Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξία σήμερα, ἀγαπητοί Χριστιανοί. Ἡμέρα, ἡ ὁποία ἔχει ὁρισθεῖ ἀπό τήν Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὡς ἡ Κυριακή, κατά τήν ὁποία ἑορτάζεται ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί πανηγυρίζεται γενικότερα ἡ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον ὅλων τῶν αἱρέσεων. Ἡ εἰκονομαχία, πού ταλαιπώρησε τήν Ἐκκλησία γιά ἑκατό καί πλέον χρόνια, εἶναι γνωστό ὅτι προκλήθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Λέοντα τόν Ἴσαυρο, ὁ ὁποῖος, μέ τό διάταγμα πού ἐξέδωσε τό 730 μ.Χ., ἀπαγόρευσε τήν προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, μέ τήν ἀνάρτησή τους σέ μέρος ὑψηλότερο, ὥστε νά μήν μποροῦν νά τίς προσκυνοῦν οἱ πιστοί, ἀλλά στή συνέχεια καί μέ τήν πλήρη καταστροφή τους. Τό θλιβερό αὐτό γεγονός δημιούργησε τίς δύο παρατάξεις, τῶν εἰκονοφίλων καί τῶν εἰκονομάχων. Μεταξύ δέ τῶν δύο αὐτῶν παρατάξεων διεξήχθησαν σκληροί ἀγῶνες καί ἐχύθη αἷμα ἀρκετό. Πολλοί, κυρίως ἀπό τήν παράταξη τῶν εἰκονοφίλων, βασανίσθηκαν καί σφαγιάσθηκαν, ἄλλοι δέ ἐξορίσθηκαν μέχρι τήν ἐπάνοδο τῶν ἱερῶν εἰκόνων στήν Ἐκκλησία καί στήν πρέπουσα θέση τους τό 843 μ.Χ.
Ὡς ἀφορμή τῆς διαμάχης ἐκείνης, ἀναφέρονται οἱ ὑπερβολές ἁπλοϊκῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀπέδιδαν στίς ἱερές εἰκόνες λατρευτική καί ὄχι τιμητική προσκύνηση. Αὐτό ἔδωσε ἀφορμή στούς εἰκονομάχους νά ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Θεός, ἄρα καί ὁ Χριστός, δέν μπορεῖ νά ἀπεικονισθεῖ. Στήριζαν δέ τόν ἰσχυρισμό τους αὐτό, στήν ἀπάντηση, τήν ὁποία ἔλαβε ὁ Μωυσῆς, ὅταν ζήτησε νά δεῖ τόν Θεό: «οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τό πρόσωπόν μου˙ οὐ γάρ μή ἴδῃ ἄνθρωπος τό πρόσωπόν μου καί ζήσεται» (Ἔξ. 33, 20). Στήριζαν, ἐπίσης, τόν παράλογο αὐτό ἰσχυρισμό τους καί στή δεύτερη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου, πού δέν ἐπιτρέπει τήν παράσταση τοῦ Θεοῦ: «οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον…» (Ἔξ. 20, 4). Στήριζαν ἀκόμη τόν ἰσχυρισμό τους αὐτό καί στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὑπογραμμίζει, ὅτι: «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε» (Ἰω. α’ 18).
Καί εἶναι πράγματι ἀλήθεια, ὅτι τό ἀνεικόνιστο τῆς θείας οὐσίας εἶναι σαφής διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀφοῦ ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι ἀόρατος καί ἀπερίγραπτος, καί γιά τοῦτο ἀκριβῶς εἶναι ἀδύνατη ἡ ὁποιαδήποτε παράσταση καί ἀπεικόνισή του.
