Κυριακή της Πεντηκοστής, Αποστολικό Ανάγνωσμα: Πράξεις των Αποστόλων β’ 1-11
(12-06-2022)
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός͵ καὶ ἐκάθισεν ἐφ΄ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν͵ καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες πνεύματος ἁγίου͵ καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ πνεῦμα ἐδίδου ἀποφθέγγεσθαι αὐτοῖς. ῏Ησαν δὲ ἐν Ἰερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι͵ ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθεν τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη͵ ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. Ἐξίσταντο δὲ καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους͵ Οὐχ ἰδοὺ ἅπαντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν; Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται͵ καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν͵ Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν͵ Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν͵ Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν͵ Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην͵ καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ῥωμαῖοι͵ Ἰουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι͵ Κρῆτες καὶ Ἄραβες͵ ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Όταν έφτασε η ημέρα της Πεντηκοστής, ήταν όλοι μαζί συγκεντρωμένοι με ομοψυχία στο ίδιο μέρος. Ξαφνικά ήρθε από τον ουρανό μια βουή σαν να φυσούσε δυνατός άνεμος, και γέμισε όλο το σπίτι όπου έμεναν. Τότε τους παρουσιάστηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, που μοιράστηκαν και κάθισαν από μία στον καθένα απ΄ αυτούς. Όλοι τότε πλημμύρισαν από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα. Στην Ιερουσαλήμ βρίσκονταν τότε ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου. Όταν ακούστηκε αυτή η βουή, συγκεντρώθηκε πλήθος απ΄ αυτούς και ήταν κατάπληκτοι, γιατί ο καθένας τους άκουγε τους αποστόλους να μιλάνε στη δική του γλώσσα. Έμεναν όλοι εκστατικοί και με απορία έλεγαν μεταξύ τους: «Μα αυτοί όλοι που μιλάνε δεν είναι Γαλιλαίοι; Πώς, λοιπόν, εμείς τους ακούμε να μιλάνε στη δική μας μητρική γλώσσα; Πάρθοι, Μήδοι και Ελαμίτες, κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Ιουδαίας και της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Ασίας, της Φρυγίας και της Παμφυλίας, της Αιγύπτου, και από τα μέρη της λιβυκής Κυρήνης, Ρωμαίοι που είναι εγκατεστημένοι εδώ, Κρητικοί και Άραβες, όλοι εμείς, είτε ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας για τα θαυμαστά έργα του Θεού».
Η Πεντηκοστή
Ο Ιησούς Χριστός μετά την Ανάστασή του, για σαράντα μέρες εμφανιζόταν στους μαθητές του για να τους ενθαρρύνει και να πειστούν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι ο ίδιος ο Κύριος και Διδάσκαλός τους, ο οποίος έπαθε, τάθηκε και αναστήθηκε. Η προτροπή του αναστημένου Κυρίου προς τους μαθητές του ήταν: «από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι», να παραμείνουν δηλαδή στην Αγία Πόλη και εκεί να περιμένουν «την επαγγελία του Πατρός» (Πραξ. 1,4). Αυτή την υπόσχεση ο Ιησούς Χριστός την επανέλαβε και λίγο πριν την Ανάληψή του: «και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός μου εφ΄ υμάς• υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ΄ ύψους» (Λουκ.24,49).
Η επαγγελία αυτή του Ιησού Χριστού πραγματοποιήθηκε πενήντα ημέρες μετά την Ανάσταση και δέκα ημέρες μετά από την Ανάληψή Του στους ουρανούς. Έτσι, την ημέρα αυτή εορτάζουμε την εορτή της Πεντηκοστής, κατά την οποία τιμούμε την Αγία Τριάδα, ενώ την επόμενη ημέρα τιμούμε ξεχωριστά το Άγιο Πνεύμα. Η εορτή, λοιπόν, της Πεντηκοστής, εορτή της Αγίας Τριάδος, είναι η τελευταία επι γης πράξη της θείας Οικονομίας και η τελευταία εορτή του κύκλου του Πεντηκοσταρίου. Σημειώνεται χαρακτηριστικά στην υμνογραφία της ημέρας: «Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία…» (Κάθισμα όρθρου εορτής).
