Κυριακή Ζ΄ Επιστολών, Αποστολικό Ανάγνωσμα: Ρωμ. ιε’ 1-7 (23-07-2023)
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. Ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν· καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ. Ὅσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, όσοι έχουμε δυνατή πίστη οφείλουμε να ανεχόμαστε τις αδυναμίες αυτών που έχουν αδύναμη πίστη, και να μην κάνουμε ό,τι αρέσει σ’εμάς. Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον, ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό κι έτσι να συντελεί στην οικοδομή της εκκλησίας. Άλλωστε, κι ο Χριστός δεν έζησε για να ευαρεστήσει τον εαυτό του, αλλά, όπως λέει η Γραφή, οι ύβρεις όσων σ’ έβριζαν, Θεέ, έπεσαν πάνω μου. Να ξέρετε ότι όσα γράφτηκαν στις Γραφές, έχουν γραφτεί για να μας διδάσκουν. Έτσι, με την υπομονή και την ενθάρρυνση που δίνει η Γραφή, θα στηριχτεί η ελπίδα μας. Είθε ο Θεός, που χαρίζει την υπομονή και την ενθάρρυνση, να σας δώσει την ομόνοια σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού. Έτσι, όλοι μαζί με μια φωνή θα δοξάζετε το Θεό, τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Να δέχεστε ο ένας τον άλλο, όπως δέχτηκε κι εσάς ο Χριστός, για να δοξάζεται ο Θεός.Αδελφοί, οφείλομεν δε ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν, και μη εαυτοίς αρέσκειν. έκαστος ημών τω πλησίον αρεσκέτω εις το αγαθόν προς οικοδομήν· και γαρ ο Χριστός ουχ εαυτώ ήρεσεν, αλλά καθώς γέγραπται, οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ᾿ εμέ. όσα γαρ προεγράφη, εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ίνα διά της υπομονής και της παρακλήσεως των γραφών την ελπίδα έχωμεν. ο δε Θεός της υπομονής και της παρακλήσεως δώη υμίν το αυτό φρονείν εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν, ίνα ομοθυμαδον εν ενί στόματι δοξάζητε τον Θεόν και πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. διό προσλαμβάνεσθε αλλήλους, καθώς και ο Χριστός προσελάβετο υμάς εις δόξαν Θεού.
Σχολιασμός
Το αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρεται στη σχέση που πρέπει να έχουν τα μέλη της Εκκλησίας μεταξύ τους, αλλά και για την ενότητα που πρέπει να έχει η Εκκλησία και η οποία πηγάζει από την ενότητα μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος. «Υμείς δε έστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους ( Α΄Κορ. 12:27). Σκοπός του απ. Παύλου είναι στην Εκκλησία να υπάρχει πάντοτε ενότητα και ομοφροσύνη, χωρίς διαιρέσεις και σχίσματα μεταξύ των χριστιανών μελών της Εκκλησίας, του Σώματος του Χριστού.
Κατά τον Γέροντα Πορφύριο «Μέσα στην Εκκλησία όλοι είναι ένα και ο Χριστός είναι η κεφαλή. Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι ένα. Το σώμα της Εκκλησίας τρέφεται, αγιάζεται, ζει με το Χριστό». Με αυτές τις προϋποθέσεις «το σώμα της Εκκλησίας γίνεται ο χαρισματικός χώρος, όπου συγκροτείται, βιώνεται και φανερώνεται η ενότητα των πιστών ως εικόνα της τριαδικής ενότητας. Η ενότητα αυτή αποτελεί καρπό μεθέξεως των πιστών στη χάρη του Τριαδικού Θεού και συνιστά έκφραση του ήθους της ενιαίας καθολικής Εκκλησίας, ως αδιάσπαστης ενότητας και ιδεώδους κοινωνίας προσώπων». (Η τριαδική ενότητα και η ενότητα των πιστών κατά το Μ. Αθανάσιο. Δημητρίου Ι. Τσελεγγίδη Καθηγητού Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ).
