Κυριακή τῶν Προπατόρων σήμερα, ἀγαπητοί Χριστιανοί, καί, καθώς πλησιάζει ἡ μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, ἡ Ἐκκλησία μας, θέλοντας νά μᾶς ἑτοιμάσει κατάλληλα γιά νά ἑορτάσουμε, ὅπως πρέπει αὐτή τήν κοσμοσωτήρια ἑορτή, ὅρισε νά διαβάζεται ἡ Εὐαγγελική περικοπή, πού ἀκούσαμε, πρίν λίγο, καί πού ἀναφέρεται στήν Παραβολή τοῦ Μεγάλου Δείπνου.
Ἕνας ἄνθρωπος, ἀκούσαμε τόν Κύριο νά λέγει στό σημερινό Εὐαγγέλιο, ἔκαμε τραπέζι μεγάλο καί ἐπίσημο καί προσκάλεσε πολλούς. Ὅταν τό τραπέζι ἑτοιμάσθη ἔστειλε τόν δοῦλο του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους. Ὅλοι ὅμως οἱ καλεσμένοι, σάν νά ἦταν συνεννοημένοι ἀπό πρίν, ἄρχισαν νά ἀποφεύγουν τήν πρόσκληση, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες. Καί τότε ὁ οἰκοδεσπότης λυπήθηκε πολύ γιά τήν ἀδιαφορία καί περιφρόνησή τους αὐτή καί διέταξε ἀμέσως τόν δοῦλο του, νά βγεῖ ἔξω στίς πλατεῖες καί στούς δρόμους καί νά καλέσει νά λάβουν μέρος στό Δεῖπνο, πού ἑτοίμασε, ὅλους τούς πτωχούς καί τούς σακάτηδες, καί τούς χωλούς καί τούς τυφλούς. Καί ὅταν αὐτό ἔγινε, ὁ Κύριος διακήρυξε: «Λέγω γάρ ὑμῖν ὅτι οὐδείς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοί γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί» (Λουκ. ιδ΄ 16-24).
Χριστιανοί μου,
Τό Μέγα Δεῖπνο εἶναι τό Δεῖπνο τό οὐράνιο, εἶναι ἡ αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ παράδεισος, πού ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί πρόγευση αὐτῆς τῆς οὐράνιας Βασιλείας, αὐτοῦ τοῦ παραδείσου εἶναι ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ Παναγία Τράπεζα τοῦ Θεοῦ, τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, στό ὁποῖο μᾶς προσκαλεῖ σέ κάθε Θεία Λειτουργία ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, καί στό ὁποῖο μεταλαμβάνουμε Σῶμα καί Αἷμα Κυρίου «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».
Τό Μέγα Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας δέν εἶναι ἕνα συνηθισμένο δεῖπνο. Εἶναι ἕνα πνευματικό τραπέζι, στό ὁποῖο παρέχεται στούς ἀνθρώπους οὐράνια, θεϊκή τροφή. Ὁ εὐτελής ἄνθρωπος κοινωνεῖ τό μυστηριακό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί ἑνώνεται μαζί του καί γίνεται «σύσσωμος» καί «σύναιμος» Χριστοῦ, γίνεται «Χριστοφόρος» καί «Θεοφόρος».
«Φάρμακον ἀθανασίας καί ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν», ἀποκαλεῖ ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος τή Θεία Εὐχαριστία: «Ἕναν ἄρτον κλῶντες ὅς ἐστι φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν, ἀλλά ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διά παντός», ὑπογραμμίζει.
Καί εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου μας τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας, γιατί ἡ Θεία Κοινωνία μεταγγίζει μέσα μας τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία, τό ἀθάνατο Σῶμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Μεταλαμβάνοντας ὁ πιστός τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἑνωμένη ἀσύγχυτα καί ἀδιαίρετα μέ τή Θεότητά του, δέχεται μέσα του ὅλον τόν Χριστό, ἑνώνεται μαζί του. Ἡ μετάληψη ὅμως τοῦ ἑνός θείου προσώπου εἶναι καί κοινωνία ὅλης τῆς τριαδικῆς Θεότητας, ἔτσι, ἡ διά τοῦ Χριστοῦ ἕνωσή μας μέ τήν Ἁγία Τριάδα, μᾶς δωρίζει τή χάρη τῆς θεώσεώς μας. Μέ τή Θεία Μετάληψη θεοποιούμαστε, γινόμαστε θεοί κατά χάρη.