Οι Απόστολοι υπακούοντας στην προτροπή του Κυρίου, παρέμεναν στα Ιεροσόλυμα και περίμεναν την εκπλήρωση της υπόσχεσής Του, η οποία πραγματοποιείται κατά την ημέρα της ιουδαϊκής Πεντηκοστής. Η Πεντηκοστή μια από τις τρεις μεγαλύτερες εορτές των Ιουδαίων, ήταν η εορτή της ευχαριστίας και των απαρχών, δηλαδή της προσφοράς στο Θεό από τους νέους καρπούς. Εορταζόταν πενήντα μέρες από το ιουδαϊκό Πάσχα και αποτελούσε την ανάμνηση της σύναψης της διαθήκης ανάμεσα στο Θεό και τον Ισραήλ στο Σινά. Η παράδοση των Ιουδαίων αναφέρει ότι ο νόμος δόθηκε πενήντα μέρες μετά την αναχώρησή τους από την Αίγυπτο. Έτσι πενήντα μέρες μετά την έξοδο των Ισραηλιτών από τη δουλεία της Αιγύπτου δόθηκε ο νόμος και πενήντα μέρες μετά την Ανάσταση του Κυρίου πραγματοποιείται η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος.
Την ημέρα αυτή λοιπόν όλοι οι Απόστολοι βρίσκονταν συγκεντρωμένοι «ομοθυμαδόν επί το αυτό». Βρίσκονταν δηλαδή συγκεντρωμένοι με ενότητα και ομοψυχία για την κοινή προσευχή στο υπερώο, όπου άλλοτε πραγματοποιήθηκε και ο Μυστικός Δείπνος. Ξαφνικά και απροσδόκητα ακούστηκε από τον ουρανό μια φοβερή βοή, που έμοιαζε με δυνατό άνεμο και γέμισε όλο το σπίτι, στο οποίο διέμεναν οι μαθητές. Η αίσθηση αυτή καταδεικνύει τον υπερφυσικό χαρακτήρα του φαινομένου. Η παρομοίωση του ήχου με την πνοή δηλώνει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, όπως και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός το σημειώνει στο διάλογό του με το Νικόδημο: «το πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ΄ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει…» (Ιωαν. 3,8). Η οικία γεμάτη από την πνοή του Αγίου Πνεύματος «καθάπερ κολυμβήθρα γέγονεν ύδατος», όπως λεει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Γίνεται η κολυμβήθρα, ώστε να πραγματοποιηθεί η βάπτιση των μαθητών «εν Πνεύματι», όπως τους το υποσχέθηκε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός: «υμείς δε βαπτισθήσεσθε εν Πνεύματι Αγίω ου μετά πολλάς ταύτας ημέρας» (Πραξ.1,5).
Μετά τη βοή εμφανίζονται οι πύρινες γλώσσες, οι οποίες κάθονται σε κάθε Απόστολο χωριστά. Η φωτιά συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα, ενώ η διανομή των πυρίνων γλωσσών δηλώνει τη δωρεά, τον πλούτο και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η επιλογή του χαρακτηρισμού «πύρινες γλώσσες» λαμβάνει και μια άλλη διάσταση που αφορά στο κήρυγμα των Αποστόλων. Οι Απόστολοι δέχονται ο καθένας χωριστά τη δωρεά και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος με τη μορφή των «πυρίνων γλωσσών», γιατί με τη σωματική τους γλώσσα επρόκειτο να κηρύξουν και να διαδώσουν σε όλο τον κόσμο το μήνυμα του ευαγγελίου. Εξάλλου η χρήση του όρου «πυρ» συναντάται πολύ συχνά στην Αγία Γραφή και δηλώνει την παρουσία και ενέργεια του Θεού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της «φλεγομένης» και μη «καιομένης» βάτου, την οποία αντίκρισε ο Μωυσής, ανεβαίνοντας στο όρος Σινά.