Για την επίτευξη του στόχου της ενότητας της Εκκλησίας, ο απόστολος Παύλος προτείνει κάποια πρακτικά μέτρα που αφορούν τη σχέση και συμπεριφορά μας μέσα στην Εκκλησία και έναντι των άλλων. Έτσι, λέγει ότι εμείς οι χριστιανοί έχουμε κάποιες οφειλές (οφείλομεν) σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να ανταποκριθούμε απέναντι στους άλλους χριστιανούς, τα μέλη της Εκκλησίας. Δηλαδή, αυτοί που είναι πνευματικά δυνατοί, οχυρωμένοι με τη χάρη του Τριαδικού Θεού, είναι υποχρεωμένοι να «βαστάζουν τα ασθενήματα των άλλων», δηλαδή να ανεχόμαστε και να συγχωρούμε τις όποιες αδυναμίες έχουν οι άλλοι. Οφείλουμε, επομένως, εάν θεωρούμε τους εαυτούς μας δυνατούς πνευματικά να υπομένουμε και να ανεχόμαστε τις αδυναμίες και τα ελαττώματα των άλλων, που πιθανό να είναι αδύναμοι πνευματικά. Αν και πρέπει, ακόμα και αν έτσι έχουν τα πράγματα, να προσέξουμε ιδιαιτέρως, γιατί η αίσθηση της πνευματικής δύναμης μπορεί να υποκρύπτει εωσφορικό εγωισμό και να είμαστε εμείς που έχουμε ανάγκη στήριξης από τους άλλους. Ο απόστολος Παύλος μιλά με κριτήριο τον εαυτό του και γνωρίζουμε την πνευματική του δύναμη και ενίσχυση από το Άγιο Πνεύμα.
Κατά τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο «έγινες δυνατός; Δώσε την ευχαριστία και την ευγνωμοσύνη στο Θεό, ανεχόμενος και υπομένων τον αδελφό σου με απώτερο σκοπό να τον διορθώσεις. Θυμήσου τον Παύλο που έλεγε, ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδίσω…τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω (Α΄ Κορ. 9:19-22). Ακόμα συμβουλεύει λέγοντας: αλλήλων τα βάρη βαστάζετε (Γαλ. 6:2). Είναι καθήκον μας μέσα στην ενότητα που υπάρχει στην Εκκλησία, ότι πρέπει να συμπαραστεκόμαστε στους πνευματικά αδύνατους αδελφούς μας. Αυτό το οποίο κάνουμε πρέπει να το κάνουμε για το συμφέρον όλων των μελών της Εκκλησίας και όχι μόνο για το δικό μας. Αυτό φαίνεται και πάλιν από τα λόγια του απ. Παύλου προς τους Κορινθίους: «Πάντα πάσιν αρέσκω, μη ζητών το εμαυτού συμφέρον, αλλά το των πολλών ίνα σωθώσι» (Α΄ Κορ. 10:33).
Ο κάθε άνθρωπος έχει ως σκοπό μέσα στην ενότητα των μελών της Εκκλησίας, να προσπαθήσει να ανταποκριθεί στην αποστολή του ως μέλος του ιδίου σώματος του Χριστού και να ενεργεί προς την οικοδομήν του σώματος αυτού και όχι για το θεαθήναι ή να προκαλεί σκανδαλισμό των άλλων ανθρώπων. Για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να έχουμε και κάποια εφόδια ως χριστιανοί που είμαστε, την υπομονή και το θάρρος που αντλούμε μέσα από τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Δηλαδή αντλούμε δύναμη και υπομονή από την Αγία Γραφή, για να μπορέσουμε να αντισταθούμε στους πειρασμούς και στις δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε από τα μέλη της Εκκλησίας. Εκτός από την Αγία Γραφή την υπομονή μας την παρέχει και ο ίδιος ο Θεός: «Ο δε Θεός υπομονής και της παρακλήσεως δώη υμίν το αυτό φρονείν εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν». Για να υπάρχει η ενότητα μεταξύ των μελών της Εκκλησίας πρέπει να τηρούμε το θέλημα του Θεού, να υποτάξουμε το δικό μας θέλημα στο θέλημα του Χριστού. Θέλημα δε του Τριαδικού Θεού είναι να μη διασπάται η ενότητα της Εκκλησίας. «Ει τις ουν παράκλησις εν Χριστώ ει τι παραμύθιον αγάπης ει τις κοινωνία πνεύματος ει τις σπλάγχνα και οικτιρμοί, πληρώσατε μου την χαράν ίνα το αυτό φρονήτε την αυτήν αγάπην έχοντες σύμψυχοι το εν φρονούντες» (Φιλ. 2: 1-2).