Ἡ συμμετοχή μας, λοιπόν, στό Μέγα Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἶναι ἀρραβῶνας καί πρόγευση τοῦ οὐράνιου Δείπνου τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς αἰώνιας κοινωνίας μας μέ τόν τριαδικό Θεό καί τῆς ἄρρητης χαρᾶς καί εὐφροσύνης, πού θά πηγάζουν ἀπό τήν κοινωνία αὐτή τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἑπομένως, ὁ κάθε βαπτισμένος χριστιανός, δέν πρέπει νά ἀδιαφορεῖ στήν πρόσκληση τῆς Ἐκκλησίας μας νά συμμετάσχει στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Γιατί αὐτός, πού δέν ἀδιαφορεῖ στήν πρόσκληση αὐτή, ἀλλά πρόθυμα προσέρχεται, μέ τήν ἀνάλογη βέβαια προετοιμασία, στό ἐπίγειο αὐτό Δεῖπνο τῆς Θείας Κοινωνίας, αὐτός θά συμμετάσχει καί στό οὐράνιο Δεῖπνο τῆς αἰώνιας βασιλείας, «ἐσθίων καί πίνων ἐπί τῆς οὐρανίου Τραπέζης». Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος διακήρυξε: «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον καί ἐγώ ἀναστήσω αὐτόν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρα» (Ἰω. στ΄ 54).
Ἄς μήν κάνουμε, λοιπόν, τό ἴδιο λάθος, πού ἔκαναν καί οἱ προσκεκλημένοι τῆς σημερινῆς παραβολῆς, οἱ Ἰουδαῖοι, δηλαδή, οἱ ὁποῖοι δέν δέχθηκαν τήν πρόσκληση νά πιστέψουν στόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί γι’ αὐτό τιμωρήθηκαν πολύ ἀπό τόν Θεό. Ἔμειναν ἔξω ἀπό τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἄς μήν παραλείπουμε νά συμμετέχουμε τακτικά στήν πνευματική τράπεζα τῆς Θείας Εὐχαριστίας, προφασιζόμενοι διάφορες δυσκολίες. Γιατί χωρίς τή μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου δέν νοεῖται αἰώνια ζωή καί σωτηρία.
Καθῆκον δικό μας εἶναι νά καθαρίζουμε συνέχεια τίς ψυχές μας μέ τό μυστήριο τῆς Μετάνοιας καί Ἐξομολόγησης καί νά προσερχό-μαστε τακτικά στήν ψυχοτρόφο τράπεζα τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ ἄπειρη ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ μᾶς ἑτοίμασε Βασιλεία αἰώνια στούς οὐρανούς καί μυστήριο μέγα καί ὑπερθαύμαστο στή γῆ καί μᾶς προσκαλεῖ. Ἄς προσέλθουμε, λοιπόν. Ἄς προσερχόμαστε πάντοτε. Ἄς προσερχόμαστε, ὅμως, μέ προθυμία καί χαρά, καί κυρίως προετοιμασμένοι κατάλληλα, ἁγνοί καί καθαροί, μετανοημένοι καί ἐξομολογημένοι, συμφιλιωμένοι καί ἀγαπημένοι, ὅπως μᾶς παραγγέλλει ἡ Ἐκκλησία: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης», γιά νά κοινωνήσουμε Σῶμα καί Αἷμα Κυρίου, «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».
