Κυριακή της Απόκρεω, Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α΄ Κορ. η’ 8 – θ’ 2 (27-02-2022)
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. Ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; Καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; Οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; Οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.
Κυριακή της Απόκρεω – Θεία Λειτουργία
Κυριακή της Απόκρεω – Κήρυγμα του Καθηγητή Χρήστου Κ. Οικονόμου
Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας
Τέως Προέδρου και Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης
στο Μετόχι Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Κύκκου
Ιερός Ναός Αγίου Προκοπίου
https://youtu.be/yGaElXVtOBE
Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022
Ιστοσελίδα Ι. Μ. Κύκκου:
https://imkykkou.org.cy/
https://imkykkou.org.cy/archives/11779
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, σωστά, δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στο Θεό· ούτε αν δε φάμε κάποια απ’ αυτές χάνουμε κάτι ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω. Προσέξτε όμως, μήπως το ελεύθερο αυτό δικαίωμά σας γίνει αιτία να σκοντάψουν και να πέσουν εκείνοι που η πίστη τους είναι αδύνατη. Πράγματι, αν κάποιος, απ’ αυτούς δει εσένα, που έχεις τη «γνώση», να κάθεσαι στο τραπέζι ενός ειδωλολατρικού ναού, η συνείδησή του, αφού αυτός είναι αδύνατος, δε θα παρασυρθεί από το παράδειγμά σου και δε θα παρακινηθεί να τρώει τα ειδωλόθυτα; Έτσι, η δική σου «γνώση» θα προκαλέσει το χαμό αυτού του αδύνατου, του αδερφού μας, για τον οποίον ο Χριστός έδωσε τη ζωή του. Αμαρτάνοντας όμως μ’ αυτό τον τρόπο απέναντι στους αδερφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε απέναντι στον ίδιο το Χριστό. Γι’ αυτό, αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδερφός μου, εγώ δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδερφός μου. Πάρτε παράδειγμα εμένα. Δεν είμαι απόστολος; Δεν είμαι ελεύθερος; Δεν είδα αναστημένο τον Ιησού, τον Κύριό μας; Δεν είστε εσείς ο καρπός του κόπου μου στην υπηρεσία του Κυρίου; Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας οπωσδήποτε είμαι· γιατί η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος.
Σχολιασμός
«Διόπερ ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφόν μου, ου μη φάγω κρέα εις τον αιώνα, ίνα μη τον αδελφόν μου, σκανδαλίσω».
Κυριακή της Απόκρεω και χρονικά βρισκόμαστε όλο και πιο κοντά στην έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το ουσιαστικό Απόκρεως προέρχεται από το ρήμα αποκρεώ που σημαίνει απέχω από τη λήψη κρέατος, δηλαδή σταματώ να τρώω κρέας. Στην Αποστολική Περικοπή της Κυριακής ο απόστολος Παύλος απευθυνόμενος προς τους Κορινθίους, εξηγεί ότι δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση τους απέναντι στο Θεό, χωρίς να εννοεί ότι πρέπει χωρίς διάκριση αυτοί που έχουν τη «γνώση» να μετέχουν σε ειδωλολατρικά τραπέζια τρώγοντας ειδωλόθυτα, κρέατα, δηλαδή κρέατα προερχόμενα από τις θυσίες τις οποίες οι εθνικοί προσέφεραν στα είδωλα, γιατί κάποιοι από τους αδελφούς μας είναι αδύνατοι στην πίστη και ενδέχεται να σκανδαλιστούν.
Η επίδειξη της ελευθερίας
Τα ζητήματα που θίγει ο απόστολος Παύλος με την περικοπή αυτή είναι σημαντικότατα και αφορμή ήταν η μεταξύ των Χριστιανών διχογνωμία που αφορούσε την κατανάλωση κρέατος προερχόμενου από ζώα τα οποία θυσιάζονταν στα είδωλα.