Η αλήθεια αυτή διαφαίνεται κατά το Μ. Αθανάσιο και από την αρχιερατική προσευχή του Χριστού, ο οποίος ζητεί από τον Πατέρα του την ενότητα των πιστών κατά το υπόδειγμα της δικής τους ενότητας (Ιω. 17: 21). (Η τριαδική ενότητα και η ενότητα των πιστών κατά το Μ. Αθανάσιο Δημητρίου Ι.Τσελεγγίδη Καθηγητού Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ)
Η ενότητα των πιστών δεν οφείλεται σ’ αυτούς, αλλά είναι έργο της χάρης του Αγίου Πνεύματος. Έτσι η ενότητα των πιστών βιώνεται και εκφράζεται κατά μίμηση της ενότητας του Τριαδικού Θεού. Ο Απ. Παύλος αναφέρει ότι η ενότητα αυτή πρέπει να γίνεται «εις δόξαν Θεού», αντιθέτως οι διαιρέσεις και οι διχογνωμίες των χριστιανών έχουν ως αποτέλεσμα να βλασφημείται το όνομα του Θεού. «Το γαρ όνομα του Θεού δι υμάς βλασφημείται εν τοις έθνεσιν» (Ρωμ. 2:24). Η στάση και συμπεριφορά των Χριστιανών, αντίθετα, πρέπει να γίνεται αιτία δοξολογίας και λατρείας του Θεού.
Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. θ’ 27-35 (23-07-2023)
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγοντι τῷ Ἰησοῦ, ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. Ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· ναί, Κύριε. Τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. Οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός, καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες ὅτι οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, όταν προχώρησε ο Ιησούς τον ακολούθησαν δύο τυφλοί, που φώναζαν κι έλεγαν: «Σπλαχνίσου μας, Υιέ του Δαβίδ!» Κι όταν έφτασε στο σπίτι, πήγαν κοντά του οι τυφλοί, και ο Ιησούς τους λέει: «Πιστεύετε πως μπορώ να το κάνω αυτό;» Του λένε: «Ναι, Κύριε». Τότε άγγιξε τα μάτια τους και είπε: «Όπως το πιστεύετε να σας γίνει». Κι ανοίχτηκαν τα μάτια τους. Τότε ο Ιησούς τους πρόσταξε λέγοντας: «Προσέξτε να μην το μάθει κανένας». Αυτοί όμως, μόλις βγήκαν έξω, διέδωσαν τη φήμη του σ΄ όλη την περιοχή εκείνη. Ενώ έβγαιναν έξω οι δύο τυφλοί, του έφεραν έναν κωφάλαλο δαιμονισμένο. Μόλις έδιωξε το δαιμόνιο, μίλησε ο κωφάλαλος. Κι ο κόσμος θαύμασε και είπε: «Ποτέ ως τώρα δεν είδαν οι Ισραηλίτες τέτοια πράγματα!» Οι Φαρισαίοι όμως έλεγαν: «Με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμόνων διώχνει τα δαιμόνια». Ο Ιησούς περιόδευε σ΄ όλες τις πόλεις και στα χωριά, δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον ερχομό της βασιλείας του Θεού και γιάτρευε κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία στο λαό.
