fbpx
Απευθείας Μετάδοση Κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας

Απευθείας Μετάδοση Κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας

Κυριακή Θ΄ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Η΄ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Ε’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Ζ’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Να…

Κυριακή Στ’ Λουκά - Ζωντανή Μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Ιερός Ν…

ΤΑΞΙΣ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
2024
Εκκλησία Κύπρου 
Ιερά Μονή Κύκκου 
Ορθόδοξη εκκλησία Κύπρος
Ελληνικά
ΤΑΞΙΣ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ 2023
Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ.κ. Νικηφόρου «Το Σύγχρονο Ουκρανικό Ζήτημα και η κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες επίλυσή του»

Κήρυγμα του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής Α΄ Νηστειών (Της Ορθοδοξίας) στο Μετόχιο Αγίου Προκοπίου στις 21 Μαρτίου 2021

«Ἡμέρα χαρμόσυνος καί εὐφροσύνης ἀνάπλεως πεφανέρωται σήμερον», κατά τή μελουργική γραφίδα τοῦ ἱεροῦ ὑμνωδοῦ, ἀγαπητοί Χριστιανοί.

Λαμπρά, ἐπιβλητική, ἀλλά, ὅπως πάντοτε, καί σεμνή, ἀνέτειλε καί πάλι ἡ ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἡ Ἐκκλησία μας, ἐνδεδυμένη τήν ἑόρτια στολή της, πανηγυρίζει τόν θρίαμβο τῆς ἱερῆς μας πίστεως ἐναντίον ὅλων τῶν αἱρέσεων, πού ἐμφανίστηκαν, διά μέσου τῶν αἰώνων, μά εἰδικότερα ἐναντίον τῶν ἀσεβῶν εἰκονομάχων, πού ἀρνοῦντο τήν προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀφοῦ ταλανίστηκε γιά ἑκατό περίπου χρόνια ἀπό τούς ἀσεβεῖς εἰκονομάχους, κατόρθωσε τελικά νά εἰρηνεύσει μέ τήν ἀπόφαση τῆς Ἑβδόμης (Ζ΄) Οἰκουμενικῆς Συνόδου τό 787 μ.Χ., ἡ ὁποία διέταξε τήν ἀναστήλωση τῶν ἁγίων καί σεπτῶν εἰκόνων, τήν τοποθέτησή τους, δηλαδή, στούς χώρους τῆς κοινῆς καί κατ’ ἰδίαν προσευχῆς, γιά προσκύνηση τιμητική, ἀλλά καί γιά νά διεγείρεται στούς πιστούς, μέ τή θέα τῆς εἰκονικῆς ἀνατυπώσεως, ἡ μνήμη καί ἡ ἀγάπη πρός τά πρωτότυπα καί ἡ προσπάθεια μίμησής τους.

Μέ τήν ἀπόφαση αὐτή τῆς Ἑβδόμης (Ζ΄) Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ Ἐκκλησία μας ἐλευθέρωσε τήν ἀλήθεια ἀπό τά πάθη καί τήν πλάνη, πρᾶγμα ἀπαραίτητο γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦτο, γιατί τό θέμα τῶν εἰκόνων δέν εἶναι ἕνα ἁπλό ζήτημα, ἀλλά γεγονός πού καθορίζει τήν πνευματική στάση καί πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Οἱ εἰκόνες δέν εἶναι μόνο, ὅπως φαίνονται, ξύλα, χρώματα καί ψηφίδες. Οἱ εἰκόνες εἶναι ἔκφραση τῆς πνευματικῆς καί θεολογικῆς συνείδησης τῆς Ἐκκλησίας μας.