Καλεσμένοι στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι. Πρέπει ὅμως νά γίνουμε καί ὅλοι ἄξιοι τῆς κληρονομίας αὐτῆς. Γιατί «πολλοί εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί» (Ματθ. κβ΄ 14), διακήρυξε ὁ Κύριος. Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, μέ τόν συνεχή ἁγιασμό τῆς ψυχῆς μας μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, καί μέ μία ζωή ἐμποτισμένη μέ τό πνεῦμα τῆς μετάνοιας, τῆς ἐξομολόγησης, τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπείνωσης, νά ἀνήκουμε καί ἐμεῖς, ἀγαπητοί χριστιανοί, στήν κατηγορία τῶν ἐκλεκτῶν, πού θά κληρονομήσουν τήν αἰώνια Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Χριστιανοί μου,
Γνωρίζω, ὅτι οἱ ὧρες, πού περνοῦμε σήμερα ὡς ἀνθρωπότητα, εἶναι δύσκολες καί ἡ δοκιμασία ὅλων μας πολύ σκληρή, ἐξ αἰτίας τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ, πού δέν λέει νά ὑποχωρήσει. Ἡ Ἐκκλησία μας πιστεύει, ὅτι ὑπέρτατη ἀξία τοῦ κόσμου εἶναι ὁ ἄνθρωπος, καί ὅτι ἡ ἐλευθερία του ἀποτελεῖ κορυφή καί στεφάνωμα τοῦ βίου του, γι’ αὐτό καί ἡ στέρηση -ἔστω καί μερική- τῆς ἐλευθερίας μας εἶναι μιά ὀδυνηρή δοκιμασία, πολύ περισσότερο, ὅταν ἡ δοκιμασία αὐτή συνδέεται καί μέ οἰκονομική καταστροφή. Γνωρίζω, ὅτι οἱ ἀντοχές ὅλων μας δοκιμάζονται. Πρέπει, ὅμως, νά ἀντέξουμε, πρέπει νά πειθαρχήσουμε στίς ὑποδείξεις τῆς ἐπιδημιολογικῆς ὁμάδας καί στά κυβερνητικά διατάγματα, γιατί μόνο, ἔτσι, θά σπάσουμε τήν ἁλυσίδα διασπορᾶς τῆς ἐπάρατης αὐτῆς θανατηφόρου πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ. Μόνο, ἔτσι, θά βοηθήσουμε, ὥστε νά μήν καταρρεύσει τό σύστημα ἰατρικῆς περίθαλψης, καί νά βρεθοῦν καί οἱ δικοί μας ἰατροί στό ἴδιο δίλημμα, πού εἶχαν βρεθεῖ, -κατά τήν πρώτη φάση τῆς πανδημίας τῆς λοιμώδους αὐτῆς νόσου τοῦ κορωνοϊοῦ τοῦ περασμένου Μαρτίου-Ἀπριλίου, οἱ ἰατροί στήν Ἰταλία καί στήν Ἰσπανία. Νά ἐπιλέξουν, δηλαδή, καί οἱ δικοί μας γιατροί, ποιόν θά περιθάλψουν καί ποιόν θά ἀφήσουν νά πεθάνει. Γνωρίζω, ὅτι, γιά τούς νέους μας, ἡ μερική, ἔστω, στέρηση τῆς ἐλευθερίας τους, εἶναι ἀκόμα πιό ὀδυνηρή. Πρέπει, ὅμως, νά ἀντέξουν καί αὐτοί, ἐκδηλώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἀγάπη καί τήν ἀλληλεγγύη τους πρός τίς εὐπαθέστερες ὁμάδες τῆς τρίτης ἡλικίας. Ἡ Ἐκκλησία μας, διαπνεομένη ἀπό ὑψηλό αἴσθημα εὐθύνης ἔναντι τοῦ λαοῦ μας, ἀποδέχθηκε καί πιστά τήρησε μέχρι σήμερα σχεδόν ὅλες τίς ἐπώδυνες καί ὀδυνηρές κυβερνητικές ἀποφάσεις, γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ κορωνοϊοῦ. Ἡ τελευταία, ὅμως, ἀπόφαση γιά ὁλικό κλείσιμο τῶν ἱερῶν ναῶν, μέ μηδενική, δηλαδή, συμμετοχή πιστῶν στίς θεῖες Λειτουργίες, θεωρεῖται ὡς πολύ ἀκραῖο καί ἀχρείαστο μέτρο, τό ὁποῖο δίκαια προκαλεῖ τίς ἀντιδράσεις ὑμῶν τῶν πνευματικῶν ποιμένων τοῦ λαοῦ μας. Μέ τήν πολύ σκληρή αὐτή ἀπόφαση νά κλείσουν τούς ναούς καί νά στερήσουν ἀπό τούς πιστούς τή Θεία Κοινωνία, μόνο οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστομάχοι καί ἐκκλησιομάχοι χαίρονται καί ἀγάλλονται, ἐνῶ οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, πού εἶναι ἡ τεράστια πλειοψηφία τοῦ λαοῦ μας, θλίβονται, πονοῦν καί αἱμάσσει ἡ καρδία τους, γιά τό ἀτόπημα αὐτό. Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας μας θά συνέλθει τήν ἑπόμενη Τρίτη, (15.12.2020) σέ Συνεδρία, πρός συζήτηση τοῦ φλέγοντος αὐτοῦ θέματος. Εἶμαι βέβαιος, ὅτι μέ πνεῦμα ὑπευθυνότητας καί ἀγαστῆς συνεργασίας, ὅλοι οἱ Ἱεράρχες θά κοινωνήσουμε τή σοφία μας, γιά νά βρεθεῖ ἡ μέση συμβιβαστική λύση, τήν ὁποία νά προτείνουμε στήν Κυβέρνηση πρός υἱοθέτηση. Εἶναι παράλογο καί ἐντελῶς ἀδύνατο νά γίνει ἀποδεκτό τό διάταγμα, ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων νά γίνει χωρίς τήν παρουσία πιστῶν. Ἄν εἶναι δυνατόν. Ἡ δική μας προσωπική θέση, τήν ὁποία καί θά εἰσηγηθοῦμε στήν Ἱερά Σύνοδο, εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, ὄχι μόνο τῆς κοσμοσωτήριας ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί κάθε Κυριακῆς νά γίνεται μέ περιορισμένο, ἔστω, λογικό ἀριθμό πιστῶν καί μέ αὐστηρή τήρηση τῶν ὑγειονομικῶν μέτρων, ἀποστάσεις -μάσκες-ἀπολυμάνσεις, γιατί μόνο, ἔτσι, θά κατανικηθεῖ, συνεργοῦντος καί τοῦ ἐπί θύραις ἐμβολίου, ἡ ἐπάρατη αὐτή καί θανατηφόρα λοιμική νόσος τοῦ κορωνοϊοῦ.
Μήν ἀφήσετε, ἀγαπητοί χριστιανοί, τήν καρδία σας νά ὑποδουλωθεῖ στόν φόβο τοῦ κορωνοϊοῦ καί νά ἀποχωρισθεῖ ἀπό τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός, πού παραχωρεῖ τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες καί τούς πόνους τῶν πειρασμῶν, δέν θά μᾶς ἀφήσει νά πειρασθοῦμε παραπάνω ἀπό τίς δυνάμεις μας, ἀλλά μαζί μέ τόν πειρασμό θά μᾶς δώσει καί τήν ἔκβαση, τή δύναμη, ὥστε νά μποροῦμε νά τούς ὑποφέρουμε. «Ὁ Θεός -γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρός τούς Κορινθίους- οὐκ ἐάσει ὑμᾶς, πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν» (Α΄ Κορ. ι΄ 13).
Νά μήν λησμονοῦμε ποτέ, ὅτι, πάνω ἀπό ὅλους καί ὅλα, ὑπάρχει ὁ Παντοδύναμος Θεός, πού μᾶς ἔχει ρητή τή διαβεβαίωση: «Οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω» (Ἑβρ. ιγ΄ 5). «Δέν θά σᾶς ἐγκαταλείψω», μᾶς λέει τήν ὥρα τῆς θλίψεως. «Δέν θά σᾶς ἐγκαταλείψω ἀβοήθητους τήν ὥρα τῆς ἀνάγκης». Ἐμεῖς ἐκεῖνο πού ἔχουμε νά κάνουμε εἶναι νά προσευχόμαστε συνέχεια στόν Θεό καί μέ πίστη θερμή νά τόν παρακαλοῦμε νά συντομεύσει τόν χρόνο τῆς καλῆς παιδαγωγίας μας. Αὐτή ἡ πολύ ὀδυνηρή δοκιμασία τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ νά γίνει πρέπει τό πῦρ τῆς καθάρσεως. Νά φέρει πρέπει συναίσθηση, νά ἁπαλύνει τίς καρδιές, νά κινήσει σέ μετάνοια, νά μᾶς ἐπαναφέρει στόν Θεό. Καί τότε νά εἶστε βέβαιοι, ὅτι ὁ Κύριος μέ τή δική του παντοκρατορική προσταγή καί θεϊκή ἐξουσία, θά μετατρέψει τόν ροῦν τῶν πραγμάτων καί θά δώσει τή λύση καί τή λύτρωση. Ἀμήν.