Οι μαθητές του Ιησού Χριστού έλαβαν για πρώτη φορά το Άγιο Πνεύμα, όταν συνάντησαν τον αναστημένο Διδάσκαλο: «και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς, λάβετε Πνεύμα Άγιον, αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιωαν.20,22-23). Ωστόσο η μετοχή αυτή αποτελούσε την πρόγευση της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος, που επρόκειτο να γίνει κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Οι μαθητές λοιπόν κατά την Πεντηκοστή «επλήσθησαν Πνεύματος Αγίου», δέχτηκαν άφθονη την έκχυση του Αγίου Πνεύματος, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα ενοικεί σ΄ αυτούς και λαμβάνουν όλο τον πλούτο των χαρισμάτων. Αυτή η πλημμύρα της χάρης του Αγίου Πνεύματος γίνεται αμέσως εμφανής αφού «ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις», άρχισαν δηλαδή να μιλούν ξένες γλώσσες, τι οποίες μέχρι τότε δεν γνώριζαν. Έτσι εκπληρώνεται ακόμα μια υπόσχεση του Ιησού Χριστού προς αυτούς λίγο πριν την Ανάληψή Του «γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς» (Μαρκ. 16,17). Η γλωσσολαλιά ήταν ένα υπερφυσικό γεγονός και αποτελούσε χάρισμα του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που δίνει στους Αποστόλους την ικανότητα να χρησιμοποιούν ξένες γλώσσες, που ποτέ δεν είχαν μάθει «καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι». Εξάλλου με το χάρισμα αυτό γίνεται μία αποκατάσταση της ενότητας του κόσμου, η οποία είχε διασπαστεί κατά την κατασκευή του πύργου της Βαβέλ με τη σύγχυση των γλωσσών (Γεν. 11,1-9). Τότε η ποικιλία των γλωσσών υπήρξε αιτία διαμάχης και χωρισμού, τώρα το χάρισμα της γλωσσολαλιάς γίνεται πηγή ενότητας, ενώ ταυτόχρονα δίδει την οικουμενική διάσταση του κηρύγματος των Αποστόλων και του έργου της Εκκλησίας γενικότερα. Άλλωστε αυτό ψάλλουμε και στο κοντάκιο της ημέρας: «ότε καταβάς τάς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν έθνη ο Ύψιστος· ότε του πυρός τας γλώσσας διένειμεν, εις ενότητα πάντας εκάλεσε, και συμφώνως δοξάζομεν το πανάγιον Πνεύμα».
Η εορτή της ιουδαϊκής Πεντηκοστής προσείλκυε στα Ιεροσόλυμα πλήθη Ιουδαίων από όλα τα μέρη του κόσμου, που συγκεντρώνονταν στην Αγία Πόλη για να προσκυνήσουν. Κατά την ημέρα της επιφοίτησης, λοιπόν, του Αγίου Πνεύματος ο ήχος που προερχόταν από τον ουρανό, φαίνεται ότι δεν ακούστηκε μόνο εντός της οικίας, στην οποία βρίσκονταν οι μαθητές, αλλά και εκτός αυτής. Το γεγονός αυτό προξενεί απορία στα πλήθη και έτσι πολλοί άνθρωποι συγκεντρώνονται έξω από το υπερώο, όπου με έκπληξη ακούν τους Αποστόλους να μιλούν στη δική τους ο καθένας γλώσσα. Η έκπληξή τους μετατρέπεται σε θαυμασμό και απορία γιατί οι ασήμαντοι ψαράδες της Γαλιλαίας, χωρίς κάποια ιδιαίτερη παιδεία, μπορούν να μιλούν σε διάφορες γλώσσες. Το συγκεντρωμένο πλήθος ακούει τους Αποστόλους να διαλαλούν τα «μεγαλεία του Θεού», τα θαυμαστά δηλαδή γεγονότα της θείας Οικονομίας στη μητρική τους γλώσσα. Η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, το Πάθος, ο Σταυρός, η ένδοξη Ανάσταση, η Ανάληψη και η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, αποτελούσαν τα μεγάλα γεγονότα της θείας Οικονομίας, τα οποία οι Απόστολοι διακήρυτταν στους Ιουδαίους, φωτισμένοι και εμπνεόμενοι από το Άγιο Πνεύμα που προ ολίγου είχαν λάβει.