Μια μερίδα χριστιανών υποστήριζε ότι δεν απαγορευόταν η κατανάλωση αυτών των ζώων γιατί γι αυτούς ήταν μια υλική τροφή και συμμετείχαν, χωρίς διάκριση, σε γεύματα στα οποία προσφέρονταν ειδωλόθυτα, αφού ήξεραν ότι δεν υπήρχαν οι θεοί των ειδώλων. Επίσης πίστευαν ότι τρώγοντας ειδωλόθυτα έδειχναν την ελευθερία και την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως. Η στάση τους όμως αυτή προκαλούσε προβλήματα στην Εκκλησία, επειδή υπήρχε μία άλλη μερίδα Χριστιανών που υποστήριζαν ότι η κατανάλωση αυτών των κρεάτων σήμαινε την αποδοχή των θεών των ειδώλων, άρα είναι αντίθετη με τη χριστιανική πίστη και ότι όποιος έτρωγε από αυτά μολυνόταν. Η ζημιά που γινόταν στην Εκκλησία ήταν μεγάλη γιατί οι ασθενείς στην πίστη σκανδαλίζονταν και πολλοί δεν ήξεραν ποια στάση να κρατήσουν, αφού οι Χριστιανοί της πρώτης ομάδας κάνοντας αδιάκριτη χρήση και επίδειξη της ελευθερίας που τους χάρισε ο Θεός καταργούσαν με αυτή τους τη στάση την αγάπη προς τους αδελφούς τους.
«Η ελεύθερη αγάπη και η αγαπώσα ελευθερία»
Ο Θεός μας έδωσε την ελευθερία του τι θα φάμε και τι όχι, αφού δεν είναι η τροφή που καθορίζει τη θέση μας απέναντί του, δεν είναι η τροφή που θα μας δώσει αξία ενώπιον του. «Βρώμα ημάς ου παρίστησι τω Θεώ∙ ούτε γαρ εάν φάγωμεν περισσεύομεν, ούτε γαρ εάν μη φάγωμεν υστερούμεθα». Το όλο θέμα ήταν καθαρά πνευματικό, και οι λέξεις «περισσεύομεν» και «υστερούμεθα» δεν αναφέρονται στο σωματικό χορτασμό αλλά στην πρόοδο ή την υστέρηση των αρετών. Η βρώση των ειδωλοθύτων ήταν μόνο η αφορμή. Η ρίζα του προβλήματος ήταν οι σχέσεις των ανθρώπων με το Θεό και με τους συνανθρώπους τους, η ελευθέρια που μας έδωσε ο Θεός και πως αυτή η ελευθερία γίνεται κάποιες φορές αιτία σκανδαλισμού για τους αδελφούς μας.
Ο απόστολος Παύλος αναγνωρίζει την ελευθερία του χριστιανού αλλά δεν αναγνωρίζει την κακή χρήση της γιατί θα γίνει πρόσκομμα για τους ασθενείς αδελφούς μας. «Βλέπετε δε μήπως η εξουσία υμών αύτη πρόσκομμα γένηται τοις ασθενούσιν» και αιτία σκανδαλισμού για τους αδελφούς μας. Δεν είναι δυνατόν η ελευθερία και η αγάπη να χωρίζονται η μία από την άλλη. Είναι ελεύθεροι οι Χριστιανοί να φάνε από τα ειδωλόθυτα. Αυτή η ελευθερία όμως συνδέεται άμεσα και με την κοινωνία αγάπης και της υπευθυνότητας μας έναντι των άλλων ανθρώπων. Δεν μπορεί συνεπώς η ελευθερία του πιστού ανθρώπου να λειτουργήσει ξέχωρα από την αγάπη του στους άλλους ανθρώπους, δεν μπορεί ελευθερία αυτή να καταργήσει την αγάπη γιατί οι δύο αυτές έννοιες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Η ελευθερία δεν υπάρχει χωρίς την αγάπη και δεν ορίζεται παρά με την αγάπη. Είμαστε πραγματικά ελεύθεροι και σεβόμαστε ειλικρινά την ελευθερία των άλλων μόνο όταν αγαπάμε ειλικρινά τους άλλους.