Μέ τήν ἐνανθρώπηση, ὅμως, τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἔγινε δυνατή ἡ εἰκονογράφηση τοῦ θεανδρικοῦ του προσώπου. Μέ τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, τονίζει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, «ἐσχηματίσθη ὁ ἀσχημάτιστος Θεός», ἡ σάρκωσή του μᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα νά τόν ἀπεικονίζουμε, νά ζωγραφίζουμε τήν εἰκόνα του καί νά τήν προσκυνοῦμε. Καί ἡ προσκύνηση αὐτή δέν εἶναι λατρεία τῆς ὕλης, ἀλλά κτιστός τρόπος προσέγγισης καί λατρευτικῆς ἀναφορᾶς στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό.
Γιά τήν Ἐκκλησία μας, ἑπομένως, τό πρόβλημα τῆς εἰκονομαχίας ἦταν κυρίως θεολογικό. Ὑπερμαχώντας γιά τίς εἰκόνες, ἀγωνιζόταν γιά τό ἴδιο τό θεμέλιο τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, πού εἶναι τό δόγμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἄρνηση τῶν εἰκονομάχων, νά δεχθοῦν τήν ἀπεικόνιση τοῦ θεανδρικοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ταυτόσημη μέ τήν ἄρνηση τῆς θεανθρώπινης ὑποστάσεώς του. Μία τέτοια ὅμως ἄρνηση, τονίζει ὁ μεγάλος Ρῶσος Θεολόγος Παῦλος Εὐδοκίμωφ, «καταστρέφει ὅλη τήν οἰκονομία τῆς σωτηρίας, ἐξορίζει τόν Θεό στόν οὐρανό, καί ἀφήνει τόν ἄνθρωπο γυμνό καί ἀπελπισμένο στήν ἐρημιά τοῦ κόσμου».
Προσκυνοῦμε, λοιπόν, τίς ἱερές εἰκόνες, ὄχι γιατί ἀποδίδουμε τήν προσκύνηση στήν ὕλη, ἀλλά διά τῆς ὕλης ἀποδίδουμε τήν προσκύνηση στά εἰκονιζόμενα πρόσωπα. «Ἡ γάρ τῆς εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει», τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Ἀλλά οἱ ἱερές εἰκόνες ἔχουν καί ἕνα ἄλλο σπουδαῖο σκοπό, κατ’ ἐξοχή παιδαγωγικό, διδάσκουν. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ὑπογραμμίζει: «…καί ὅπερ τοῖς γράμμασι μεμνημένοις ἡ βίβλος, τοῦτο καί τοῖς ἀγραμμάτοις ἡ εἰκών». Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία κατέστησε τήν εἰκόνα κατηχητικό της ὄργανο, πρός εὐχερή ἐκλαΐκευση τῶν διδασκαλιῶν τῆς πίστεως. Εἶναι δέ τόσο ζωντανή ἡ διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως μέ τίς εἰκόνες, ὥστε, κατά τόν Μέγα Βασίλειο, «ὅ,τι ὁ λόγος μεταδίδει διά τῆς ἀκοῆς, ἡ ζωγραφική τό δεικνύει σιωπηρῶς μέ τήν παράσταση».
Διδάσκουν, λοιπόν, οἱ ἱερές εἰκόνες τῆς Ἐκκλησίας μας. Διδάσκουν, ἀφενός μέν τή συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἀφετέρου δέ τήν ἀνάβαση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό.
Γενικά, ὅπως τονίζει ὁ Φώτης Κόντογλου, ἡ ὀρθόδοξη βυζαντινή εἰκόνα θέλει νά μᾶς ἀνεβάσει ἀπό τά αἰσθητά στά νοητά, ἀπό ἐκεῖνα πού βλέπουμε μέ τά ὑλικά, τά σωματικά μάτια μας, σέ ἐκεῖνα πού βλέπει, ὅποιος ἔχει μάτια πνευματικά, δηλαδή, ἀπό τά ἐφήμερα στά αἰώνια. Ὅπως, λοιπόν, τό ἆσμα τῆς Ἐκκλησίας ἐξαγιάζει τήν ψυχή μας διά τῆς αἰσθήσεως τῆς ἀκοῆς, ἡ εἰκόνα τήν ἐξαγιάζει διά τῆς αἰσθήσεως τῆς ὁράσεως. Γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά παραλείψουμε νά τονίσουμε, ὅτι οἱ ἱερές εἰκόνες εἶναι καί λατρευτικό ἀντικείμενο τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, τό ὁποῖο εἶναι τόσο στενά συνδεδεμένο μέ αὐτή, ὥστε δέν ὑπάρχει λατρευτική ἐκδή-λωση τῆς Ἐκκλησίας μας χωρίς εἰκόνες.