Βέβαια το Άγιο Πνεύμα ήταν πάντοτε παρόν, μαζί με τα άλλα δύο Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το Άγιο Πνεύμα ήταν παρόν κατά τη δημιουργία του κόσμου και σε όλα τα μετέπειτα γεγονότα της θείας Οικονομίας. «Και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν.2,1), το Άγιο Πνεύμα δηλαδή κατά τη δημιουργία επιφερόταν πάνω στα ασχημάτιστα νερά. Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε με τη συνέργεια του Αγίου Πνεύματος: «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ.1:35), είναι το μήνυμα του αρχαγγέλου Γαβριήλ προ την Θεοτόκο. «Το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» (Ματθ.1,20) διαβεβαιώνει αργότερα ο άγγελος Κυρίου τον Ιωσήφ. Το Άγιο Πνεύμα, παρίσταται στη Βάπτιση του Κυρίου για να επιβεβαιώσει τη μεσσιανική Του ιδιότητα (Ματθ.3, 16-17) και κατόπιν θα γίνει ο συνεχιστής του έργου Του: «όταν έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωαν.16,13).
Από την ημέρα της Πεντηκοστής και εξής η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία είναι διαρκής και ακατάλυτη. Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Κυρίου και ο ίδιος η κεφαλή αυτού του Σώματος, ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που εμψυχώνει, ενδυναμώνει και καθοδηγεί αυτό το Σώμα. Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, με «διαιρέσεις χαρισμάτων», με «διαιρέσεις διακονιών», με «διαιρέσεις ενεργημάτων» (Α’Κορ.12,4-6). Οι καρποί του Αγίου Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια (Γαλ.5,22-23). Κάθε αγαθό και δωρεά που δίνεται στους ανθρώπους είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα μοιράζει χαρίσματα στους πιστούς και έτσι σε άλλον «δίδοται λόγος σοφίας, άλλω δε λόγος γνώσεως κατά το αυτό Πνεύμα, ετέρω δε πίστις εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων, άλλω δε προφητεία, άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων, ετέρω δε γένη γλωσσών, άλλω δε ερμηνεία γλωσσών. Πάντα δε ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται» (Α’Κορ.12,8-11). Σε ότι αφορά την οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας το «Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιποιήσατο δια του ιδίου αίματος» (Πραξ.20:28). Επιπλέον «έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφ. 4:11-12). Η κάθε διακονία μέσα στην Εκκλησία είναι έργο του Αγίου Πνεύματος.
Όπως ψάλλουμε και στη σχετική υμνογραφία της ημέρας, το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». Το Άγιο Πνεύμα φώτισε τους Αποστόλους στο έργο της διάδοσης του ευαγγελίου, ενδυνάμωσε τους μάρτυρες, καθοδήγησε τους επισκόπους στην ερμηνεία των Γραφών και στην ορθή διατύπωση των δογμάτων, φώτισε τους όσιους και ασκητές. Το Άγιο Πνεύμα ενεργεί τη χάρη των μυστηρίων της Εκκλησίας, αναδεικνύει τους ποιμένες της και χαρίζει τις άκτιστες ενέργειές του, ώστε όλοι οι άνθρωποι να γίνουν μέτοχοι της σωτηρίας. Το Άγιο Πνεύμα δεν ενοικεί μόνο στο σώμα της Εκκλησίας, αλλά και σε κάθε πιστό χωριστά. Όλοι κατά την ώρα του βαπτίσματος και της χρίσης με άγιο Μύρο, λαμβάνουμε τη σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Όπως λέγει χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος «ναός Θεού εστέ και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν» (Α΄Κορ.3,16). Αν κάποιος δεν έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, αυτός δεν ανήκει στο σώμα της Εκκλησίας (Ρωμ.8,9).