Μιλώντας στο πρώτο πρόσωπο ενικού ο απ. Παύλος θέλει να τονίσει ότι και ο ίδιος θα θυσιάσει τον εαυτό του, προκειμένου ποτέ να μην γίνει αιτία σκανδαλισμού του αδελφού του. «Διόπερ ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφόν μου, ου μη φάγω κρέα εις τον αιώνα, ίνα μη τον αδελφόν μου, σκανδαλίσω». Ο Απόστολος δίνει παράδειγμα θυσιαστικής αγάπης, στερώντας από τον εαυτό του όλα όσα θα σκανδάλιζαν τους αδελφούς του ακόμα και όσα επιτρέπονταν θέλοντας έτσι να τονίσει πως η αγάπη είναι πάνω από όλες τις αρετές «των συγκεχωρημένων απείχετο υπερ του μη σκανδαλίσαι, αλλ’ ότι και μετά πολλού του πόνου και του κινδύνου» (Ι. Χρυσοστόμου,Εις την Α’ προς Κορινθίους Επιστολή, Ομιλία 9,1). Πιστεύει ότι πάνω από οποιαδήποτε εξουσία ή ελευθερία είναι η ανιδιοτελής και θυσιαστική αγάπη, αφού όπως ο ίδιος γράφει αλλού, «οφείλομεν ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν» (Ρωμ. 15,1). Βάζει όριο ο απόστολος Παύλος στην ελευθερία και στην εξουσία και αυτό το όριο είναι η αγάπη προς τους άλλους. Για τον ίδιο λόγο με έμφαση λέγει αλλού: «Γέγονα τοις πάσι τα πάντα ίνα πάντως τινάς σώσω».
Η ελευθερία των χριστιανών δεν μπορεί να αυτονομηθεί. Βρίσκει το νόημά της, όταν μπαίνει στην υπηρεσία της αγάπης. Πάνω από την ελευθερία μας οι χριστιανοί πρέπει να τοποθετούμε την ωφέλεια των αδελφών μας και την οικοδομή της Εκκλησίας. Κανόνας συμπεριφορά μας πρέπει να είναι το «μη τιθέναι πρόσκομμα τω αδελφώ ή σκάνδαλον» (Ρωμ. 14,13). Όταν χρειάζεται να είμαστε πρόθυμοι να στερηθούμε την ελευθερία μας και να θυσιάσουμε τα «δικαιώματά» μας. Η αγάπη αυτή συνεπάγεται προσφορά και θυσία του εγωτικού εαυτού μας για την προκοπή και την εν Χριστώ σωτηρία των συνανθρώπων μας. Η αγάπη κατά τον απόστολο Παύλο «ου ζητεί τα εαυτής» (Α΄ Κορ., 13,5), αλλά «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει» (Α΄ Κορ. 13, 7) και γι αυτό και εκουσίως «υποτάσσεται» στην αδυναμία του αδελφού.
Είναι προφανές γιατί καθορίσθηκε η ανάγνωση της αποστολικής αυτής περικοπής την Κυριακή της Απόκρεω. Σε λίγες μέρες θα αρχίσει η νηστεία. Ο απόστολος Παύλος με την αναφορά του αυτή θέτει τα πλαίσια του ήθους και της συμπεριφοράς μας όσον αφορά τη νηστεία σε συσχετισμό με τη συμπεριφορά μας απέναντι στους αδελφούς μας. Η κλήση απευθύνεται σε όλους να χρησιμοποιήσουν αυτό το πνευματικό μέσο. Αν όμως μερικοί δεν νηστεύουν δεν πρέπει να γίνονται προκλητικοί προς εκείνους που νηστεύουν και εκείνοι που νηστεύουν δεν πρέπει να υπερηφανεύονται και να κατακρίνουν εκείνους που δεν νηστεύουν. Αλλά βεβαίως το ζήτημα δεν περιορίζεται στο θέμα της κρεοφαγίας ή της νηστείας. Αυτό είναι ένα παράδειγμα μεταξύ των πολλών. Εκείνο που πρέπει να έχουμε κατά νουν ως βασική αρχή είναι η μη απολυτοποίηση των δικών μας θέσεων και επιλογών, όταν αυτές κινδυνεύουν να δημιουργήσουν διαιρέσεις και όξυνση στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους για θέματα που είναι δευτερεύοντα. Όπως ο Θεός, για παράδειγμα, θα καταργήσει και την κοιλία που δέχεται τα φαγητά, αλλά και τα ίδια τα φαγητά, έτσι και πολλά άλλα υλικά πράγματα θα καταργηθούν όταν ο άνθρωπος εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Και το βασικό ερώτημα είναι κατά πόσο με τη συμπεριφορά μας οικοδομούμε την κοινωνία, την οικογένεια, την Εκκλησία, τους άλλους, ή συμβάλλουμε στον σκανδαλισμό, στην καταστροφή των θεμελίων της βασιλείας του Θεού μέσα στον κόσμο μας.