 Ἡ ὕπαρξη καί ἡ τιμή τῶν εἰκόνων στηρίζεται στό πιό βασικό καί σωτήριο δόγμα τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας, στήν ἐνανθρώπηση, δηλαδή, τοῦ Χριστοῦ καί στήν ἀληθινή παρουσία του ἀνάμεσά μας. Οἱ ἅγιες εἰκόνες ἔχουν χριστολογική βάση. Ἀποτελοῦν ὁρατή καί χειροπιαστή μαρτυρία τῆς σάρκωσης τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ γεγονότος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μέσα στό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἄν ἀρνηθοῦμε τίς ἅγιες εἰκόνες, τότε κινδυνεύουμε νά ἀρνηθοῦμε τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ καί ὁλόκληρο τό γεγονός τῆς θείας οἰκονομίας. Ἄν ἀρνηθοῦμε τή δυνατότητα νά ἐξεικονίσουμε τόν Χριστό, τότε βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μέ τόν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὁ ὁποῖος λέγει, ὅτι: «ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν καί εἴδομεν τήν δόξαν αὐτοῦ» (Ἰω. α΄ 14). Σ’ αὐτή τήν περίπωση ἡ Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, παύει νά ἔχει θεανθρώπινο χαρακτῆρα καί ἀδυνατεῖ νά προσφέρει τή σωτηρία στόν ἄνθρωπο.

Εἶναι, βέβαια, σέ ὅλους γνωστό, ὅτι τό ἀνεικόνιστο τῆς θείας οὐσίας εἶναι σαφής διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀφοῦ ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι ἀόρατος, ἀνείδεος καί ἀπερίγραπτος, καί γι’ αὐτό ἡ ὁποιαδήποτε παράσταση καί ἀπεικόνισή του εἶναι ἀδύνατη. Μέ τήν ἐνανθρώπηση, ὅμως, τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἔγινε δυνατή ἡ εἰκονογράφηση τοῦ Θεανδρικοῦ προσώπου του. «Πάλαι μέν ὁ Θεός, ὁ ἀσώματος καί ἀσχημάτιστος οὐδαμῶς εἰκονίζετο», διακηρύττει ὁ ἱερός Δαμασκηνός. «Νῦν δέ σαρκί ὀφθέντος τοῦ Θεοῦ καί τοῖς ἀνθρώποις συναναστραφέντος, εἰκονίζω Θεοῦ τό ὁρώμενον. Οὐ προσκυνῶ τῇ ὕλῃ, προσκυνῶ δέ τόν τῆς ὕλης Δημιουργόν, τόν ὕλην δι’ ἐμέ γενόμενον, καί ἐν ὕλῃ κατοικῆσαι καταδεξάμενον, καί δι’ ὕλης τήν σωτηρίαν μου ἐργασάμενον». Κατά δέ τόν ἅγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, μέ τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ «ἐσχηματίσθη ὁ ἀσχημάτιστος Θεός», ἡ σάρκωσή του μᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα νά τόν ἀπεικονίζουμε, νά ζωγραφίζουμε τήν εἰκόνα του. Καί ὅταν προσκυνοῦμε τήν εἰκόνα του, ἡ προσκύνηση αὐτή δέν εἶναι λατρεία τῆς ὕλης, τῆς κτιστῆς φύσεως τοῦ ξύλου, τῶν χρωμάτων καί τῆς μορφῆς, ἀλλά κτιστός τρόπος προσέγγισης καί λατρευτικῆς ἀναφορᾶς στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό. Ἀντίστοιχα καί ἡ τιμή πρός τίς εἰκόνες τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων κατευθύνεται διά μέσου αὐτῶν πρός τόν Κύριο, ὁ ὁποῖος σαρκώθηκε ἀπό τήν Παναγία διά Πνεύματος Ἁγίου καί δοξάστηκε ἀπό τούς ἁγίους.

Ὅταν, λοιπόν, προσκυνοῦμε τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν ἁγίων, ἡ προσκύνηση αὐτή εἶναι τιμητική καί «ἡ τῆς εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει», τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ τιμή, δηλαδή, πρός τίς εἰκόνες μεταβιβάζεται πρός τό εἰκονιζόμενο πρόσωπο καί ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή λατρεία, ἡ ὁποία ἀνήκει καί προσφέρεται μόνο στόν Τριαδικό Θεό.