Το Άγιο Πνεύμα θα παραμένει μέσα στην Εκκλησία «εις τον αιώνα», όπως ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός το υποσχέθηκε στους μαθητές του: «και εγώ ερωτήσω τον πατέρα και άλλον παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μείνη μεθ΄ υμών εις τον αιώνα» (Ιωαν.14,16). Το Άγιο Πνεύμα είναι κατά τα λόγια της θείας λειτουργίας «το της αληθείας Πνεύμα, το της υιοθεσίας χάρισμα, ο αραβών της μελλούσης κληρονομίας, η απαρχή των αιωνίων αγαθών, η ζωοποιός δύναμις, η πηγή του αγιασμού». Ό,τι γίνεται μέσα στην Εκκλησία, γίνεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. «Το Άγιο Πνεύμα, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και πέμπεται στον κόσμο από τον Υιό, σαν η ψυχή στον άνθρωπο, είναι η ψυχή και η ζωή της Εκκλησίας, η πηγή της αγιωσύνης, η παρουσία του Θεού μέσα στην Εκκλησία κι απάνω από τον κόσμο…» (Μητρ. Κοζάνης Διονυσίου Ψαριανού «Ο Λόγος του Θεού» Τομ. Β΄σελ.640). Ο ύμνος της Πεντηκοστής, που είναι η προσευχή προς το Άγιο Πνεύμα και με αυτόν αρχίζει κάθε ιερή ακολουθία περικλείει όλο το νόημα, τη σημασία και τη σωστική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στο σώμα της Εκκλησίας: «Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός• ελθέ και σκήνωσον εν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον αγαθέ τας ψυχάς ημών». Αμήν.
Κυριακή της Πεντηκοστής, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ιω. ζ’ 37-52, η’ 12
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς Ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξεν λέγων͵ Ἐάν τις διψᾷ ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ͵ καθὼς εἶπεν ἡ γραφή͵ ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. Τοῦτο δὲ εἶπεν περὶ τοῦ πνεύματος ὃ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύσαντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν πνεῦμα͵ ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. Ἐκ τοῦ ὄχλου οὖν ἀκούσαντες τῶν λόγων τούτων ἔλεγον͵ Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης·ἄλλοι ἔλεγον͵ Οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· οἱ δὲ ἔλεγον͵ Μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται;οὐχ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυίδ͵ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης ὅπου ἦν Δαυίδ͵ ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐγένετο ἐν τῷ ὄχλῳ δι΄ αὐτόν. Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν͵ ἀλλ΄ οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ΄ αὐτὸν τὰς χεῖρας. ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους͵ καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι͵ Διὰ τί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν;ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται͵ Οὐδέποτε ἐλάλησεν οὕτως ἄνθρωπος. Ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι͵ Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλὰ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπάρατοί εἰσιν. Λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς͵ ὁ ἐλθὼν πρὸς αὐτὸν τὸ πρότερον͵ εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν΄Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον ἐὰν μὴ ἀκούσῃ πρῶτον παρ΄ αὐτοῦ καὶ γνῷ τί ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ͵ Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγείρεται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς λέγων͵ Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ͵ ἀλλ΄ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