Όντως, παρόλο που σήμερα δεν υπάρχουν ειδωλόθυτα, οι σύγχρονοι άνθρωποι κινδυνεύουμε από την υποταγή στην πρακτική ειδωλολατρία. Η θεοποίηση των υλικών αγαθών και επιτευγμάτων των ανθρώπων στηρίζεται αποκλειστικά στις βιολογικές δυνάμεις και ικανότητες του ανθρώπου. Η προσωπική μας επιτυχία και ανέλιξη γίνεται με αθέμιτα μέσα και πατώντας «επί πτωμάτων». Η «Νέα Τάξη» πραγμάτων μας αναγκάζει να έχουμε ατομικές διεκδικήσεις οι οποίες στηρίζονται στην προβολή και διεκδίκηση των λεγομένων ατομικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και τα οποία φυσικά έρχονται σε αντίθεση με όλα όσα ο απόστολος Παύλος δίδασκε προς τους Κορινθίους. Με την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έχουμε την ευκαιρία να αναλογισθούμε την προσωπική μας πορεία και πως αυτή έρχεται σε αντίθεση με το σημερινό μήνυμα που είναι η θυσιαστική αγάπη για τους συνανθρώπους μας.
Κυριακή της Απόκρεω, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. κε΄ 31-46 (27-02-2022)
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος∙ Ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος: «Όταν θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου με όλη του τη μεγαλοπρέπεια και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στο βασιλικό θρόνο του. Τότε θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στ’ αριστερά του. Θα πει τότε ο βασιλιάς σ’ αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: “ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου. Γιατί, πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ’ επισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε”. Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; Πότε σε είδαμε ξένον και σε περιμαζέψαμε ή γυμνόν και σε ντύσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήρθαμε να σε επισκεφθούμε;” Τότε θα τους απαντήσει ο βασιλιάς: “σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα”. Ύστερα θα πει και σ’ αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: “φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι· πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του. Γιατί, πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε”. Τότε θα του απαντήσουν κι αυτοί: “Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δε σε υπηρετήσαμε;” Και θα τους απαντήσει: “σας βεβαιώνω πως αφού δεν τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα”. Αυτοί λοιπόν θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή».
Σχολιασμός
Η έμπρακτη εκδήλωση της αγάπης: «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε».
Η σημερινή παραβολή είναι γνωστή ως παραβολή της Μελλούσης Κρίσεως ή της Δευτέρας Παρουσίας. Την περασμένη Κυριακή, μέσα από την παραβολή του Ασώτου υιού ή του Σπλαγχνικού πατέρα, προβλήθηκε η χωρίς όρια αγάπη του Θεού, ο οποίος ως στοργικός Πατέρας δέχεται πίσω και με τιμές το μετανοημένο παιδί του. Ο Θεός είναι αγάπη, αλλά είναι και δίκαιος Κριτής. Θα μας κρίνει λοιπόν, όχι αυθαίρετα, αλλά ανάλογα με τις πράξεις και τα έργα μας.
Η παραβολή της Μελλούσης Κρίσεως μας τοποθετεί μπροστά σε μια φοβερή σκηνή. Ο Κύριος θα έλθει πλέον όχι ως ταπεινός δούλος, αλλά ως ένδοξος βασιλιάς, με όλη του τη δόξα, συνοδευόμενος από τους Αγγέλους. Τότε θα μαζευτούν γύρω του «πάντα τα έθνη», όλοι δηλαδή οι άνθρωποι. Θα προηγηθεί φυσικά και η ανάσταση των νεκρών. Τότε ο Χριστός θα διαχωρίσει τους ευσεβείς και δίκαιους από τους άδικους και ασεβείς, όπως ο βοσκός διαχωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια. Φυσικά δεν θα κάνει αυθαίρετα αυτό το διαχωρισμό, αλλά ανάλογα με τα έργα αγάπης του καθενός.