Ἐπιβάλλεται, λοιπόν, νά προσκυνοῦμε τίς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τῶν Ἀποστόλων, τῶν μαρτύρων καί ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, οἱ ἅγιοι «ζῶντες, πεπληρωμένοι ἦσαν Πνεύματος Ἁγίου», καί, μετά τήν τελευτή τους, ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παραμένει συνεχῶς μέσα στίς ψυχές τους, στά σώματά τους, στίς ὄψεις τους καί στίς ἅγιες εἰκόνες τους. Κατά δέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, «ὁ Θεός τιμώντας τούς ἀγῶνες καί τό μαρτύριο τῶν ἁγίων, τή μέν ψυχή τήν κρατάει στόν οὐρανό, τό σῶμα δέ καί τά λείψανα τοῦ σώματος τά κρατάει στή γῆ πρός σωτηρία τῶν ἀνθρώπων».
Πρέπει, ἐπίσης, νά προσκυνοῦμε, γιά νά ἁγιαζόμαστε, καί διάφορα ροῦχα ἁγίων καί μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ἡ χάρη καί ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διαμέσου τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος τῶν ἁγίων, μεταδίδεται καί σέ αὐτά. Ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει δύο σχετικά παραδείγματα: τό πρῶτο βρίσκεται στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, κεφ. η’ 44, καί ἀφορᾶ στά ἱμάτια τοῦ Χριστοῦ, καί ἀναφέρεται στήν αἱμορροοῦσα γυναῖκα: Λέγει τό κεφάλαιο αὐτό: «…προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καί παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς». Δηλαδή, ἀφοῦ πλησίασε ἡ αἱμορροοῦσα γυναῖκα ἀπό πίσω τόν Ἰησοῦ, ὥστε νά μήν τήν ἀντιληφθεῖ κανείς, ἐπειδή ντρεπόταν νά γίνει φανερό τό νόσημά της, ἄγγιξε τό ἄκρο τοῦ ἐξωτερικοῦ ἐνδύματός του καί ἀμέσως σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της. Τό δεύτερο παράδειγμα βρίσκεται στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, κεφ. ε’ 15, καί ἀναφέρεται στή θαυματουργική σκιά τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καί τῶν ἄλλων Ἀποστόλων. Λέγει τό κεφάλαιο αὐτό, σέ ἀπ’ εὐθείας μετάφραση: «Τόσο πολύ δέ ἐσέβετο αὐτούς ὁ λαός, ὥστε ἔβγαζαν ἀπό τά σπίτια τους στίς πλατεῖες ἀσθενεῖς καί τούς ἔβαζαν πάνω σέ κρεβάτια ἤ σέ πρόχειρα φορεῖα, μέ σκοπό, ὅταν θά περνοῦσε ἀπό τό πλῆθος ἐκεῖνο ὁ Πέτρος, νά πέσει, ἔστω καί ἡ σκιά του, σέ κάποιον ἀπό τούς ἀσθενεῖς αὐτούς καί νά τόν θεραπεύσει. Ἀλλά καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος προσθέτει, ὅτι: «ὅσα κατόρθωσε ἡ ζώνη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, δέν μποροῦν νά πετύχουν ὅλοι μαζί οἱ κληρικοί». Τό ἴδιο καί ἡ Ζώνη τῆς Παναγίας˙ ὅταν τήν ἅπλωσαν πάνω στή σύζυγο τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Σοφοῦ, τή βασίλισσα Ζωή, πού ἔπασχε ἀπό δαιμονοπληξία, ἀμέσως θεραπεύθηκε. Ἐπιβάλλεται, λοιπόν, νά προσκυνοῦμε τίς ἱερές εἰκόνες καί τά λείψανα τῶν ἁγίων, ἀκόμη δέ καί τά ροῦχα καί τίς παντοῦφλες τους, ὅπως εἰρωνικά λέχθηκε, ἀλλά πρέπει, προκειμένου νά μήν σκανδαλίζουμε τούς πιστούς, νά ἀποφεύγεται ἡ ἐμπορευματοποίησή τους, ὅπως πρέπει νά ἀποφεύγονται καί οἱ ὑπερβολές, κατά τίς ὑποδοχές τους. Ὅταν ὑποδεχόμαστε, π.