Νεοελληνική Απόδοση
Την τελευταία μέρα της γιορτής, την πιο λαμπρή, στάθηκε ο Ιησούς μπροστά στο πλήθος και φώναξε: «Όποιος διψάει, να ‘ρθει σ’ εμένα και να πιει. Μέσα από εκείνον που πιστεύει σ’ εμένα, καθώς λέει η Γραφή, ποτάμια ζωντανό νερό θα τρέξουν». Αυτό το είπε ο Ιησούς εννοώντας το Πνεύμα που θα έπαιρναν όσοι θα πίστευαν σ’ αυτόν. Γιατί τότε ακόμα δεν είχαν το Άγιο Πνεύμα, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμα δοξαστεί με την ανάσταση. Πολλοί άνθρωποι από το πλήθος, που άκουσαν αυτά τα λόγια, έλεγαν: «Αυτός είναι πραγματικά ο προφήτης που περιμένουμε». Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο Μεσσίας». Ενώ άλλοι έλεγαν: «Ο Μεσσίας θα ΄ρθει από τη Γαλιλαία; Η Γραφή δεν είπε πως ο Μεσσίας θα προέρχεται από τους απογόνους του Δαβίδ και θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ, χωριό καταγωγής του Δαβίδ»; Το πλήθος λοιπόν διχάστηκε εξαιτίας του. Μερικοί απ’ αυτούς ήθελαν να τον πιάσουν, κανείς όμως δεν άπλωσε χέρι πάνω του. Γύρισαν, λοιπόν, πίσω οι φρουροί στους αρχιερείς και στους Φαρισαίους, κι αυτοί τους ρώτησαν: «Γιατί δεν τον φέρατε;» Οι φρουροί απάντησαν: «Ποτέ δε μίλησε άνθρωπος όπως αυτός». Τους ξαναρώτησαν τότε οι Φαρισαίοι: «Μήπως παρασυρθήκατε κι εσείς; Πίστεψε σ’ αυτόν κανένα μέλος του συνεδρίου ή κανείς από τους Φαρισαίους; Πιστεύει μόνο αυτός ο όχλος, που δεν ξέρουν το νόμο του Μωϋσή και γι’ αυτό είναι καταραμένοι». Τότε ο Νικόδημος, που ήταν ένας απ’ αυτούς, εκείνος που είχε πάει στον Ιησού νύχτα λίγο καιρό πριν, τους ρώτησε: «Μήπως μπορούμε σύμφωνα με το νόμο μας να καταδικάσουμε έναν άνθρωπο, αν πρώτα δεν τον ακούσουμε και δε μάθουμε τι έκανε»; Και αυτοί του είπαν: «Μήπως κατάγεσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία; Μελέτησε τις Γραφές και θα δεις πως κανένας προφήτης δεν είναι να ‘ρθει από τη Γαλιλαία». Και έφυγαν καθένας για το σπίτι του. Τότε ο Ιησούς τους μίλησε πάλι και τους είπε: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου∙ εκείνος που με ακολουθεί δε θα πλανιέται μέσα στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως που φέρνει στη ζωή».
Σχολιασμός
Ο Κύριος βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ την τελευταία ημέρα της μεγάλης εορτής της Σκηνοπηγίας. Οι Ιουδαίοι συμμετείχαν στην εορτή αυτή για να θυμούνται την πορεία των προγόνων τους από την Αίγυπτο στη γη της Επαγγελίας. Γι’ αυτό και επί επτά ημέρες έμεναν σε σκηνές. Την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα της εορτής έκαναν αναπαράσταση της εισόδου στη γη της Επαγγελίας. Οι ιερείς έπαιρναν νερό από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ και προχωρούσαν προς το Ναό ραντίζοντας το θυσιαστήριο και τα πλήθη.
Αυτή λοιπόν την τελευταία ημέρα της εορτής, ο Κύριος, παίρνοντας αφορμή από τις τελετές της εορτής, άρχισε να διδάσκει με ζωηρή φωνή τα πλήθη λέγοντας: Εάν κανείς αισθάνεται πόθο και δίψα πνευματική, ας έρχεται σε μένα και ας πίνει. Κοντά μου θα βρει ανάπαυση ἡ ψυχή του. Από τα βάθη της ψυχής του θα τρέξουν ποταμοί αστείρευτου νερού.