Εδώ ο Χριστός χρησιμοποιεί μια σκηνή από την ποιμενική ζωή της Παλαιστίνης. Όπως ο βοσκός χωρίς λάθος και με απόλυτη ακρίβεια διαχωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια, έτσι και ο Κύριος θα διαχωρίσει τους δίκαιους από τους άδικους. Τα πρόβατα έχουν λευκό χρώμα και τα κατσίκια σκούρο καφέ συνήθως. Έτσι είναι εύκολος ο διαχωρισμός αυτός. Τους δίκαιους θα τους τοποθετήσει στα δεξιά του και τους άδικους στα αριστερά του. Και θα αιτιολογήσει την απόφασή Του αυτή ο Κύριος. Θα πεί στους δίκαιους: «πείνασα, και μου δώσατε να φάω, δίψασα, και μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και με περιμαζέψατε, γυμνός ήμουν, και με ντύσατε, αρρώστησα, και με επισκεφτήκατε, στη φυλακή ήμουν, και ήρθατε κοντά μου». Και εννοεί εδώ ο Χριστός ότι το έκαναν αυτό στους εμπερίστατους αδελφούς τους. Και στους ασεβείς θα πεί: «πείνασα, και δεν μου δώσατε να φαω, δίψασα, και δεν μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και δεν με περιμαζέψατε, γυμνός ήμουν, και δεν με ντύσατε, άρρωστος και στη φυλακή, και δεν με επισκεφτήκατε». Στο πρόσωπο του άλλου λοιπόν, πρέπει να βλέπουμε τον ίδιο τον Χριστό. Στο Γεροντικό διαβάζουμε: «Είδες τον αδελφό σου; Είδες Κύριον τον Θεόν σου».
Συγκλονίζουν λοιπόν και προκαλούν δέος τα όσα αναφέρει ο Κύριος για την Δευτέρα Παρουσία του, αλλά και το γεγονός το πόσο δίκαια θα κριθεί ο καθένας ανάλογα των πράξεων και των έργων του μέσα από την επίγεια του ζωή. Μέγιστο κριτήριο απονομής δικαιοσύνης εκ μέρους του Κυρίου μας είναι η έμπρακτη εκδήλωση της αγάπης. Όταν μιλούμε για αγάπη εννοούμε το άμεσο ενδιαφέρον μας για τον συνανθρωπό μας, είτε αυτός έχει την ανάγκη της επισκεψής μας στο νοσοκομείο, στην φυλακή, αλλά και την δική μας συμπαράσταση σε άτομα που αδικούνται, συκοφαντούνται και καταφρονούνται. Είναι αυτή η ομάδα ανθρώπων που στα μάτια γενικότερα της κοινωνίας θεωρούνται ως «ελαχίστοι». Μα όμως ο Χριστός «ουκ επαισχύνεται αδελφούς αυτούς καλείν»(Εβρ. β΄11). Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θα πεί στους δίκαιους: «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοι εποιήσατε.» Τελικά το «ποιείν» και το «μη ποιείν» είναι αυτό που χωρίζει τους ανθρώπους σε δίκαιους και άδικους. Όχι σε αμαρτωλούς και μη αμαρτωλούς, αλλά δίκαιους και άδικους. Δηλαδή ανθρώπους που έχουν αγάπη και έζησαν εν μετανοία, με ανθρώπους που δεν είχαν αγάπη και υπήρξαν αμετανόητοι.
Η αγάπη και οι άλλες αρετές
Φυσικά τα πιο πάνω δεν σημαίνουν ότι παραγνωρίζονται οι άλλες αρετές και διακρίσεις των δικαίων. Άλλωστε εδώ δεν πρόκειται για μια λεπτομερή και εκτενή αναφορά περί των κριτηρίων. Ύψιστη σημασία έχει για τον Κύριο η αγάπη και η φιλανθρωπία αφού μέσα από αυτές τις δύο αρετές θεμελιώνονται τα καλά έργα. Αυτά τα δύο συστατικά είναι απαραίτητα για την διαμόρφωση του αληθινού και πραγματικού χριστιανικού φρονήματος.
Ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, αναφερόμενος στην αγάπη, την ονομάζει ως «πλήρωμα νόμου» όπου με την δύναμη που έχει, είναι ικανή να αποτρέψει και να νικήσει κάθε ίχνος συκοφαντίας, κακίας, αδικίας, αλαζονείας αλλά και εγωισμού. Εκεί που συναντάει κάποιος την αγάπη είναι βέβαιο ότι θα βρεί την ταπεινότητα, την δικαιοσύνη, την εκτίμηση ,τον σεβασμό προς τον πλησίον μας, την μακροθυμία και την ζεστή προθυμία της αυταπαρνήσεως και αυτοθυσίας. Με αυτήν προχωρεί και φθάνει ο άνθρωπος στο «καθ’ομοίωσιν Θεού» γίνεται όμοιος με τον Θεό. Διότι «ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ». (Ά Ιωαν. ΄δ, 16).