χ., κάποιαν εἰκόνα ἤ λείψανα ἁγίου δέν χρειάζονται, νομίζω, κοσμικές ὑποδοχές μέ στρατιωτικά ἀγήματα καί μπάντες. Πρέπει νά περιοριζόμαστε σέ καθαρά θρησκευτικές ὑποδοχές. Δέν ὑπάρχει, πιστεύω, ὡραιότερη ὑποδοχή ἀπό αὐτή, πού γίνεται μέ ἔνστολους ἱερεῖς, ἐνδεδυμένους, δηλαδή, μέ τά ἱερά ἄμφιά τους, καί φέροντας «ἀνά χεῖρας» τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν Ἀποστόλων, προπορεύονται παρατεταγμένοι σέ δύο ἀράδες ἔνθεν καί ἔνθεν τῆς ὑποδεχόμενης εἰκόνας ἤ λειψάνου. Τό ὅλο δέ σκηνικό πλαισιώνεται μέ τούς μελωδικούς ἤχους ἐκκλησιαστικῆς βυζαντινῆς χορωδίας.
Καί λόγου γενομένου περί σκανδαλισμοῦ, ἀγαπητοί Χριστιανοί, δέν θά μποροῦσα νά μήν ἀναφερθῶ στά ὅσα φοβερά καί ἐμετικά βλέπουν καθημερινά τό φῶς τῆς δημοσιότητας, καί ἀφοροῦν σέ ὁρισμένους ἐπίορκους μοναχούς, στήν ἀρτιπαγήσα (πρό διετίας περίπου) ἱερά Μονή Ὁσίου Ἀββακούμ στό χωριό Φτερικούδι, οἱ ὁποῖοι δέν στάθηκαν στό ὕψος τους, καί μέ τίς παρεκτροπές τους κατασκανδαλίζουν τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μας, καί δίνουν δυστυχῶς τήν εὐκαιρία σέ ’κείνους πού λέγουν, πώς εἶναι τάχα ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι οἱ χειρότεροι ἐχθροί της, στούς ἄθεους δηλαδή καί τούς αἱρετικούς, τούς προβατόσχημους αὐτούς λύκους, πού παρουσιάζονται, ὡς κατασκανδαλισμένοι τάχα, ὀρθόδοξοι χριστιανοί, πού στόχο ὅμως ἔχουν ὄχι τήν «κάθαρση», ὅπως διατυμπανίζουν, ἀλλά τήν ξεθεμελίωση καί τήν ἀπόρριψη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Καί στήν κατεδάφιση αὐτή συμβάλλουν, δυστυχῶς, καί οἱ ἀντιμαχόμενοι στήν ὅλη ὑπόθεση κληρικοί, πού καθημερινά τροφοδοτοῦν τά Μ.Μ.Ε. μέ νέες, σκανδαλώδεις πληροφορίες τοῦ δαιμονικοῦ αὐτοῦ σκανδάλου, πού συνταράσσει τήν Ἐκκλησία μας. Καί αὐτά (τά Μ.Μ.Ε.), πού μόνο τά σκάνδαλα ἑλκύουν τήν ὄσφρηση καί τήν ὅρασή τους, αὐτά πού δέν ἀσχολοῦνται μέ τήν Ἐκκλησία παρά μονάχα, ὅταν πρόκειται νά ἐλέγξουν σκάνδαλα τῶν λειτουργῶν της, αὐτά πού ποτέ δέν καταπιάστηκαν νά ἀναζητήσουν τούς ἁγίους της καί νά βοηθήσουν στήν προβολή τους, ὥστε νά γίνουν τά ὑγιῆ πρότυπα τῶν πελαγοδρομούντων σήμερα νέων μας, ἐν εἴδει τηλεοπτικοῦ «σήριαλ» τά προβάλλουν τμηματικά στίς ὀθόνες τῶν τηλεοράσεων, γιά νά εἶναι πιό δραστικό τό δηλητήριο καί νά πλήξει πιό ἀποτελεσματικά τήν Ἐκκλησία. Μέ τή σημερινή παντοδυναμία τους, ὁ ἔντυπος καί ἠλεκτρονικός τύπος φωτίζουν ἔντεχνα τά σκάνδαλα, γιά νά συμπεράνουν πώς ἡ Ἐκκλησία δέν μᾶς χρειάζεται πιά καί νά ρίξουν ἐναντίον της τόν «λίθον τοῦ ἀναθέματος».
Χριστιανοί μου!
Βαρύ ἁμάρτημα ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, χαρακτηρίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί γενικότερα ἡ Ἁγία Γραφή τό σκάνδαλο. Μεγάλη εὐθύνη καταλογίζει σέ ’κείνους, πού γίνονται ἀφορμή σκανδάλου, μέ ἀποτέλεσμα νά κλονίζονται οἱ πιστοί στήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη τους: «οὐαί τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι’ οὗ τό σκάνδαλον ἔρχεται», μᾶς λέγει ὁ Κύριος στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο (Ματθ. ιη’ 7), γιά νά προειδοποιήσει, ὅτι εἶναι προτιμό-τερο γιά κάτι τέτοιους ἀνθρώπους νά κρεμασθεῖ στόν τράχηλό τους βαριά μυλόπετρα καί νά καταποντισθοῦν στήν ἀνοικτή θάλασσα, παρά νά σκανδαλίσουν ἕναν ἀπό τούς ἀδύνατους καί ἁπλοϊκούς αὐτούς ἀνθρώπους. Προλέγει δέ ὅτι θά στείλει τούς Ἀγγέλους του, γιά νά περιμαζέψουν ἀπό τόν κόσμο ὅλους αὐτούς, πού προκαλοῦν σκάνδαλα, καί νά τούς ρίψουν στό καμίνι τῆς φωτιᾶς, στό πῦρ τῆς αἰώνίου κολάσεως.
Πράγματι, ἀδελφοί μου, εἶναι φοβεροί οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ Κυρίου, πού ἀπευθύνονται πρός ὅλους καί ἰδιαίτερα πρός ἐμᾶς τούς κληρικούς, πού θά ἔπρεπε νά εἴμαστε τό ἅλας τῆς γῆς καί τό φῶς τοῦ κόσμου. Παρόλα αὐτά, ὅμως, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί πάλι στό κεφ. ιη’ 7 τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου τονίζει: «Ἀνάγκη γάρ ἐστιν ἐλθεῖν τά σκάνδαλα», διότι, λέγει, ὅπως ἔχει τώρα ἡ κατάσταση τοῦ κόσμου τοῦ διεφθαρμένου κατ’ ἀνάγκη θά ἔλθουν τά σκάνδαλα. Γι’ αὐτό καί ὅλοι αὐτοί οἱ αὐστηροί ἐπικριτές τῆς Ἐκκλησίας, πού χρησιμοποιοῦν τή θρησκευτική εὐαισθησία ἁπλῶς «ὡς ἐπικάλυμμα τῆς κακίας», κατά τόν ἀπόστολο Πέτρο (Α’ Πέτρ. β’ 16), καί τοῦ μίσους τους κατά τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἀξιώνουν ἡ ἐγκόσμια ζωή τῆς Ἐκκλησίας νά ἀναπαύεται πάνω στήν ἀπόλυτη ἁγνότητα καί καθαρότητα, πού εἶναι καί ὁ ἰδανικός στόχος, δέν πρέπει νά λησμονοῦν ποτέ ὅτι ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν αὐτῶν κατά τρόπο ἀπόλυτο εἶναι ἰδεῶδες ἀνέφικτο στήν ἀνθρώπινη φύση. Καί ὅτι εἶναι ἀδύνατο μέσα στόν ἁμαρτωλό αὐτό κόσμο τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου νά ἀποτελεῖται ὁλόκληρο τό σῶμα τῶν κληρικῶν της καί ὁλόκληρο τό πλήρωμά της ἀπό ἔνσαρκους ἀγγέλους.
Ἡ Ἐκκλησία, χριστιανοί μου, εἶναι θεανθρώπινος ὀργανισμός καί στό ὁρατό, ἐξωτερικό, ἀνθρώπινο μέρος τοῦ θεανθρω-πικοῦ της μυστηρίου ὑπῆρχαν πάντοτε, ὑπάρχουν καί δυστυχῶς θά ὑπάρχουν καί στό μέλλον σκάνδαλα. Τό φαινόμενο αὐτό δέν εἶναι σημερινό, ἀλλά πάντοτε διά μέσου τῶν αἰώνων, συναυξάνονταν τά ζιζάνια μαζί μέ τόν σίτο καί πάντοτε ὑπῆρχαν προβλήματα μέ ἀμεταμόρφωτους ἀνθρώπους. Τό γεγονός, ὅμως, αὐτό σέ τίποτε δέν μειώνει τό κῦρος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως σέ ἠθικές ἀξίες, οὔτε δίνει τό δικαίωμα σέ κανένα νά ἀνατρέπει αὐτές τίς ἀρχές μέ πρόσχημα τίς παρεκτροπές καί τά σκάνδαλα μερικῶν ἐπιόρκων.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τούς μηχανισμούς καί τή δύναμη νά ἐπιτύχει τήν αὐτοκάθαρσή της, νά θεραπεύσει τίς πληγές της μέ τή δίκαιη τιμωρία τῶν ἐνόχων σκανδαλισμοῦ μέ βάση τούς ἱερούς Κανόνες καί τόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας μας, καί δέν χρειάζεται τούς αὐτόκλητους ἱεροεξεταστές, πού στόχο ἔχουν νά παρασύρουν τόν λαό μας καί, εἰ δυνατό, ὁλόκληρο τό ἔθνος μας, ὄχι μόνο στήν κατάκριση τῶν συγκεκριμένων ἐπιόρκων, ἀλλά καί στήν ἄρνηση τῆς Ὀρθοδοξίας, στήν κατεδάφιση τῆς Ἐκκλησίας, ἀποσιωπώντας ἐσκεμμένα τό ἐπιτελούμενο ἀπό τήν Ἐκκλησία πολυδιάστατο ἐθνικό, θρησκευτικό, πνευματικό, κοινωνικό, πολιτιστικό καί φιλανθρωπικό ἔργο.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ἀπομείνει τό ἔσχατο σημεῖο ἑνότητας, ὄχι μόνο τοῦ κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλά καί ὅλης τῆς ρωμιοσύνης. Ἄν ἀφήσουμε νά γκρεμιστεῖ μέσα μας ἡ Ὀρθοδοξία, τότε θά ὑπογράψουμε τήν καταδίκη μας. Θά ὁδηγηθοῦμε σέ ἀδιέξοδο. Θά ἔχουμε ἀνοίξει τήν πύλη τοῦ ἀφανισμοῦ μας. Ἡ στέρηση τοῦ ἔθνους μας ἀπό τήν Ἐκκλησία του, ἀπό τή μεταφυσική του παρηγοριά, θά τό ὁδηγήσει στήν ἠθική παραφροσύνη, στήν πνευματική ἀσφυξία, στόν ἀληθινό θάνατο. Γνωρίζουν οἱ ἐχθροί τοῦ γένους μας, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἀποτελεῖ τήν πεμπτουσία μας καί τήν ψυχή τοῦ ἔθνους μας. Γι’ αὐτό καί προσπαθοῦν, τήν ὑπέροχη αὐτή καί μοναδική ἐθνοποιό δύναμη, νά τήν ἐκμηδενίσουν καί νά τήν καταστήσουν ἄμαχη καί ἀνενέργητη, βάλλοντας καταιγιστικά ἐναντίον της. Γι’ αὐτό καί ἐπιβάλλεται ἡ ἐνεργοποίηση ὅλων τῶν Ἑλλήνων, γιά νά ἀνακοποῦν τά καταχθόνια σχέδιά τους νά κλονίσουν ἐκ θεμελίων τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Χριστιανοί μου!