Πολλοί νομίζουν πώς δέν εἶναι ἀπαραίτητες οἱ εἰκόνες γιά τή ζωή τοῦ χριστιανοῦ καί πώς μπορεῖ ὁ ἴδιος νά τίς ἀναπληρώσει μέ τή φαντασία του. Ἀλλά ὅσο μπορεῖ νά πεῖ κανείς πώς δέν χρειάζεται τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἄλλο τόσο μπορεῖ νά πεῖ πώς δέν χρειάζεται καί τήν ἁγία εἰκόνα, γιατί, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, «ἅπερ Εὐαγγέλιον λόγῳ ἐξηγεῖται, ὁ ζωγράφος ἔργῳ δεικνύει».

Ἡ Ἐκκλησία μας μέ τίς ἅγιες εἰκόνες θεολογεῖ ἐποπτικά, καταγράφοντας ἱστορικά γεγονότα καί θεολογικές ἔννοιες. Ἡ αἰσθητοποίηση τοῦ μυστηρίου τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἆθλοι τῶν ἁγίων του, εἶναι ὁ πιό ἐκλαϊκευμένος ὑπομνηματισμός στόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Οἱ εἰκόνες συμπληρώνουν τήν ἀκοή τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, εἶναι τό συνέχεια ἀνοικτό Εὐαγγέλιο, πού μποροῦν νά διαβάζουν μορφωμένοι καί ἀμόρφωτοι.

Ἀλλά ἐπιβάλλεται νά τονισθεῖ καί κάτι ἄλλο. Ὁ λειτουργικός ρόλος τῶν εἰκόνων στή λειτουργική μας ζωή τίς ἀναδεικνύει ἀγωγούς τῆς θείας χάρης καί τίς κάνει θαυματουργικές. Οἱ ἅγιες εἰκόνες εἶναι ἕνα ἄνοιγμα πρός τόν οὐρανό. Ἔχουν τά πρωτότυπά τους στόν οὐρανό. Ἔχουν ἀντίκρυσμα αἰώνιο. Γι’ αὐτό καί ἔχουν χαρακτῆρα ἀναγω-γικό. Αὐτός ὁ ἀναγωγικός χαρακτῆρας τῶν ἱερῶν εἰκόνων μᾶς δίνει τή δύναμη νά συνομιλοῦμε μέ τόν Θεό, τήν Παναγία καί ὅλους τούς ἁγίους. Μᾶς δίνει τή δύναμη νά προσευχόμαστε καί νά ἐνισχυόμαστε στόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ, νά κλαῖμε μπροστά στήν Παναγία καί στούς ἁγίους, ὅταν οἱ ἁμαρτίες καί οἱ πόνοι μας γίνονται, νομίζουμε, ἀβάστακτοι, καί νά προσμένουμε μέ ἐλπίδα καί μέ πίστη σταθερή τό θαῦμα, πού θά μᾶς ἑνώσει μέ τούς ἁγίους καί τόν Θεό.

Ἄν, λοιπόν, γιά ἕναν ἄπιστο ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καί ἑνός ἁγίου δέν εἶναι παρά ἕνα ἀντικείμενο μέ κάποια αἰσθητική καί μόνο ἀξία, δέν συμβαίνει τό ἴδιο μέ ἕναν εὐσεβῆ χριστιανό. Γιά τόν κάθε ὀρθόδοξο χριστιανό ἡ εἰκόνα ἔχει οὐσιώδη σημασία καί ἀνυπολόγιστη πνευματική ἀξία. Μέ τίς εἰκόνες ἐκφράζουμε τόν ἐσωτερικό μας πόθο νά αὐξηθοῦμε στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων, νά φθάσουμε στή νέα πραγματικότητα τῆς «ἐν Χριστῷ καινῆς κτίσεως» (Β΄ Κορ. ε΄ 17), νά γίνουμε «σύμμορφοι τῆς εἰκόνος αὐτοῦ» (Ρωμ. η΄ 29).

Αὐτό, λοιπόν, εἶναι, πολύ συνοπτικά, τό βαθύτερο νόημα τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων, γεγονός πού ἡ Ἐκκλησία μας ἐξυμνεῖ καί γεραίρει σήμερα καί μυστικῶς χορεύει καί ἀγάλλεται.

Σήμερα, ὅμως, ἀγαπητοί Χριστιανοί, στήν ἐποχή αὐτή τήν εἰκονοκλαστική, πού πλειοδοτεῖ τῶν περασμένων ἐποχῶν σέ εἰκονομαχική ἀλαζονία, ἡ μάχη τῶν εἰκόνων πρέπει νά δοθεῖ σέ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο, πρέπει νά δοθεῖ γιά τήν ἀναστήλωση τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν καί τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ μέσα στόν παραστρατημένο καί ἐξαχρειωμένο σημερινό ἄνθρωπο, ἀλλά καί μέσα στό πνευματικό χάος τοῦ σημερινοῦ κόσμου εὐρύτερα.

Σήμερα ἔχουμε ἄλλους εἰκονομάχους νά πολεμήσουμε, πολύ φοβερότερους ἀπό τούς πρώτους. Εἶναι οἱ σύγχρονες, οἱ σημερινές αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς μας, πού ὁλοένα καί πληθαίνουν καί οἱ ὁποῖες ἐξακολουθοῦν νά χρησιμοποιοῦν τόν ψεύτικο καί ἀπατηλό λόγο, γιά νά παρασύρουν τούς ἀνθρώπους στήν πλάνη. Εἶναι οἱ σύγχρονες αἱρέσεις, πού ἐξακολουθοῦν νά παρουσιάζουν τήν ἀλήθεια σάν ψέμα καί τό ψέμα σάν ἀλήθεια, συνεχίζοντας, ἔτσι, τό ἔργο τοῦ σατανᾶ, πού ἄρχισε ἀπό τόν Παράδεισο μέ τήν ἐξαπάτηση τῶν πρωτοπλάστων. Σύγχρονοι εἰκονομάχοι εἶναι καί ἐκεῖνοι, πού μέσα ἀπό διάφορα ἰδεολογικά ρεύματα κορυφώνουν τήν πολεμική τους ἐναντίον τῆς ὅλης ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καί ζητοῦν νά γκρεμίσουν ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τήν πίστη, νά ξεθεμελιώσουν τίς ἠθικές ἐπιταγές καί νά ὀρθώσουν ἕνα ἀνθρωποκεντρικό σύστημα διαβιώσεως, αὐτονομημένο ἀπό κάθε ὑπερβατική αὐθεντία, αὐτονομημένο ἀπό αὐτόν, τόν ἴδιο τόν Θεό.

Σήμερα ὁ ἀθεϊσμός στό ὄνομα, τάχα, τῆς ἐπιστήμης, ὁ κομμουνιστικο-σοσιαλισμός γιά τό καλό, τάχα, τοῦ λαοῦ, ὁ καπιταλισμός στό ὄνομα, τάχα, τῆς ἐλευθερίας, ὁ μασω-νισμός μέ τό πρόσχημα τῆς φιλανθρωπίας, ὁ ὑλισμός μέ τήν προβολή τῶν ἀπατηλῶν τέρψεων καί τῶν ἡδονῶν καί τῶν ἀνέσεων, ὁ χιλιασμός μέ τό προσωπεῖο τῆς ψευτιᾶς καί τῆς ἀπάτης, βάλλουν συνέχεια ἐναντίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Σύγχρονοι εἰκονομάχοι εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς, πού μᾶς δημιούργησε ὁ Θεός «κατ’ εἰκόνα» δική του, ἀλλά, βυθισμένοι μέσα στό τέλμα τοῦ ὑλισμοῦ, τήν ἐξαχρειώνουμε καθημερινά, τή φθείρουμε καί τή νεκρώνουμε «τοῖς πάθεσι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Κολ. γ΄ 5). Εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τῆς σημερινῆς εἰκονοκλαστικῆς ἐποχῆς, πού ἡ ζωή μας χρωματίζεται ἀπό τήν παρουσία τοῦ ἀμοραλισμοῦ, τῆς ἔλλειψης, δηλαδή, ἠθικῶν φραγμῶν στίς καθημερινές μας ἐκδηλώσεις.

Χωρίς καμιά ἀμφιβολία τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας εἶναι πνεῦμα ἀπιστίας, πνεῦμα δαιμονικό, ἀρνησίχριστο, πνεῦμα, πού ὄχι μόνο δέν διστάζει νά συγκρουστεῖ μέ τήν Ἐκκλησία, ἀλλά χωρίς ἴχνος συστολῆς, χωρίς ἴχνος ντροπῆς, μέ θρασύτητα καί ἀδιαντροπιά ὑβρίζει καί χλευάζει τά ἱερά καί τά ὅσια, ὑβρίζει καί χλευάζει, ἀκόμα, καί τόν ἴδιο τόν Θεό.

Καί γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές, σᾶς καλῶ ὅλους νά ἐνθυμηθεῖτε τήν πρό ὀλίγων μηνῶν περίπτωση ἑνός ζωγράφου ἐκπαιδευτικοῦ, ὁ ὁποῖος, στά πλαίσια τάχα τῆς ἐλευθερίας τῆς καλλιτεχνικῆς ἔκφρασης, μέ ἀσυδοσία καί χυδαιότητα ἀπεικόνιζε στά ἔργα του τόν Θεάνθρωπο καί Λυτρωτή μας Χριστό γυμνό, προσπαθώντας, ἔτσι, νά προσβάλει, νά γελοιοποιήσει καί νά ἐξευτελίσει τά χρηστά ἤθη καί κυρίως τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη τοῦ κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ. Θυμηθεῖτε τήν ἀπεικόνιση ἑνός σκύλου νά οὐρεῖ στά ἐκκλησιαστικά ἄμφια τοῦ Προκαθημένου (Ἀρχιεπισκόπου), προσπαθώντας μέ τόν τρόπο αὐτό νά γελοιοποιήσει καί ἐξευτελίσει τόν ἱερό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας.

Καί δέν πρόλαβαν νά διαλυθοῦν οἱ δυσώδεις ἀναθυμιάσεις τῆς ἀνίερης αὐτῆς πράξεως καί ξαφνικά βλέπουμε μέ ἰδιαίτερη θλίψη καί ἀπογοήτευση, ἀλλά καί μέ ὀργή καί ἀγανάκτηση, τήν παρουσίαση ἀπό τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης τοῦ τραγουδιοῦ, μέ τό ὁποῖο ἡ Κύπρος, ἡ Νῆσος αὐτή τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων, θά ἐκπροσωπηθεῖ στόν 65ο διαγωνισμό τῆς Eurovision, ὄχι μόνο νά φέρει τόν σκανδαλώδη καί προκλητικό τίτλο «EL DIABLO», δηλαδή, ὁ διάβολος, ἀλλά καί μέ τούς ἀπαράδεκτους στίχους του νά ἐκφράζει τήν ἀγάπη καί ὑποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου στίς δαιμονικές δυνάμεις, καί μέ τόν τρόπο αὐτό νά προάγει οὐσιαστικά τή σκοταδιστική καί ἐπικίνδυνη σατανολατρεία. Χωρίς καμία ἀμφιβολία τό τραγούδι αὐτό, πού ὑμνεῖ τόν διάβολο, προκαλεῖ βάναυσα τά θρησκευτικά καί ὄχι μόνο αἰσθήματα τοῦ κυπριακοῦ λαοῦ, σέ μία ἐποχή, μάλιστα, πού ἔχει νά ἀντιμετωπίσει τή θανατηφόρα πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ, τήν ἀπότοκη τῆς πανδημίας αὐτῆς οἰκονομική καταστροφή, ἀλλά καί τήν ἀκόρεστη ἁρπακτική μανία τῆς ἰμπεριαλιστικῆς Τουρκίας.

Δυστυχῶς, ὅμως, ὅλοι αὐτοί, οἱ ὁρατοί καί ἀόρατοι ἐξωτερικοί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, βρίσκουν συμμάχους καί στό ἐσωτερικό της. Σύμμαχοί τους ἐμεῖς, πού μέ τά λόγια κοπτόμαστε ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά μέ τά ἔργα καί τίς πράξεις μας τήν καταπροδίδουμε, προκαλοῦντες σκάνδαλα καί κλονισμούς συνειδήσεων, πλατύ δέ τόν γέλωτα τῶν ἐχθρῶν.

Δυστυχῶς, πληθαίνουν σήμερα καί στήν Κύπρο οἱ φωνές, πού καταγγέλλουν σεξουαλικές παρενοχλήσεις ἤ καί κακοποιήσεις γυναικῶν καί ἀνήλικων προσώπων ἀπό σάτυρους ἀνθρώπους. Αἴσθηση δέ θλιβερή προκαλοῦν καί καταγγελίες, πού ἐμπλέκουν καί ὑψηλόβαθμο κληρικό γιά σεξουαλικές κακοποιήσεις κάποιων γυναικῶν, ὅπως, ἐπίσης, καί καταγγελίες ἐναντίον κάποιου μοναχοῦ γιά σεξουαλικές παρενοχλήσεις ἀνήλικων προσώπων.

Δέν γνωρίζουμε, ἄν οἱ ἰσχυρισμοί αὐτοί εἶναι ἀληθινοί ἤ ὄχι, δέν γνωρίζουμε, δηλαδή, ἄν ὑπάρχουν ἀξιόπιστες μαρτυρίες καί ἐπαρκῆ στοιχεῖα, ὥστε νά στοιχειοθετηθοῦν οἱ κατηγορίες. Δικαστήρια καί καταδίκες ἀπό ἀέρος δέν ἐπιτρέπονται. Ἄλλωστε, βασικό νομικό ἀξίωμα εἶναι, ὅτι ὁ κάθε κατηγορούμενος ἔχει τό τεκμήριο τῆς ἀθωότητος μέχρις ἀποδείξεως τοῦ ἀντιθέτου.

Ἡ ἐκδίκαση μιᾶς ὑποθέσεως καί ἡ καταδίκη ἤ ἀθώωση ὁποιουδήποτε κατηγορουμένου προσώπου εἶναι ἔργο τῶν κανονικῶν Δικαστηρίων καί ὄχι τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐνημέρωσης.

Στήν Ἐκκλησία, Χριστιανοί μου, ἡ ὁποία εἶναι Θεανθρώπινος Ὀργανισμός κατά τό ὁρατό, ἐξωτερικό μέρος τοῦ Θεανθρωπικοῦ της μυστηρίου, πού ἀποτελεῖται ἀπό ἀνθρώπους, «σάρκα φοροῦντες καί τόν κόσμον οἰκοῦντες», κατά τή ρήση τοῦ ἁγίου Ἰσιδώρου Πηλουσιώτη, σκάνδαλα ὑπῆρχαν πάντοτε καί θά ὑπάρχουν. Δέν πρέπει νά λησμονοῦμε ποτέ, ὅτι ἡ ἐγκόσμια ζωή τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀναπαύεται πάνω στήν ἀπόλυτη ἁγνότητα καί καθαρότητα, πού εἶναι ὁ ἰδανικός στόχος. Ἡ ἀπόκτηση τῆς ἁγνότητας καί καθαρότητας, κατά τρόπο ἀπόλυτο, εἶναι ἰδεῶδες ἀνέφικτο στήν ἀνθρώπινη φύση, γι’ αὐτό καί εἶναι ἀδύνατο μέσα στόν ἁμαρτωλό αὐτό κόσμο τῆς φθορᾶς καί τῆς ἀναγκαιότητας νά ἀποτελεῖται ὁλόκληρο τό σῶμα τῶν κληρικῶν της καί ὁλόκληρο τό πλήρωμά της ἀπό ἐνσάρκους ἀγγέλους. Τό φαινόμενο αὐτό δέν εἶναι σημερινό, ἀλλά πάντοτε, διά μέσου τῶν αἰώνων, συναυξάνονταν τά ζιζάνια μαζί μέ τόν σῖτο, καί πάντοτε ὑπῆρχαν προβλήματα ἀπό ἀμεταμόρφωτους ἀνθρώπους καί ἐπίορκους κληρικούς.

Τό φαινόμενο, ὅμως, αὐτό σέ τίποτε δέν μειώνει τήν Ὀρθόδοξη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, γιατί ἡ Ἐκκλησία ἔχει Κυβερνήτη καί Πηδαλιοῦχο τόν Δομήτορά της Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἴδιος «ὁ Χριστός ὁ μεθ’ ἡμῶν ὤν καί εἰς τούς αἰῶνας παρατεινόμενος», κατά τόν ἅγιο Αὐγουστῖνο. Γι’ αὐτόν, ἀκριβῶς, τόν λόγο ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀκατάλυτη διά μέσου τῶν αἰώνων. Κατά τή διαβεβαίωση τοῦ Ἱδρυτοῦ της, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ιστ΄ 18). Πόσοι πολέμησαν τήν Ἐκκλησία; Καί ὅμως οὐδείς ἀπό τούς διῶκτες της ἐπέζησε, γιά νά δεῖ τό τέλος της. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶχε πάντοτε, ἔχει καί σήμερα, θά ἔχει καί στό μέλλον τούς μηχανισμούς καί τή δύναμη νά ἐπιτυγχάνει τήν αὐτοκάθαρσή της, νά θεραπεύει τίς πληγές της μέ τή δίκαιη παιδαγωγική τιμωρία τῶν ἐνόχων σκανδαλισμοῦ, μέ βάσει τούς θεόπνευστους ἱερούς Κανόνες. Καί κάτι ἀκόμα θά ἤθελα νά προσθέσω διευκρινιστικό, πρός ἀποφυγή λανθασμένων ἀντιλήψεων καί σκανδαλισμοῦ συνειδήσεων. Μέ τήν ἠθική ρυπαρότητα κάποιου ἤ κάποιων Ἐπισκόπων ἔχουμε ἕνα ἠθικό μολυσμό, πού ἀφορᾶ τόν ἐπίορκο Ἐπίσκοπο καί μόνο αὐτόν. Ὁ ἠθικός μολυσμός ἑνός Ἐπισκόπου δέν προσβάλλει τόν ἐσώτατο πυρῆνα τῆς Ἀρχιερωσύνης, δέν ἔχουμε ἕνα ὀντολογικό μολυσμό ὅλου τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Σώματος, γιατί, ἄν αὐτό συνέβαινε, τότε δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρχει ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ, κατά τόν Ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο, ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰς «τόπον» καί εἰς «τύπον» Χριστοῦ, καί «ὅπου ἄν φανῇ ὁ Ἐπίσκοπος, ἐκεῖ τό πλῆθος ἔστω˙ ὥσπερ ὅπου ἄν ᾖ Χριστός Ἰησοῦς, ἐκεῖ καί ἡ Καθολική Ἐκκλησία».

Χωρίς τόν Ἐπίσκοπο εἶναι ἀδύνατη ἡ τέλεση τῶν θείων μυστηρίων, διά τῶν ὁποίων παρέχεται ἡ ἁγιαστική χάρη τοῦ Θεοῦ στούς πιστούς. Ἡ μυστηριακή ζωή εἶναι ἀπαραίτητη γιά κάθε πιστό, γιατί μόνο μέ αὐτή διατηρεῖται πνευματικά ἑνωμένος μέ τόν Σωτῆρα Χριστό καί ἁγιάζεται καί προάγεται κατά Θεόν. Χωρίς τή μυστηριακή ζωή οὐδεμία πνευματική ἀναγέννηση, πρόοδος καί σωτηρία εἶναι δυνατή.