Η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και η αγάπη του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του
Δεν υπάρχει κάτι πιο τέλειο ως παράδειγμα αγάπης από τον Θεό, ο οποίος απέστειλε τον μονογενή του Υιό, τον Ιησού Χριστό και υπέστει τον επώδυνο και φρικτό σταυρικό θάνατο, θυσίαν εξιλαστήριον, για την σωτηρία εμάς των αμαρτωλών. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης προτρέπει τους πιστούς σε έργα αγάπης λέγοντας : «αγαπητοί, ει ούτως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλους αγαπάν»(Ά Ιωαν. ΄δ 11).
Αυτή όμως η αγάπη για να διακρίνεται για την πληρότητα και την ειλικρίνεια της, όπως ακριβώς θέλει και ο Θεός θα πρέπει να εκδηλώνεται με έργα φιλανθρωπίας και αυταπαρνήσεως. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, επιβάλλεται να απομακρύνουμε από την επίγεια ζωή μας τις φιλοφρονήσεις, τα πολλά λόγια, αλλά και τις ψεύτικες υποσχέσεις. Επιπρόσθετα, αν ανατρέξει κανείς στην εκκλησιαστική γραμματεία, θα εντοπίσει τα σοφά λόγια του Ιακώβου του Αδελφοθέου ο οποίος λέγει τα εξής: «Εάν λέγει, αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και λειπόμενοι ώσι της εφημέρου τροφής, είπη δέ τις εξ’ υμών υπάγετε έν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια τού σώματος, τι το όφελος ; » (Ιακ. Β΄, 15-16).
Πλανάται δυστυχώς στις μέρες μας ο λογισμός, ότι αφού δεν είμαι πλούσιος δεν μπορώ να κάνω καλά έργα. Αυτό το αποκλείουμε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος πλούσιος για να οδηγήσει τον εαυτό του σε καλά έργα. Αναφέρει αρκετά έργα ο Κύριος στην παραβολή της κρίσεως τα οποία δεν απαιτούν να έχει κάποιος στα χέρια του πλούτο για να τα εφαρμόσει, όπως η φροντίδα σε ασθενείς, οι επισκέψεις σε νοσοκομεία και φυλακές αλλά και πολλά άλλα. Και ένα ποτήρι νερό να δώσουμε στον συνανθρωπό μας, θα το επιβραυέυσει ο Κύριος. Ας μην ξεχνούμε και το δίλεπτον της χήρας, την οποίαν τόσο πολύ γι ‘αυτό την είχε επαινέσει ο Κύριος.
Πραγματικά, το να επιτελέσει κάποιος ένα καλό έργο, δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο και οι ευκαιρίες παρουσιάζονται καθημερινά ενώπιον μας. Από αυτές τις πράξεις κρίνεται και η πορεία μας μέσα στην αιωνιότητα. Για τον Χριστιανό λοιπόν τίθεται το εξής ερώτημα: Παράδεισος ή κόλαση; Δύο διαφορετικές καταστάσεις όπου η μία κατάσταση θα κερδιθεί με τον συνεχή αγώνα μας για καλά έργα και η άλλη κατάσταση θα είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας μας να αγκαλιάσουμε τον συνανθρωπό μας με την αγάπη και τον φιλανθρωπικά μας αισθήματα. Αυτό θα σημαίνει ότι αποτύχαμε να εκπληρώσουμε τον σκοπό για τον οποίο ήρθαμε πάνω στη γη.
Η παραβολή της μελλούσης Κρίσεως είναι ένα κάλεσμα σε μετάνοια και ταυτόχρονα ένα κάλεσμα για άσκηση φιλανθρωπίας, για έμπρακτη εκδήλωση της αγάπης μας προς τον εμπερίστατο συνάνθρωπό μας, ώστε να αξιωθούμε και εμείς να ακούσουμε από το στόμα του Δικαιοκρίτη Χριστού: «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου».