και την παντοτινή παρουσία του Υιού του Θεού πριν, τώρα και μετά το τέλος της δημιουργίας τόσο των ανθρώπων, όσο και των αγγέλων. Ο Κύριος είναι αυτός που πάντα ήταν και αυτός που έρχεται και αυτός που μένει στους αιώνες. Αντίθετα οι άγγελοι είχαν αρχή, όταν τους δημιούργησε ο Θεός και είχαν την δυνατότητα να μετατρέψουν το φρόνημα τους και να μετακινήσουν την προς τον Θεό ευσέβεια τους. Αδιάψευστο παράδειγμα αποτελεί ο Εωσφόρος, που εξαιτίας της δίψας του να γίνει ίσος με τον Θεό, παρέσυρε στην ανυπακοή πολλούς αγγέλους, οι οποίοι από αγαθοί έγιναν πονηροί.
Ο θρίαμβος του θεανθρώπου Ιησού Χριστού μετά την Ανάσταση και την Ανάληψη όπου κάθισε στα δεξιά του Πατρός ως Θεάνθρωπος και συνανύψωσε «εν δυνάμει» τους ανθρώπους. Όταν ένας αμαρτωλός μετανοεί και γίνεται μέτοχος των παθημάτων και της αναστάσεως του Κυρίου, τότε γι’ αυτόν το «εν δυνάμει» γίνεται «εν ενεργεία». Ο θρίαμβος του Κυρίου, είναι και δικός μας θρίαμβος. Ο Θεός Πατέρας δεν μιλάει πότε έτσι σε αγγέλους. Δεν καλεί κανένα άγγελο να καθίσει σύνθρονος στα δεξιά του. Και προπαντός δεν υπόσχεται σε κανένα άγγελο, ότι μια μέρα όλα θα τα υποτάξει στα πόδια του. «Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου, κάθου εκ δεξιών μου, εως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (Ψαλμ 109). Ο ρόλος των αγγέλων λοιπόν δεν μπορεί να συγκριθεί με την παγκόσμια εξουσία του Χριστού.
Στον αγώνα μας να φανούμε αντάξιοι ως μέλλοντες κληρονόμοι σωτηρίας, έχουμε εντεταλμένους από τον Θεό τους αγγέλους να διακονούν την υπόθεση αυτή. Μιλώντας ο Ιερός Χρυσόστομος για την ύψιστη αυτή τιμή, λέει σχετικά «Πρόσεχε, πως υψώνει το φρόνημα τους και δείχνει την μεγάλη τιμή, που μας κάνει ο Θεός αφού όρισε τους αγγέλους που είναι ανώτεροι μας, να έχουν αυτή την υπηρεσία προς όφελος μας» (ΕΠΕ 24,266)
Δύο μεγάλες αρετές: πίστη και υπακοή
Η υπακοή προϋποθέτει την πίστη. Και οι δύο είναι μεγάλοι θησαυροί, μεγάλες αρετές. Ιδιαίτερα την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας προσπαθεί με διάφορους τρόπους και μέσα να ενδυναμώσει την πίστη μας και να μας βοηθήσει να κάνουμε κτήμα μας την υπακοή.
Στην Παλαιά Διαθήκη προβάλλονται αρκετά παραδείγματα πίστης και υπακοή. Όπως ο πατριάρχης Αβραάμ. Ο Θεός γνωρίζει την πίστη του Αβραάμ, αλλά την δοκιμάζει με την υπακοή. Τον προστάζει να θυσιάσει τον μονογενή του, για τον οποίο είχε δώσει τόσες υποσχέσεις. Και όμως ο Αβραάμ παραδίνεται στο θείο θέλημα, το οποίο του επιβάλλει να βαδίζει στα τυφλά και να πράττει πράγματα των οποίων αγνοεί το νόημα.
Η ανυπακοή των Πρωτοπλάστων είχε ως συνέπεια την απομάκρυνση του Θεού από τη ζωή τους, στερούμενοι έτσι τον παράδεισο. Ο άνθρωπος έχασε την ευλογημένη κοινωνία με το Θεό, πέθανε πνευματικά και ήλθε στην ψυχή του η ροπή προς το κακό, και στο σώμα του ο πόνος, ο κόπος, η θλίψη και ο θάνατος. Απ’ τον πνευματικό θάνατο επίγειο και αιώνιο, ήλθε ο Χριστός ως νέος Αδάμ να μας λυτρώσει. Προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση και την θεράπευσε.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο Μωυσής. Ο Μωυσής όταν έμαθε για την καταγωγή και την πίστη των ομοεθνών του, έφυγε από το παλάτι του Φαραώ. Προτίμησε τις κακουχίες, την στενή και τεθλιμμένη οδό, παρά τις πρόσκαιρες απολαύσεις. Ο Θεός τον κάλεσε στη συνέχεια σε ένα μεγάλο έργο: να οδηγήσει το λαό από τη δουλεία της Αιγύπτου στη γη της Επαγγελίας.
Ο χριστιανός ενώπιον των ευθυνών του
Ο απόστολος Παύλος στη συνέχεια μας θέτει ενώπιον των ευθυνών μας. Αφού λοιπόν, λέγει, ο Κύριός μας είναι ο προαιώνιος Θεός, «διά τούτο δει περισσοτέρως ημάς προσέχειν τοις ακουσθείσι». Πρέπει περισσότερο να προσέχουμε σ’ αυτά που ακούσαμε και είναι λόγοι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Διότι εάν δεν προσέξουμε, διατρέχουμε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε και να πέσουμε έξω. Στο ιερό αυτό κείμενο ο Απόστολος Παύλος μας προειδοποιεί ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε τη σωτηρία μας, εάν δεν δείξουμε την ανάλογη προσοχή στις θείες αλήθειες που μας αποκάλυψε ο Κύριος. Κινδυνεύουμε να τις συνηθίσουμε και σιγά-σιγά να χάσουμε το δρόμο μας. Και τότε θα είμαστε αναπολόγητοι την ημέρα της Κρίσεως. Διότι δεν μπορούμε να παίζουμε με το νόμο του Θεού και να τον περιφρονούμε. Γι’ αυτό ο θείος Απόστολος μας ζητά να δείξουμε σοβαρότητα και υπευθυνότητα απέναντι στο νόμο του Θεού. Να τον ακούμε με προσοχή και ενδιαφέρον. Πόσες φορές ακούμε στην εκκλησία το ιερό Ευαγγέλιο ή κάποιο κήρυγμα; Πόσες φορές διαβάζουμε στο σπίτι μας την Αγία Γραφή ή κάποιο πνευματικό βιβλίο; Κάθε φορά λοιπόν που ακούμε τον θείο λόγο, να κατανοούμε ότι είναι μεγίστης σπουδαιότητας. Και γι’ αυτό να τον ακούμε με πίστη και φόβο Θεού. Να τον μελετούμε συχνά και με προσοχή, συγκρατώντας τα θεία νοήματα στη μνήμη μας και στις καρδιές μας. Κι έτσι να ευθυγραμμίζουμε τη ζωή μας με το θείο νόμο. Για να μη χάσουμε την ψυχή μας, αλλά να κερδίσουμε τη σωτηρία μας και να αξιωθούμε να ζήσουμε κι εμείς μαζί με τον Κύριο στη Βασιλεία του αιωνίως.
Κυριακή Β΄ των Νηστειών (Αγίου Γρηγορίου Παλαμά), Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Μκ. β΄ 1-12 (12-03-2023)
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ο Ἰησοῦς εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. Καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. Καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ᾿ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; Καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας λέγει τῷ παραλυτικῷ. Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. Καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, μπήκε ο Ιησούς στην Καπερναούμ και διαδόθηκε ότι βρίσκεται σε κάποιο σπίτι. Αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ώστε δεν υπήρχε χώρος ούτε κι έξω από την πόρτα· και τους κήρυττε το μήνυμά του. Έρχονται τότε μερικοί προς αυτόν, φέρνοντας έναν παράλυτο, που τον βάσταζαν τέσσερα άτομα. Κι επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από ’κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Κάθονταν όμως εκεί μερικοί γραμματείς και συλλογίζονταν μέσα τους: «Μα πώς μιλάει αυτός έτσι, προσβάλλοντας το Θεό; Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Μόνον ένας, ο Θεός». Αμέσως κατάλαβε ο Ιησούς ότι αυτά σκέφτονται και τους λέει: «Γιατί κάνετε αυτές τις σκέψεις στο μυαλό σας; Τι είναι ευκολότερο να πω στον παράλυτο: “σου συγχωρούνται οι αμαρτίες” ή να του πω, “σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”; Για να μάθετε λοιπόν ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί πάνω στη γη αμαρτίες» –λέει στον παράλυτο: «Σ’ εσένα το λέω, σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι του και μπροστά σ’ όλους βγήκε έξω, έτσι που όλοι θαύμαζαν και δόξαζαν το Θεό: «Τέτοια πράγματα», έλεγαν, «ποτέ μέχρι τώρα δεν έχουμε δει!»
Σχολιασμός
Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Β΄ Κυριακής των Νηστειών μας περιγράφει τη θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ το οποίο είναι ένα από τα πρώτα θαυμαστά γεγονότα, τα οποία είχε επιτελέσει ο Χριστός, μετά την έναρξη της δημόσιας δράσεώς του, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Μάρκο. Η σκηνή μέσα στην οποία εκτυλίσσεται προκαλεί θαυμασμό, αφού στο σπίτι που ήταν ο Κύριος μαζεύτηκε μεγάλο πλήθος και ήταν αδύνατο να μπει κάποιος άλλος, γέμισε και το σπίτι αλλά και η αυλή. Τότε πήγαν τέσσερις άνθρωποι οι οποίοι μετέφεραν ένα παράλυτο ξαπλωμένο σε ένα κρεβάτι. Λόγω της κοσμοσυρροής δεν μπορούσαν να πλησιάσουν τον Ιησού και έτσι ανέβηκαν στη στέγη του σπιτιού και αφού τη χάλασαν, κατέβασαν τον παραλυτικό στα πόδια του Ιησού. Βλέποντας αυτή τους την πράξη ο Κύριος λέει στον παραλυτικό ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες του. Όπως ήταν φυσικό άρχισαν να σκέφτονται κάποιοι Γραμματείς που ήταν εκεί, ότι ο Ιησούς βλασφημά με αυτή του την πράξη αφού δεν μπορεί κανένας να συγχωρήσει αμαρτίες, πλην του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός γνωρίζοντας φυσικά τις σκέψεις τους ρώτησε τι θα ήταν πιο εύκολο να του πει, ότι του συγχωρούνται οι αμαρτίες ή να σηκωθεί να πάρει το κρεβάτι του και να περπατήσει; Για να μάθουν όμως ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες εδώ στη γη, λεει στον παραλυτικό να σηκωθεί να πάρει το κρεβάτι του και να πάει στο σπίτι του, όπως και έγινε και οι υπόλοιποι έμειναν να δοξάζουν το Θεό και να λένε ότι δεν ξαναείδαν τέτοιο πράγμα.
Μέσα από το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου αναδεικνύεται η πίστη τόσο του ίδιου, όσο και των ανθρώπων που τον μετέφεραν. Η πίστη τους ήταν αυτή η οποία έκανε τον Κύριο να συγχωρέσει τις αμαρτίες του παραλύτου και μετά να τον θεραπεύσει. Οι άνθρωποι οι οποίοι τον μετέφεραν ήταν πεπεισμένοι ότι μόνο ο Ιησούς θα μπορούσε να τον κάνει να περπατήσει ξανά. Οι ενέργειες που έκαναν για να καταφέρουν να μεταφέρουν τον παράλυτο κοντά στον Κύριο ήταν ριψοκίνδυνες αλλά αυτό δεν τους επηρέασε, κατάφεραν αυτό που ήθελαν που ήταν να πάρουν τον παράλυτο μπροστά στον Ιησού Χριστό για να το δει και να το θεραπεύσει.