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα. Ἄς ἀναλογισθοῦμε οἱ Ἕλληνες τίς εὐθύνες μας, ὅπως ἀπαιτοῦν οἱ κρίσιμες περιστάσεις τῶν καιρῶν μας, καί ἄς συναισθανθοῦμε τό χρέος μας ἀπέναντι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γιατί καί σήμερα ἡ Ἐκκλησία, παρ’ ὅλες τίς ἐλλείψεις πολλῶν, παρ’ ὅλα τά κατά καιρούς σκάνδαλα, πού τήν ταλανίζουν, καί παρ’ ὅλες τίς σφοδρές ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν της, παραμένει ἀσφαλής λιμένας, γιά τή γαλήνη καί τήν ἐνίσχυση τῶν ψυχῶν μέσα στή δοκιμαζόμενη ἀπό τόν ἀναβρασμό τῶν παθῶν καί τῶν ὑλιστικῶν θεωριῶν, ἀνθρωπότητα.
Χωρίς τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ ἄσβεστη λυχνία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν μποροῦμε νά ξαναβροῦμε τόν χαμένο ἑαυτό μας. Δέν ὑπάρχει ἄλλη δύναμη, γιά νά ἀνακόψει τήν περαιτέρω κατολίσθησή μας στό νοσογόνο τέλμα τῆς σήψεως, ἀπό τήν Ἑλληνορθόδοξή μας παράδοση, τῆς ὁποίας φρουρός ἀκοίμητος εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, μέσα ἀπό μύριες ὅσες ἀντιξοότητες, ἀπό διωγμούς σκληρούς καί αἱματοχυσίες ἀπερίγραπτες, ἐξακολουθεῖ νά ἐκπέμπει μέχρι σήμερα τή γλυκειά καί ἀνέσπερη ἀκτινοβολία της. Οἱ κήρυκες τοῦ θανάτου τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ὁρατοί καί ἀόρατοι ἐχθροί της ἔρχονται καί παρέρχονται, ἡ πίστη ὅμως στήν Ὀρθοδοξία μένει κυρίαρχη στίς καρδιές ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Οἱ πολέμιοί της πεθαίνουν, σβήνουν, λησμονοῦνται καί μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐπειδή ἔχει κυβερνήτη καί πηδαλιοῦχο της τόν Ἰησοῦν Χριστόν, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, «ποντίζεται» μέν, ἀλλά οὐδέποτε «καταποντίζεται».
Ὅσοι πιστοί, ὀρθόδοξοι ἀδελφοί! Ὅσοι «νιώθετε στά στήθη χαλασμό», γιά τά μεγάλα ἰδανικά τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας, σταθεῖτε ἑδραῖοι κάτω ἀπό τά ἱερά της λάβαρα καί ἐργασθεῖτε. Ἄς ἐργασθοῦμε ὅλοι, γιά νά προσανατολίσουμε τή ζωή τοῦ λαοῦ μας πρός τήν Ἀλήθεια, ἀφοῦ προηγουμένως γίνει δικό μας βίωμα ἡ Ὀρθοδοξία.
«Στερέωσον, Κύριε, τήν Ἐκκλησίαν, ἥν ἐκτήσω τῷ τιμίῳ σου αἵματι». Ἀμήν.