Κλεῖστε, λοιπόν, τά αὐτιά σας στούς δηλητηριώδεις ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, κατά τόν Ἀπόστολο Πέτρο, χρησιμοποιοῦν τή θρησκευτική εὐαισθησία ἁπλῶς «ὡς ἐπικάλυμμα τῆς κακίας» (Α΄ Πέτρ. β΄ 16) καί τό δηλητηριῶδες μῖσος τους κατά τῆς Ἐκκλησίας, καί διατηρεῖστε ἀμείωτο τόν σεβασμό σας πρός τήν Ἐκκλησία καί τούς λειτουργούς της.

Χριστιανοί μου!

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα. Ἄς ἀναλογιστοῦμε τίς εὐθῦνες μας, ὅπως ἀπαιτοῦν οἱ κρίσιμες περιστάσεις τῶν καιρῶν μας, καί ἄς συναισθανθοῦμε τό χρέος μας ἀπέναντι στήν Ὀρθοδοξία. Ἄν θέλουμε πράγματι τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά πετᾶ καί νά αἴρεται σέ ὕψη, δέν πρέπει νά τῆς κόβουμε τά φτερά της, ἀλλά νά τή βοηθοῦμε νά ἐμφανίζει ἐναργέστερα τήν πνευματική της ὑπόσταση. Γιατί σήμερα ἡ Ἐκκλησία, παρ’ ὅλες τίς ἐλλείψεις πολλῶν καί παρ’ ὅλες τίς σφοδρές ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν της, παραμένει ὁ μόνος ἀσφαλής λιμένας γιά τή γαλήνη καί τήν ἐνίσχυση τῶν ψυχῶν μέσα στή δοκιμαζόμενη ἀπό τόν ἀναβρασμό τῶν παθῶν καί τῶν ὑλιστικῶν θεωριῶν ἀνθρωπότητα.

Χωρίς τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ ἄσβεστη λυχνία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν μποροῦμε νά ξαναβροῦμε τόν χαμένο ἑαυτό μας. Χωρίς τά ὀρθόδοξα βιώματά μας καί χωρίς τό σωσίβιο τῆς ὀρθοδόξου εὐαγγελικῆς διδαχῆς, θά ριπταζόμαστε συνέχεια σάν ἄλλοι Ὀδυσσεῖς στίς τρικυμιώδεις θάλασσες τοῦ ὀρθολογισμοῦ. Καί θά καταιγιζόμαστε ἀπό παντοίους ἀνέμους, χωρίς νά προσορμιστοῦμε ποτέ στή νοσταλγική Ἰθάκη μιᾶς ἀνώτερης δημιουργικῆς ζωῆς. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ ἐγγύηση ἀναστηλώσεως τῶν κριτηρίων τῶν ἀξιῶν μέσα στή συνείδησή μας καί μέσα στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, μέσα ἀπό μύριες ὅσες ἀντιξοότητες, ἀπό διωγμούς σκληρούς καί αἱματοχυσίες ἀπερίγραπτες, ἐξακολουθεῖ νά ἐκπέμπει μέχρι σήμερα τή γλυκεία καί ἀνέσπερη ἀκτινοβολία της.

Οἱ κήρυκες τοῦ θανάτου τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ὁρατοί καί ἀόρατοι ἐχθροί της, ἔρχονται καί παρέρχονται, ἡ πίστη, ὅμως, στήν Ὀρθοδοξία μένει κυρίαρχη στίς καρδιές ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Οἱ πολέμιοί της πεθαίνουν, σβήνουν, λησμονοῦνται καί μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχει, ζεῖ, νικᾶ καί θριαμβεύει. Γιατί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐπειδή ἔχει Κυβερνήτη καί Πηδαλιοῦχο της τόν Θεάνθρωπο καί Λυτρωτή μας Χριστό, «χειμάζεται…, ἀλλ’ οὐ καταποντίζεται κλυδωνίζεται ἀλλ’ οὐ γίνεται ὑποβρύχιος», κατά τή διακήρυξη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἀμήν.

Κήρυγμα του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής Α΄ Νηστειών (Της Ορθοδοξίας) στο Μετόχιο Αγίου Προκοπίου στις 21 Μαρτίου 2021