Σχολιασμός
Την πολύ μεγάλη σημασία της πίστης στη ζωή μας έρχεται να μας τονίσει ακόμα μια φορά η Εκκλησία, μέσα από αυτή την περικοπή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Ακολούθησαν τον Ιησού στο δρόμο δυο τυφλοί, μας διηγείται ο ευαγγελιστής, φωνάζοντας «ελέησέ μας, υιέ του Δαβίδ». Και μόλις έφτασαν στο σπίτι, τους ρωτά: «Πιστεύετε ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που ζητάτε;» -«Ναί, Κύριε», του απαντούν, κι Εκείνος άγγιξε τα μάτια τους λέγοντας «ας γίνει σύμφωνα με την πίστη σας». Αμέσως οι τυφλοί θεραπεύτηκαν, και παρ’ ότι ο Κύριος τους συνέστησε με αυστηρό τόνο κανείς να μη μάθει για το θαύμα αυτό, εκείνοι τον εξυμνούσαν σ’ όλη την περιοχή. Στη συνέχεια, έφεραν στον Ιησού έναν άνθρωπο κωφό και δαιμονισμένο. Και μόλις ο Κύριος έδιωξε το δαιμόνιο, αμέσως μίλησε ο άνθρωπος εκείνος, ενώ ο κόσμος θαύμαζε και έλεγε: «τέτοια θαύματα ουδέποτε έγιναν στο Ισραήλ». Οι Φαρισαίοι πάλι έλεγαν ότι βγάζει τα δαιμόνια στο όνομα του άρχοντα των δαιμονίων. Ωστόσο ο Χριστός, συνέχισε να περιοδεύει στις πόλεις και τα χωριά, κηρύσσοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού, και θεραπεύοντας κάθε ασθένεια του λαού.
Βλέπουμε δυο θαύματα που έκανε ο Χριστός. Το ένα είναι ότι θεράπευσε δυο τυφλούς, που απέκτησαν αμέσως το φως τους και είδαν τα δημιουργήματα του Θεού. Το άλλο είναι ότι θεράπευσε έναν κωφό, του οποίου η κώφωση ήταν συνέπεια δαιμονικής κατάστασης και δεν ήταν απλώς μια σωματική ασθένεια. Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού. Το σώμα του έχει διάφορες αισθήσεις μεταξύ των οποίων είναι η όραση και η ακοή. Με την όραση βλέπουμε την δημιουργία του Θεού και κινούμαστε με ευχέρεια. Με την ακοή μπορούμε να ακούμε και να συνεννοούμαστε με τους ανθρώπους. Τι θα ήμασταν χωρίς αυτές τις σημαντικές αισθήσεις! Οι άνθρωποι που τις στερούνται καταλαβαίνουν την αξία τους, αν και ο Θεός τους δίνει δύναμη για να ξεπερνούν το πρόβλημά τους. Ο Χριστός έκανε πολλά θαύματα αποδεικνύοντας στους ανθρώπους ότι αυτός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας και ότι αυτά που έκανε είναι προμηνύματα της νέας ζωής που εγκαινίασε. Τα θαύματα ήταν απόδειξη της Μεσσιανικής Του ιδιότητας, πέρα από την αγάπη που έδειχνε στους ανθρώπους που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες σωματικές και ψυχικές.
Τη σημασία της πίστης για την πνευματική μας ζωή αλλά και για την πραγματοποίηση κάθε θαύματος και κάθε αιτήματός μας προς τον Θεό, τονίζεται επίσης. «Σύμφωνα με την πίστη σας ας γίνει», λέει ο Χριστός, θέλοντας να δείξει σε όλους ότι για να πραγματοποιηθεί το θαύμα, είναι απαραίτητο να γίνει το προσωπικό μας θαύμα μέσα στην καρδιά μας, η απόκτηση δηλαδή της πίστης, που δεν είναι άλλο από την υπέρβαση του ορθολογισμού και του υλικού τρόπου θεώρησης των πραγμάτων. Ακόμη, μέσα από τα δύο θαύματα, υπογραμμίζεται για άλλη μια φορά το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας, ότι ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική οντότητα και επιτελεί το θαύμα με γνώμονα την σωτηρία του ανθρώπου.
Εκείνο ωστόσο που ξεχωρίζει στην περικοπή αυτή, είναι ότι ο Χριστός, με αυστηρό τόνο, λέει στους θεραπευμένους τυφλούς να μη πουν σε κανένα για το θαύμα που τους έκανε. Άσχετα από την παρακοή που οι ίδιοι επέδειξαν, η σημασία της επισήμανσης αυτής από τον ευαγγελιστή Ματθαίο είναι πολύ σημαντική για την πνευματική μας ζωή. Ο Χριστός, τελεί το θαύμα με κύριο γνώμονα την ψυχική και την πνευματική μας υγεία. Το θαύμα δηλαδή αποτελεί υπόθεση σωτηριολογική, που αφορά τον Θεό, που το επιτελεί, και τον άνθρωπο που δέχεται τη συγκεκριμένη ευεργεσία. Εκείνο που οφείλει σε κάθε περίπτωση ο πιστός, ειδικά στην περίπτωση του θαύματος, είναι να δοξολογήσει τον Θεό, να Τον ευχαριστήσει μέσα από όλη την καρδιά του, να συναισθανθεί το μεγαλείο του Θεού και να οδηγηθεί σε μεγαλύτερη μετάνοια, προσευχή και κοινωνία με τον Θεό. Ο Θεός δεν επιτελεί το θαύμα για να διαφημίσει την θεότητά Του, δεν έχει ανάγκη διαφήμισης. Άλλωστε, οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στη δύναμη του Θεού, όσα θαύματα και αν γίνουν μπροστά στα μάτια τους, θα συνεχίσουν να είναι άπιστοι και να αμφισβητούν τα πάντα, όπως οι Φαρισαίοι της περικοπής.
Εφόσον δεν ήταν δυνατό ν’ αμφισβητήσουν το αυταπόδεικτο θαύμα, μάρτυρας του οποίου είναι ο ίδιος ο λαός, συκοφαντούν τον Χριστό, διαστρέφουν την πραγματικότητα, ταυτίζοντας τον Χριστό με τον διάβολο. Αποσκοπούν στον κλονισμό της εμπιστοσύνης του λαού στο πρόσωπο του Ιησού. Η φαρισαϊκή στάση δεν είναι ανεξήγητη. Η δράση του Κυρίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του επί γης βίου Του, φανερώνει την δαιμονικότητα του φαρισαϊσμού, που φορούσε, διαρκώς, τον μανδύα της θρησκευτικότητας, με σκοπό την διαιώνιση της πνευματικής εξουσίας επί του λαού, με τρόπο που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης. Ο Χριστός έρχεται και αποκαλύπτει την φαρισαϊκή υποκρισία, γι΄ αυτό πρέπει, πάση θυσία, να σιωπήσει, αφού πρώτα συκοφαντηθεί. Η φαρισαϊκή αυτή στάση, επίσης, δεν αφορά μόνο εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, είναι διαχρονική και επαναλαμβανόμενη. Όσο η Εκκλησία δρα και ενεργεί θεραπευτικά στον κόσμο και διακονεί το θέλημα του Θεού, τόσο αναφύονται μέσα στην κοινωνία φαρισαϊκές δυνάμεις – ενίοτε και μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους – οι οποίες προσπαθούν να καταστρέψουν το έργο Της, κυρίως όταν αντιλαμβάνονται ότι το έργο αυτό αναπαύει τους ανθρώπους και θερμαίνει την πνευματική τους ζωή μέσα στην Εκκλησία.