Πριν όμως να δώσει την εντολή ο Κύριος στον παράλυτο να σηκωθεί, του λεει ότι συγχωρούνται όλες οι αμαρτίες του. Αυτό ήξερε ο Κύριος ότι θα προκαλούσε αντιδράσεις από την πλευρά των Γραμματέων, που ήταν μαζεμένοι εκεί όπως και έγινε. Οι άνθρωποι κατά την άποψή τους δεν είχαν ούτε το δικαίωμα ούτε την εξουσία να συγχωρούν αμαρτίες. Με την αντίδρασή τους αυτή αφήνουν να πλανάται στον αέρα η ερώτηση περί της ταυτότητας και εξουσίας του Χριστού, ώστε να προβαίνει σε μια τέτοια ενέργεια.
Η αντίδραση του Ιησού ήταν αποστομωτική για την ταυτότητά και την εξουσία Του να συγχωρεί αμαρτίες. Το πρώτο στοιχείο είναι ότι, παρά το γεγονός ότι εκείνοι δεν είχαν εκφράσει μεγαλοφώνως την άποψή τους και την αντίδρασή τους, ο Χριστός γνώριζε τις σκέψεις τους. Αυτό αποδεικνύει ότι είναι ενδεδυμένος με θεϊκή εξουσία, γιατί και αυτό είναι έργο μόνο του Θεού. Επιπρόσθετα, εφ’ όσον εκείνοι νόμιζαν ότι η θεραπεία της χρόνιας παραλυσίας είναι πολύ πιο δύσκολη από την άφεση αμαρτιών, ο Χριστός πραγματοποιεί και αυτό, θεραπεύει θαυματουργικά τον παράλυτο από τη χρόνια ασθένειά του. Η ενέργειά του αυτή αποδεικνύει επίσης τη θεϊκή εξουσία του Χριστού, γιατί και αυτό είναι έργο του Θεού. Εφ΄ όσον, λοιπόν, ο Χριστός έχει την εξουσία να γνωρίζει τις σκέψεις των ανθρώπων και να θεραπεύει και τους ασθενείς με τρόπο θαυματουργικό, έχει άρα και την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες. Αυτή είναι άλλωστε και η αιτία της εκπλήξεως του πλήθους από τη θεϊκή εξουσία του Χριστού να διδάσκει και να θαυματουργεί.
Επίσης με την ενέργεια αυτή του Ιησού, πρώτα δηλαδή να συγχωρέσει τις αμαρτίες του παραλύτου και μετά να το θεραπεύσει από τη σωματική ασθένεια βλέπουμε την ενότητα που υπάρχει στη δημιουργία του φυσικού και του πνευματικού κόσμου. Όλα αντιμετωπίζονται στην ολότητά τους. Για την Εκκλησία ο άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ενότητα, ο όλος άνθρωπος σώζεται και πορεύεται προς το Θεό όχι μόνο ο πνευματικός μας κόσμος. Ο αγώνας πρέπει να είναι πνευματικός αλλά και σωματικός.
Το θαύμα λοιπόν της θεραπείας του παραλύτου βεβαιώνει ότι η εξουσία του Χριστού επεκτείνεται, πρώτον, στη διδασκαλία του λόγου του Θεού, δεύτερον, στην άφεση των αμαρτιών και τρίτον, στην επιτέλεση των θαυματουργικών ιάσεων. Ο Χριστός συνεχίζει να ζει μέσα στην Εκκλησία και με την ίδια εξουσία διδάσκει, θαυματουργεί και συγχωρεί τις αμαρτίες.