Οι 630 Θεοφόροι Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου κατεδίκασαν την αιρετική διδασκαλία του αρχιμανδρίτου Ευτύχιου και διατύπωσαν το Χριστολογικό δόγμα για την ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσης στο πρόσωπο του Χριστού.
Οι άγιοι 630 Θεοφόροι Πατέρες τόνισαν με σαφήνεια ότι γνωρίζουν και ομολογούν «ένα και τον αυτόν Χριστόν Υιόν, Κύριον μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως». Η διαφύλαξη της Ορθόδοξης Χριστολογίας προστάτευε κι εξασφάλιζε την διαφύλαξη της Ορθόδοξης Σωτηριολογίας. Οι Πατέρες, δηλαδή, της Εκκλησίας μας με την εν Χριστώ θεολογία τους προστατεύουν την σωτηρία των ανθρώπων.
Κατέστησαν, δηλαδή, οι Πατέρες της Εκκλησίας οι ακριβείς φύλακες των αποστολικών παραδόσεων.
Σύμφωνα με τη σημερινή υμνολογίαν της Εκκλησίας μας οι άγιοι 630 Θεοφόροι Πατέρες που συμμετείχαν στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος κατέστησαν θεοφόροι οπλίται της παρατάξεως του Κυρίου, πολύφωτοι αστέρες του νοητού στερεώματος, τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου, τα πάνχρυσα στόματα του Λόγου, το καύχημα της Εκκλησίας, το αγλάισμα της Οικουμένης.
΄Ετσι η Εκκλησία μας έζησε και ζει με τους Πατέρες και Διδασκάλους, οι οποίοι δημιουργήθησαν κι έδρασαν στους κόλπους της με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος.
Η Εκκλησία μας τιμά ως Πατέρες και διδασκάλους της τους κληρικούς εκείνους που διακρίνονται διά τα δύο λειτουργήματα τους, το λειτούργημα του ποιμένα, που αναγεννά και κατευθύνει πνευματικά τους πιστούς, που συνδέει τους πιστούς με τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, τον Σωτήρα μας, διά του Αγίου Πνεύματος, που κηρύττει το Ευαγγέλιον, και τελεί τα μυστήρια της Εκκλησίας. Ταυτόχρονα το ίδιον πρόσωπο του κληρικού έχει και το λειτούργημα του διδασκάλου της πίστεως της Εκκλησίας, έχει δηλαδή το ειδικό χάρισμα και το ειδικό προνόμιο και την ειδική ευθύνη να διδάσκει και να ερμηνεύει στους πιστούς την αλήθεια του Θεού, καθώς επίσης και για ν’ αντιμετωπίζει κατ’ εξοχήν τα μεγάλα θεολογικά και ποιμαντικά προβλήματα και τις ισχυρές θεολογικές κρίσεις στην Εκκλησία.
΄Ετσι οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, όπως οι σημερινοί 630 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου που τιμά η Εκκλησία μας, είναι οι διαπρέψαντες άγιοι της Εκκλησίας που έγιναν φωστήρες εν κόσμω, που τα θεοπαράδοτα συγγράμματα και δόγματα τους καλούνται οι πιστοί να φυλάσσουν και να υιοθετούν στη ζωή τους.
Η Εκκλησία δέχθηκε την παρουσία των Πατέρων στους κόλπους της κι έζησε με τη διδαχή και το φρόνημα τους, το οποίο θεώρησε πάντοτε γνήσιο και Ορθόδοξο.
Στην συνείδηση της Εκκλησίας οι ΄Αγιοι Πατέρες κατέστησαν η συνέχεια και η προέκταση των Αποστόλων. Οι δώδεκα Απόστολοι παρέδωσαν την προσωπική τους διακονία, που ήταν το έργον της διαποίμανσης και της διδασκαλίας στους Πατέρες. Το ΄Αγιο Πνεύμα που φώτιζε τους Αγίους Αποστόλους, φωτίζει και του αγίους Πατέρες ΄Ετσι η διδασκαλία των αγίων Θεοφόρων Πατέρων ορθότατα ταυτίζεται με τη παράδοση τηςΕκκλησίας, με τη πίστη και το φρόνημα της, με ό,τι δηλαδή έχει λάβει από το Θεό και το διαφυλάσσει αναλλοίωτο, αμετάβλητο και ανόθευτο, όπως διαφυλάσσει και την Αγία Γραφή.
΄Ετσι η Αγία Γραφή και η Παράδοση της Εκκλησίας, αποτελούν την ενιαίαν πορεία της θεολογίας, την έκφραση της θείας αληθείας, η οποία σώζει τον άνθρωπον μέσα στον χώρον της Εκκλησίας.
΄Ετσι η διδασκαλία κι η θεολογική προσφορά των αγίων Πατέρων αποτελεί την Παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία αρχίζει με το λυτρωτικό έργο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και των Αποστόλων.
Οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες κατέστησαν στην πορεία της Εκκλησίας πρόσωπα τα οποία έζησαν κατ’ εξοχήν κι εξέφρασαν θαυμαστά τη θεία πραγματικότητα. Η σκέψη τους και το έργο τους ταυτίζεται με την αγωνιώδη και λυτρωτική πορεία της ίδιας της Εκκλησίας.
Ούτε τους Πατέρες κατανοούμε έξω από την Εκκλησία, ούτε την Εκκλησία χωρίς Πατέρες. Οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας κατέστησαν οι άριστοι θεολόγοι που δέχθησαν περισσότερον από τους σύγχρονους τους το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος μετά από νήψη και προσευχή, επίμονη άσκηση και αγάπη προς τον Θεόν και τον πλησίον.
΄Ετσι ο πιστός μαθαίνοντας και ζώντας τη διδασκαλία των πατέρων της Εκκλησίας μας δεν δίνει απλώς τη δυνατότητα στον εαυτό του να παρακολουθήσει την πνευματική ιστορία του ανθρώπου, αλλά με προσευχή και ταπείνωση και συνεχή προσπάθεια να ζει σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, αναζητά να εισέλθει στη διαδικασία της γεννήσεως της διδασκαλίας της Εκκλησίας, να γευθεί τη θεία εμπειρία των Πατέρων. ΄Ετσι ο πιστός μπορεί να καταστεί ο σύγχρονος άξιος θεολόγος ο οποίος μαθαίνοντας μ’ ένα βιωματικό τρόπο την ιερή διδασκαλία της γνήσιας ορθόδοξης θεολογίας μπορεί να την ασκήσει με τη Χάρη του Θεού για την αντιμετώπιση των συγχρόνων του προβλημάτων.
Αυτό άλλωστε είναι και το βαθύτερο νόημα του Ευαγγελικού Λόγου που ακούσαμε σήμερα: «ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων όπως ίδωσιν τα καλά έργα υμών και δοξάσωσιν το Πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς»
Αυτό έπραξεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός με τη ζωή Του και το όλο απολυτρωτικόν Του έργον διά την σωτηρία μας.
Αυτό έπραξαν οι ΄Αγιοι Απόστολοι οι οποίοι «πορευθέντες πάντα τα έθνη» εβάπτισαν τους ανθρώπους εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος διδάσκοντας αυτούς όσα ο ίδιος τους εδίδαξεν. Αυτό έπραξαν κι οι άγιοι Θεοφόροι 630 Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος. Αυτό έπραξαν οι ΄Αγιοι της Εκκλησίας μας.
Αυτό καλούνται να πράττουν οι σύγχρονοι Ιεραπόστολοι της Εκκλησίας μας.