Ο Κύριος βέβαια με τα λόγια αυτά εννοούσε το Άγιο Πνεύμα, το oποίο μετά την Πεντηκοστή θα έπαιρναν όσοι θα πίστευαν σ’ αυτόν. Διότι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος, που μεταδίδει νέα και θεϊκή ζωή, δεν είχε ακόμη δοθεί σε κανένα. Διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξασθεί με το Πάθος του και την Ανάληψή του.
Γιατί όμως ο Κύριος παρομοιάζει το Άγιο Πνεύμα με νερό αστείρευτο που αναβλύζει μέσα από την ψυχή του ανθρώπου; Διότι όταν η Χάρις του Αγίου Πνεύματος έρχεται στην ψυχή κάθε βαπτισμένου και χρισμένου πιστού, προσφέρεται ασταμάτητα. Αναβλύζει διαρκώς, δεν αδειάζει ποτέ, ρέει σταθερά και ανεξάντλητα όπως το ποτάμι. Και ποιο έργο επιτελεί; Το Άγιο Πνεύμα ως ύδωρ ζων είναι η αιτία της πνευματικής μας ζωής. Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος αρχικά σαν ένα ρεύμα ισχυρό καταρρίπτει μέσα στις ψυχές μας κάθε αντίσταση, κάθε πάθος. Καθαρίζει κάθε τι αμαρτωλό. Και ταυτόχρονα δροσίζει ως ύδωρ διαυγές και άφθονο τις ψυχές μας, τις μαλακώνει, τις ποτίζει και τις καθιστά καρποφόρες σε έργα αρετής. Εμπνέει αγαθές διαθέσεις και ιερά συναισθήματα, και αντίστοιχες ενέργειες και πράξεις. Ενδυναμώνει την ψυχή μας, ώστε να ζούμε μία αγία ζωή. Μας μεταμορφώνει και μας αναγεννά, γεμίζει το εσωτερικό μας με όλους τους δικούς της καρπούς, τους καρπούς των αρετών και της αγιότητας. Και καθιστά κι εμάς πηγές ανεξάντλητες ύδατος ζώντος προς τους συνανθρώπους μας.
Η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αγίους Αποστόλους και μαθητές ήταν ένα γεγονός έκτακτο και μοναδικό στην ιστορία της Εκκλησίας μας. Διότι οι Άγιοι Απόστολοι δεν απέκτησαν απλώς τη θεία δύναμη του Αγίου Πνεύματος, αλλά γέμισε το εσωτερικό τους από την παρουσία Του. Μέσα τους πλέον σκήνωσε η χάρη του Παναγίου Πνεύματος και έγιναν κατοικητήρια και ναοί Τους, με ένα όμως τρόπο ιδιαίτερο, έκτακτο και μοναδικό. Μόνο αυτοί έγιναν αλάθητοι εκφραστές της αληθείας, πάνσοφοι. Ο ιερός Χρυσόστομος ερωτά: Τί σημαίνει ότι οι Απόστολοι και οι παρόντες πιστοί «επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου»; Σημαίνει ότι όχι απλώς έλαβαν την χάρη του, αλλά ότι «επλήσθησαν» με την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Και τί ση-αίνει «επλήσθησαν»; Αναζωπυρώθηκαν και αναζωογονήθηκαν με το Άγιο Πνεύμα. Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος κυριαρχούσαν μέσα στην ψυχή τους. Από τότε και στο εξης ζούσαν μέσα στην παρουσία και χάρη του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύμα μεταμόρφωσε την ζωή τους. Έγιναν πλέον ατρόμητοι, πάνσοφοι, κήρυτταν τον λόγο του Θεού με παρρησία.
Στη συνέχεια της ευαγγελικής περικοπής ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί ότι τα πλήθη του λαού που άκουαν τους λόγους αυτούς του Κυρίου, άρχισαν να διχάζονται. Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο προφήτης που περιμένουμε». Άλλοι: «Αυτός είναι ο Χριστός». Κι άλλοι απορούσαν: «Είναι δυνατόν να προέλθει ο Χριστός από τη Γαλιλαία;» Οι πιο ζηλωτές ήθελαν να Τον συλλάβουν, όμως κανείς δεν τόλμησε να το κάνει, διότι μία αόρατη δύναμη τους εμπόδιζε. Γύρισαν λοιπόν πίσω άπρακτοι οι υπηρέτες στους αρχιερείς και στους Φαρισαίους, και αυτοί τους ρώτησαν: «Γιατί δεν τον συλλάβατε;» «Ποτέ άλλοτε δεν δίδαξε κανείς με τόση σοφία όπως αυτός ο άνθρωπος», αποκρίθηκαν εκείνοι. Τους ξαναρώτησαν oι Φαρισαίοι: «Μήπως κι εσείς έχετε πλανηθεί από αυτόν; Κανείς από τους άρχοντες δεν πίστεψε σ’ αυτόν, αλλά μόνο ο όχλος, που δεν ξέρει τον νόμο!». Τότε διαμαρτυρήθηκε ο Νικόδημος: «Πώς μπορούμε να καταδικάσουμε έναν άνθρωπο, εάν δεν τον ακούσουμε πρώτα και μάθουμε τι έκανε;» Κι εκείνοι του αποκρίθηκαν: «Προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει φανεί ποτέ».
Ο Κύριος όμως συνέχισε να κηρύττει λέγοντας: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Εκείνος που με ακολουθεί δεν θα περιπλανιέται ποτέ στο σκοτάδι της αμαρτίας, αλλά θα έχει μέσα του το ζωοφόρο και πνευματικό φως». Όλοι αυτοί oι Ιουδαίοι ακροατές του Χριστού είχαν δίπλα τους το φως της ζωής, και παρέμεναν στο σκοτάδι. Το φως άγγιξε τη ζωή τους, κι αυτοί oι δύστυχοι βυθίζονταν περισσότερο στο σκοτάδι, στην άρνηση και την αντίδραση.
Αυτή η κατάσταση επαναλαμβάνεται πολλές φορές στην ιστορία και ιδιαιτέρως στις μέρες μας. Πόσοι βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεχθήκαμε το φως της πίστεως και της αλήθειας. Ὁ Χριστός πλημμύρισε με το φως του τη ζωή μας, όταν βαπτιστήκαμε στο όνομά του. Αυτόν ντυθήκαμε τότε, για να ζήσουμε πλέον μία φωτεινή εν Χριστώ ζωή. Και να πορευόμαστε ως τέκνα φωτός. Δυστυχώς όμως πολλοί Χριστιανοί επηρεάζονται από την αμαρτία και πελαγοδρομούν μέσα στα σκοτάδια του κόσμου. Ψάχνουν αλλού για φως και χάνονται στα σκοτεινά μονοπάτια των αιρέσεων, των παραθρησκειών. Είναι τραγικό να πορεύονται σαν τυφλοί και να χάνουν το δρόμο τους, ενώ είναι δίπλα τους ο Χριστός και τους περιμένει να τους δώσει το φως του.
Μήπως όμως κι εμείς κάποτε επηρεαζόμαστε από τα σκοτάδια του κόσμου της αμαρτίας; Ζούμε πράγματι μέσα στο φως του Χριστού ή μάς ελκύει το σκοτάδι και μας ταλανίζει η αμφιβολία και η πλάνη;
Ας μην ξεγελιόμαστε. Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου. Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να φωτίζει τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες μας, τις ενέργειές μας, τα βιώματά μας.